Αποανάπτυξη και/ή συρρίκνωση
?
Ας το δούμε με ένα πραγματικό παράδειγμα: Γυναίκα μόνη-μητέρα 2 παιδιών 16 και 19 με την κόρη αριστούχα τόσο σε σχολείο όσο και στις πανελλαδικές με την γιαγιά άρρωστη σε μια μονοκατοικία του ‘ 20 με υγρασία κοντά στο παραλιακό μέτωπο μιας πόλης. Η γυναίκα κερδίζει 500 ευρώ περίπου και από αυτά πρέπει να συντηρήσει το σπίτι, την διαβίωση της ίδιας για να μπορέσει να συνεχίζει να προσφέρει την εργατική της δύναμη, ένας μέρος της διαβίωσης της μητέρας της και του νεαρού έφηβου υιού της μέσα σε αυτή τη πόλη και συγχρόνως να μπορεί να συντηρήσει την κόρη σαν σπουδάστρια στην Αθήνα. Πως μπορεί να συμβαίνει αυτό. Η μητέρα αναγκάζεται και κάνει και δεύτερη δουλειά για να κερδίζει επιπλέον 100 ευρώ το πολύ το μήνα και κόρη διαβιώνει με ενοίκιο, κοινόχρηστα, βιβλία, μεταφορά, φαγητό κλπ κλπ με 350 ευρώ. Πως αντέχεται υπό τέτοιες συνθήκες η οικογένεια και η "δουλεία" συγχρόνως? Διαβάζοντας το βιβλίο του Didier Eribon, Rückkehr nach Reims(Επιστροφή στο Reims), 2016 που στην αρχή περιγράφει την κατάσταση της δικής του εργατικής οικογένειας και μια γενιά πίσω, την κοινωνική αλλά και την οικονομική της εξαθλίωση τα χρόνια του ‘30, του '50 και αρχές του '60 είδα πάρα πολλές παράλληλες με την σημερινή κατάσταση της συγκεκριμένης οικογένειας.
Ας το δούμε με ένα πραγματικό παράδειγμα: Γυναίκα μόνη-μητέρα 2 παιδιών 16 και 19 με την κόρη αριστούχα τόσο σε σχολείο όσο και στις πανελλαδικές με την γιαγιά άρρωστη σε μια μονοκατοικία του ‘ 20 με υγρασία κοντά στο παραλιακό μέτωπο μιας πόλης. Η γυναίκα κερδίζει 500 ευρώ περίπου και από αυτά πρέπει να συντηρήσει το σπίτι, την διαβίωση της ίδιας για να μπορέσει να συνεχίζει να προσφέρει την εργατική της δύναμη, ένας μέρος της διαβίωσης της μητέρας της και του νεαρού έφηβου υιού της μέσα σε αυτή τη πόλη και συγχρόνως να μπορεί να συντηρήσει την κόρη σαν σπουδάστρια στην Αθήνα. Πως μπορεί να συμβαίνει αυτό. Η μητέρα αναγκάζεται και κάνει και δεύτερη δουλειά για να κερδίζει επιπλέον 100 ευρώ το πολύ το μήνα και κόρη διαβιώνει με ενοίκιο, κοινόχρηστα, βιβλία, μεταφορά, φαγητό κλπ κλπ με 350 ευρώ. Πως αντέχεται υπό τέτοιες συνθήκες η οικογένεια και η "δουλεία" συγχρόνως? Διαβάζοντας το βιβλίο του Didier Eribon, Rückkehr nach Reims(Επιστροφή στο Reims), 2016 που στην αρχή περιγράφει την κατάσταση της δικής του εργατικής οικογένειας και μια γενιά πίσω, την κοινωνική αλλά και την οικονομική της εξαθλίωση τα χρόνια του ‘30, του '50 και αρχές του '60 είδα πάρα πολλές παράλληλες με την σημερινή κατάσταση της συγκεκριμένης οικογένειας.
Σίγουρα οι φοιτητές και όσοι έχουν υψηλότερο εισόδημα
από το μέσο όρο μπορούν να έχουν το χρόνο να ασχοληθούν και να συμμετέχουν στα λεγόμενα
Repair-καφέ
και τα
αλληλέγγυα projects για έναν κόσμο χωρίς αναπτυξιακούς εξαναγκασμούς και
περιβαλλοντική υποβάθμιση. Αλλά πώς μπορεί να τα βγάλει πέρα μια μονογονεϊκή καθαρίστρια σε ένα κρατικό νοσοκομείο που
την προσλαμβάνουν μέσω ΑΣΕΠ ή μια πωλήτρια στον
ιδιωτικό τομέα;
Μήπως το υπάρχον
κίνημα της από-ανάπτυξη, μήπως είναι τελικά ένα ελίτ κίνημα? Μήπως - σκέφτομαι-
κλείνει τα μάτια μπροστά στα κοινωνικά ζητήματα? Παράλληλα παρατηρούμε την ίδια
χρονική περίοδο την άνοδο ενός δεξιού
λαϊκισμού, γιατί? Έχει σχέση με την ανάπτυξη και ο τελευταίος?
Η ερώτηση που τίθεται απλά, στα πλαίσια της
από-ανάπτυξης είναι:οικονομική συρρίκνωση?Όχι
απολύτως ή όχι ακριβώς. Η από-ανάπτυξη είναι κάτι διαφορετικό από την οικονομική
συρρίκνωση ή την ύφεση. Εδώ αμφισβητούνται οι συνήθως χρησιμοποιούμενοι δείκτες
ευημερίας. Συγχρόνως όμως δεν είναι αναγκαίο να συρρικνώσεις κάτι άλλο. Απλά
κάτι πρέπει επί τέλους να αναπτύσσεται λιγότερο, αυτό αναμφισβήτητα το νοιώθουμε
οι περισσότεροι.
Σίγουρα για την επιβίωση και " την διαιώνιση του
είδους" θα πρέπει οι κοινωνικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες φροντίδας να
συνεχίσουν να αυξάνονται, εκτός και αν παραμείνουμε στη θεωρία του ποσοστιαίου
λόγου «20:80 κοινωνία»
οπότε τα αφήνουμε να συρρικνωθούν και αυτά για να φτάσουμε στη συγκεκριμένη
ποσοστιαία αναλογία. Από ότι βλέπουμε όμως σε αυτούς τους τομείς εδώ δεν έχουμε
πάρα πολλά αλλά πολύ λίγα. Που αλλού π.χ. μπορεί να συρρικνωθεί μια οικονομία?
Π.χ. στην παραγωγή ορυκτών πόρων και συμβατικής ενέργειας.
Το σύστημα το σημερινό, το νεοφιλελεύθερο-καπιταλιστικό
βασίζεται πάνω στους αναπτυξιακούς εξαναγκασμούς και πιέσεις. Πρέπει συνέχεια να
αυξάνεται αλλιώς θα καταρρεύσει σαν σύστημα. Αυτό δεν είναι δυνατόν να
λειτουργήσει επ 'αόριστο. Ο πλανήτης έχει περιορισμένους πόρους. Από την άλλη
και ο πράσινος λαϊκισμός ότι όλα μπορούν να επικεντρωθούν στην αποδοτικότητα ενός
πράσινου καπιταλισμού είναι εντελώς ουτοπικό.
Άρα το ερώτημα δεν είναι οπωσδήποτε η υπέρβαση του
καπιταλισμού. Π.χ. υπάρχουν συντηρητικοί κριτικοί ανάπτυξης που δεν θέλουν να υπερβούν
κάτι, αλλά θέλουν την σε ένα μεγάλο μέρος κατάργηση του κοινωνικού κράτους
πρόνοιας. Η πλειοψηφία, από την άλλη πλευρά, που βρίσκεται ίσως σε ένα ετερογενές "ηθικά
δικαιότερο" και όχι κατ ανάγκη αριστερό φάσμα, το θεωρεί ότι είναι θέμα ισότητας
και καλύτερης ανακατανομής πόρων και εισοδημάτων. Αλλά πολλοί από
αυτούς συμφωνούν να υλοποιηθεί αυτή η ανακατανομή με το μότο " πλύνε μου τη
γούνα αλλά μη με βρέξεις". Ενώ όσο αφορά τα
όρια ανάπτυξης και η οικολογική κρίση είναι σε ένα μεγάλο βαθμό αμφισβητήσιμα, η
σημασία του κοινωνικού ζητήματος διαφοροποιείται σημαντικά στο τι σε πιέζει να
κάνεις, για να μην αναφέρουμε το ζήτημα του συστήματος.
Όμως η αντιμετώπιση της οικολογικής κρίσης δεν
επιτρέπεται να γίνει με εργαλεία και μέτρα εις βάρος του κοινωνικού προβλήματος.
Γιατί αν υποθέσουμε ότι στοχεύουμε σε μια δικαιότερη πολιτική αναδιανομής
πλούτου και εισοδήματος, όπως της κληρονομιάς, του πλούτου και ενός προοδευτικού
φόρου εισοδήματος, ίσως αυτό να οδηγήσει σε
μια πιθανή αύξηση της ζήτησης στις κοινωνικές τάξεις χαμηλότερων εισοδημάτων.
Από ότι γνωρίζουμε το ποσοστό κατανάλωσης στα χαμηλότερα εισοδήματα είναι
υψηλότερο. Έτσι λοιπόν μια τέτοια δικαιότερη πολιτική οδηγεί ceteris paribus σε
μια αναπτυξιακή ώθηση.
Ποια η σχέση μεταξύ ανακατανομής πλούτου και
εισοδήματος και ριζικής αναπτυξιακής κριτικής? Υπάρχει διαφωνία σχετικά με αυτό , αλλά και η αλληλεπίδραση είναι αρκετά
σύνθετη, διότι υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η πολύ ισχυρή ανισότητα εμποδίζει
την ανάπτυξη. Ανεξάρτητα από αυτό, κάποια στιγμή θα πρέπει να αποδεχτούμε την
ανάπτυξη που δημιουργείται από την αναδιανομή, γιατί μια «κοινωνία ομοειδών»
προϋποθέσεων διαβίωσης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια πολιτισμική
κουλτούρα του «λιγότερου». Εάν οι συνθήκες διαβίωσης γίνουν πιο παρόμοιες και
συγκρίσιμες, μπορούμε να συζητήσουμε καλύτερα το βαθμό στον οποίο το « λιγότερο»
είναι πιθανό και εφικτό για όλους.
Είναι ενδιαφέρον ότι σε κάποιες κοινωνίες που θεωρείς
αλλά και είναι οι περισσότερο οικολογικές, συχνά έχουν το μεγαλύτερο οικολογικό
αποτύπωμα. Ένας αποδέκτης επιδόματος ανεργίας π.χ. που δεν αντιπροσωπεύει τον
οικολογικό συνειδητό τρόπο ζωής, εξακολουθεί να έχει ένα συγκριτικά χαμηλό
αποτύπωμα σε σύγκριση με εκείνους μου χρησιμοποιούν οικολογικά έπιπλα
ή έπιπλα fair trade. Έχει αποδειχτεί ότι πράσινοι ψηφοφόροι ή
εναλλακτικοί προοδευτικοί που βρίσκουν το πιο προβληματικό στη ζωή στον να
πετάς με αεροπλάνο έχουν το υψηλότερο ποσοστό πτήσεων σε σύγκριση με τους
ψηφοφόρους άλλων κομμάτων.
Το ίδιο συμβαίνει όμως και σε τομείς που έχουν σχέση
επιστημονικά με την αειφορία. Ας πάμε στην βιώσιμη κινητικότητα. Πρόσφατα
παραβρέθηκα σε workshop για
την βιώσιμη κινητικότητα στις πόλεις. Είχαν
έρθει διάφοροι επιστημονικοί υπεύθυνοι του τομέα τους, π.χ ανθεκτικότητα της
πόλης, από διάφορες πόλεις της Ελλάδας και μιλούσαν και προέβαλλαν
σε
power point τις
προσπάθειες που κάνουν για την βελτίωση της κινητικότητας σε πόλεις και δη σε
ένα μελλοντικό αειφορικό πλαίσιο. Ανακαλύψαμε και εμείς εδώ μετά από 30 χρόνια
τη λέξη αειφορία, που πλέον αρχίζει και αμφισβητείται σε άλλες κοινωνίες. Όλοι μιλούσαν για τα
projectς,
τι εξαιρετικά
καινοτόμα
μέτρα και τι εργαλεία θα εφαρμόσουν. Το τι θα περιμένουν από αυτές τις πολιτικές
παρεμβάσεις και ρυθμιστικών αμιγώς τροποποιήσεων δεν γνώριζαν. Απλά
δημιουργούσαν ένα ιστό αράχνης και σκαρφάλωναν επάνω. Ήθελα να ρωτήσω
όλους αυτούς τους νέους που παλεύουν για την βιώσιμη κινητικότητα στους δρόμους
μιας πόλης.
Έχουν πάει ποτέ με το ποδήλατο ή με τα ΜΜΜ στη δουλειά τους? Έχουν ζητήσει να
μάθουν ποιες είναι οι εκπομπές πολυαρωματικών υδρογονανθράκων, μικροσωματιδίων
και αέριων χημικών (καυσαέρια) από τα τοπικά ΚΤΕΛ και αν περνούν σύμφωνα με το
νόμο τους στόλους τους από τα νόμιμα ΚΤΕΟ και εάν έχουν πρότυπο
Euro
5 ή euro 6? Φαντάζομαι ένα όχι για τους περισσότερους. Δεν ρώτησα φυσικά στην αίθουσα για να
μη πυροδοτήσω μια συζήτηση που δεν θα είχε τέλος και όντως το αντικείμενο τους
ήταν τελείως διαφορετικό.
Και για να εμπλέξουμε και την κοινωνική τάξη που θεωρεί ότι έχει το μονοπώλιο σε
κοινωνικούς αγώνες. Ας μη πάμε μακριά και ας κοιτάξουμε πως χρησιμοποιούνται
σήμερα εναλλακτικά οι δύο σημαντικότερες υλιστικές βάσεις το χρήμα και ο χρόνος.
Ας πάμε στις σημερινές κοινωνικές εταιρίες, κοινωνικούς συνεταιρισμούς,
συνεταιρισμούς παραγωγών καταναλωτών κλπ. Ποιος μπορεί να αντέξει οικονομικά να επενδύσει την εργασία του χωρίς να
την πληρωθεί ? Γνωρίζω σε κοινωνικό συνεταιρισμό πού εργάζονται δυο μέλη
του, φυσικά χωρίς ασφάλεια και με ημερομίσθιο, ο ένας 12 ευρώ το 9ωρο και ο
άλλος 10 ευρώ το 8ωρο. Εδώ είναι ξεκάθαρη η εκμετάλλευση του εργατικού
δυναμικού ακόμα και με την ίδια του τη συμβολή και συμμετοχή ο εργαζόμενος. Αλλά
είναι μέτοχος. WOW. Οι ίδιοι
εργαζόμενοι εμπνέονται μετά από προτροπή του ιδίου του κράτους και δημιουργούν
ένα νέο κοινωνικό πεδίο απασχόλησης δίπλα από την αμειβόμενη εργασία, μια παρααπασχόληση. Με την στήριξη του
κράτους φυσικά, το οποίο μπορεί και να την ονοματίζει «υπερααπασχόληση». Μία
μονογονεϊκή μητέρα που εργάζεται με πλήρες ωράριο στο σούπερ μάρκετ, δεν θα
μπορέσει να συμμετάσχει σε ένα τέτοιο Sharing-Projekt μετά από
εργασία.
Γεμάτα δελτία και βιβλία παραγγελιών, οικονομική
συγκυρία ιδανική, η οικονομία αναπτύσσεται: Αυτή η παλιά συνταγή δεν
τραβά πλέον. Φωτογραφία: dpa
|
Repair-Cafes, η ανταλλαγή ρούχων και η
αλληλέγγυα κηπουρική δεν είναι
λύσεις. Τουλάχιστον όχι για όλα. Αυτά δεν δημιουργούν μια διέξοδο από την έξοδο
από την καπιταλιστική
ανάπτυξη. Παρόλα αυτά, είναι σημαντικά, επειδή εδώ θα μπορούσε να
σχηματιστεί ένα κίνημα αντίστασης και
διαμαρτυρίας ενάντια στην οικονομική νομενκλατούρα και τάξη. Αυτό θα γίνει ένα πρόβλημα
μόνο όταν θεωρηθεί ότι αυτά τα μικρά projects προσθετικά δημιουργούν κάτι
μεγαλύτερο σαν μια άριστη εφαρμόσιμη μακροοικονομία της απο-ανάπτυξης.
Αλλά η παραίτηση και η συρρίκνωση δεν είναι και η εναλλακτική λύση. Σίγουρα,
είναι εξαιρετικό για την εκμετάλλευση των πόρων όταν οι άνθρωποι μοιράζονται
αυτοκίνητα ή επισκευάζουν αντικείμενα, αλλά αυτό δεν σπάει αυτόματα τη λογική
συνεχούς ανάπτυξης στον καπιταλισμό. Ακόμα και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα θα
χρειαστούν ενέργεια που θα πρέπει να παραχθεί πρώτα.
Φυσικά, μας επηρεάζει όλους, όμως πρώτα από όλα το
κοινωνικό ζήτημα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να το επανεξετάσουμε:
"Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης των μεταπολεμικών ετών, όταν το πλεόνασμα διανεμόταν
από τα πλεονάσματα και η κοινωνική άνοδος ήταν η απάντηση στην ανισότητα, είναι
passé. Αυτός
είναι ο λόγος για τον οποίο όλες οι νοσταλγικές ιδέες για μία επιστροφή στα
πλούσια παλαιού τύπου χρόνια οδηγούν ad absurdum. Σε μια οικονομία που δεν αναπτύσσεται πλέον ή
αναπτύσσεται ελαφρώς – και τελευταία είναι αυτό που πραγματώνεται στις χώρες του
παγκοσμιοποιημένου Βορρά - χρειάζεται ριζική ανακατανομή. Το εάν και πώς να το
εφαρμόσουμε είναι εντελώς διαφορετικό.
Όμως όπου και να σταθείς, ακούς συζητήσεις αντί της
αναδιανομής, συζητήσεις που περιστρέφονται γύρω από την 'dolce vita'."[1]
Για να οδηγήσεις κάποιον με μια υποτιθέμενη
υποκειμενικά καλή ζωή, προς την νομιμοποίηση μιας λιγότερο υλικής ζωής, είναι ένα πολύ
προβληματικό ερέθισμα και αν . Όλο
και περισσότερο οι συζητήσεις για την
από-ανάπτυξη, αφορά τους ευτυχισμένους ανθρώπους στις φτωχότερες χώρες.
Εξετάζοντας όμως τις εντυπωσιακές ανισότητες σε αυτές τις χώρες, θα έπρεπε να
ρωτήσουμε: Ποια είναι η ελάχιστη ματεριαλιστική βάση για όλους? Τότε μόνο
μπορούμε να μιλήσουμε από κοινού για την "καλή ζωή" πέρα από μια καλή ζωή μόνο με
υλικούς πόρους.
Βιώνουμε ήδη, μια
δραστική ανακατανομή υπέρ του κεφαλαίου και εις βάρος του μισθολογικού
εισοδήματος. Αυτό συνδέεται με την αλλαγή του πρότυπου του κράτους πρόνοιας, το
οποίο στοχεύει πολύ λιγότερο στη δημιουργία ζήτησης μέσω της κοινωνικής
ασφάλισης, των εργασιακών προτύπων και της κοινωνικής πολιτικής, και πολύ
περισσότερο στην βελτίωση των συνθηκών παραγωγής και τροφοδοσίας των
επιχειρήσεων. Η νεοφιλελεύθερη ανασυγκρότηση δεν κατάφερε να αποκαταστήσει τους
παλιούς ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά δημιούργησε μια αναδιανομή των κερδών και
εισοδημάτων από κάτω προς τα πάνω, μέσω της δυνατότητας που έδωσε στη
κερδοσκοπία στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στη ελαστικοποίηση της αγοράς
εργασίας.
Σίγουρα πολλοί από εμάς φέρνουν σε συσχετισμό τα
οικονομικά αδιέξοδα με την στροφή του πληθυσμού προς τα δεξιά . Εν μέρει μπορεί να θεωρηθεί, -αλλά σε ελάχιστο
βαθμό- ότι έτσι είναι για την ερμηνεία της στροφή των ανθρώπων προς τα δεξιά,
ότι αυτοί που
έζησαν την οικονομική τους υποβάθμιση από τον καταιγισμό των νεοφιλελεύθερων
εργαλείων και μέτρων τους βλέπουμε και τους ακούμε να φωνάζουν τα συνθήματά
τους από τα δεξιά. «Όμως από την μια πλευρά, υπάρχουν οι ρατσιστικές, σεξιστικές θέσεις που
διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο. Αλλά και
ούτε ο
Donald Trump και
κάποια ακροδεξιά λαϊκίστικα κόμματα κριτικάρουν την πολιτική του νεοφιλελευθερισμού. Και όσον αφορά την
ανάπτυξη, οι σημερινοί αυξανόμενοι λαϊκιστές της αγοράς αναπτύσσονται μέσω των
τραπεζών. Το "κάνε την Αμερική πάλι μεγάλη" του Trump παίζει με την ιδέα της επιστροφής της χώρας στην
αναπτυξιακή έκρηξη του μεταπολεμικού βιομηχανικού καπιταλισμού, με την κεντρική
μορφή του λευκού ανδρός, βιομηχανικού εργάτη.
Ιστορικά μπορούμε να δούμε ότι για μεγάλη χρονική
περίοδο υπήρξαν άλλοι κοινωνικοί προβληματισμοί από το ταξικό
ζήτημα. Η εκ νέου ανακάλυψη του ταξικού ζητήματος δεν επιτρέπεται όμως να φέρει
σε δευτερεύουσα θέση τα προβλήματα του σεξισμού, του ρατσισμού ή του
σοβινισμού. .»[2]
Μπορεί η αριστερά και ότι έχει απομείνει από αυτή σε
πολιτειακή και πολιτική βάση να προσφέρει κάτι εδώ? Ο προσανατολισμός
της αριστεράς στην Ελλάδα προς μια εξωτερική
απομόνωση και μια εσωτερική τάχα μου δήθεν
αλληλεγγύη δεν μπορεί να είναι το μοντέλο που θα θέλουμε για να βγούμε από τον
ατέρμονα του φόβου και της τρομοκρατίας της κατάρρευσης μας σαν ταυτότητα και
οικονομική οντότητα. Αυτό είναι επί του παρόντος το πρόβλημα:
Οι αριστερές
δυνάμεις, με τις οποίες κάποιος θα μπορούσε να «συνεταιριστεί» ας πούμε για ένα
επιτυχημένο από-ανάπτυξη Project, στρέφουν την
προσοχή τους προς την
επανεθνικοποίηση του κοινωνικού ζητήματος και στοιχηματίζουν στην ανάπτυξη
ανελέητα. Το αποτέλεσμα θα είναι τόσο μια κοινωνική οπισθοδρόμηση των όποιων
εναπομεινάντων κοινωνικών εργατικών και πολιτισμικών κεκτημένων, όσο και μια
καταστροφή για το περιβάλλον.[3]
Παράλληλα, τουλάχιστον από την δική μου
πλευρά παρατηρώ, ότι από την μεριά των δυνάμεων της αειφόρου οικονομίας της
από-ανάπτυξης κλπ., υπάρχουν εκπληκτικές ιδέες αλλά δεν υπάρχουν πραγματικές
δυνάμεις και πραγματικές στρατηγικές για να τις υλοποιήσουν στα πλαίσια του κοινωνικού τους
αγώνα. Θεωρούν ότι οι στρατηγική είναι σύμπτωμα του καπιταλισμού και βρίσκονται
συνεχώς σε μια κατάσταση άμυνας απέναντι σε αυτούς που θέλουν να συνδέσουν λίγο
τον ρεαλισμό και την περιφερειακότητα τους. Αποσυντίθενται σιγά σιγά εν μέσω
χάους και
φυσικά χωρίς στόχους και σκοπούς, απλά και μόνο για να επανακτήσουν
ή να δημιουργήσουν μια νέα κοινωνική ταυτότητα ύπαρξης
και προπάντων να διαφοροποιηθούν από τη μάζα τόσο με τον τρόπο παραγωγής της
λιγοστής υπεραξίας που μπορούν να παράξουν όσο και με το outfit . Αν δεν
δεχτούν να το συζητήσουν επιτέλους και με
άλλους περισσότερο ρεαλιστές και στρατηγικά σκεπτόμενους ανθρώπους, θα
παραμείνουν πάντα ένα παράπλευρο ριζίδιο του εσωτερισμού και θα βλέπουν απλά από
μακριά όποιους κοινωνικούς
αγώνες μπορούν ακόμα να δουν χωρίς να μπορούν να είναι μέσα, όσο υπάρχουν ακόμα.