13 Οκτ 2019

Τρελοί είναι αυτοί που μπορούν ακόμα και το κάνουν, Κατάθλιψη και αυτοκτονίες του σημερινού κόσμου. Διάβασμα σε 3'


Τρελοί είναι αυτοί που μπορούν ακόμα
Κατάθλιψη και αυτοκτονίες μας συντροφεύουν συνεχώς στο σύγχρονο-μοντέρνο κόσμο μας. Όποιος δεν  μπορεί να προχωρήσει έτσι  όπως οφείλει, διορθώνεται από τα εργαλεία του συστήματος, αλλιώς μένει πίσω.

Konstantin Nowotny
Foto: Christopher Furlong/Getty Images

Την άνοιξη, η Λίζα  αποφάσισε να πεθάνει. Μερικές μέρες δεν μπορούσε να βγει από το κρεβάτι, φώναζε  συνέχεια, έκλαιγε πολύ. Κατάφερνε να  πάει στη δουλειά της, αλλά έβρισκε μπροστά της να περιβάλλεται από  μια εχθρική «συμπάθεια»: "Έχουμε πολύ κατανόηση για την κατάστασή σας", είπε ο προϊστάμενός της, "αλλά κάθε κατανόηση έχει όρια."  Έπρεπε κανονικά να καταλάβει: Κάθε μέρα αν έμενε στο σπίτι, τη δουλειά της θα έπρεπε να την κάνει κάποιος άλλος. Και αυτό τελικά ήταν άδικο.

Αυτό το κατανοούσε. Κούνησε καταφατικά φιλικά το κεφάλι της, ζήτησε συγγνώμη και βρήκε ολιγαρκή την επιβεβαίωση της απελπιστικής κατάστασής της, η οποία ήταν από καιρό ξεκάθαρη σε αυτήν. Πολύ περισσότερο έμεινε έκπληκτη που η θεραπεύτριά της διαφώνησε, όταν διατύπωσε αυτό που σκέφτηκε που ήταν λογικό: «Είμαι εμπόδιο σε όλους». Η θεραπεύτρια καθησύχασε και άλλαξε αντικείμενο συζήτησης.  Γιατί πιστεύεις ότι εισαι τόσο θλιμμένη; ρώτησε η θεραπεύτρια. «Δεν είμαι θλιμμένη», απάντησε η Λίζα, «είμαι η ίδια η θλίψη».

Κάπου εδώ κοντά πρέπει να είναι η λεγόμενη  Παγκόσμια Ημέρα για την Ψυχική Υγεία - μια ημέρα δράσης της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας - και είναι αφιερωμένη στην πρόληψη της αυτοκτονίας. Αν και το ποσοστό αυτοκτονιών σε πολλές χώρες του κόσμου μειώνεται, ωστόσο: κάθε 40 δευτερόλεπτα ένα άτομο πεθαίνει αυτοχείρως. Μεταξύ των ατόμων ηλικίας 15 έως 29 ετών, η αυτοκτονία είναι η δεύτερη πιο συνηθισμένη αιτία θανάτου παγκοσμίως μετά από τα τροχαία ατυχήματα. Περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν από αυτό από  ότι από πόλεμο και τρομοκρατία. Απέναντι στο εκτιμώμενο ένα εκατομμύριο αυτοκτονίες παγκοσμίως έχουμε είκοσι φορές περισσότερες προσπάθειες αυτοκτονίας.

Το Ίδρυμα Αρωγής κατά της Κατάθλιψης (Γερμανία) σημειώνει, ότι στο 90% των περιπτώσεων αυτοκτονίας προηγείται μια ψυχική ασθένεια, σε περισσότερες από τις μισές περιπτώσεις είναι η κατάθλιψη. Υπάρχουν ακόμα πολλές λανθασμένες γνώσεις η/και ημιμάθεια σχετικά με την ασθένεια. Ο στιγματισμός αυτών  των ατόμων ως τρελοί, άρρωστοι, παράλογοι συχνά συμβάλλει στην επιδείνωση της κατάστασής τους. Βοηθά όμως την υπόλοιπη κοινωνία να αισθάνεται στη σωστή, πραγματική, και λειτουργική πλευρά της κοινωνίας. Ειδικά στα βιομηχανικά έθνη. Ποιος θα είναι λυπημένος στον παράδεισο;!

Αυτή η αφελής αξιολόγηση βασίζεται σε μια πλάνη. Οι καταθλιπτικοί άνθρωποι δεν είναι απλώς λυπημένοι, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν ακόμη και να είναι ευχαριστημένοι. Αυτό που είπε η Λίζα ήταν ακριβώς το ίδιο με αυτό που ένοιωθε και αντιλαμβανόταν. Εκεί όπου εξέφραζε τις σκέψεις της, οι άνθρωποι γύριζαν τη πλάτη τους. Ήταν άχρηστη για δουλειά. Οι φίλοι της τη φοβούνταν όλο και περισσότερο όταν ήταν σε καλή κατάσταση και  έλεγε, ότι ήθελε να πεθάνει, με τέτοιο τρόπο σαν να έκανε αύριο μια μετακόμιση . Ότι δεν είναι χρήσιμη σε κανένα εάν απλά βρίσκεται στο κρεβάτι βλέποντας ταινίες, ακούγοντας μουσική ή απλά δεν κάνει τίποτα. Είναι λάθος, αν αισθάνεται ότι είναι αναλώσιμη, άχρηστη; Μήπως δε  σκέφτεται το αφεντικό της να την αλλάξει και να πάρει άλλη στη δουλειά; Δεν είναι αλήθεια ότι η κατάστασή της μπλοκάρει τη καπιταλιστική μηχανή, με την οποία η Liza δεν δύναται να επικοινωνήσει να συνδεθεί, πραγματικά;

Όχι δάκρυα στο παράδεισο
Ακόμα και η γνώση μας δεν προστατεύει από τη δυναμική των δικών μας σκέψεων. Ο βρετανός συγγραφέας Mark Fisher, ο ίδιος για χρόνια καταθλιπτικός, περιέγραψε την κατάστασή του ως «εσωτερική έκφραση πραγματικών κοινωνικών δυνάμεων». Παρόλο που ο σκληρός κριτικός του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού βρήκε κάποια ευθύνη για την κατάσταση τους έξω από τον εαυτό του - κάτι που πολλοί καταθλιπτικοί άνθρωποι αποτυγχάνουν να πράξουν – έχασε τον αγώνα κατά της αρνητικότητας του και αυτοκτόνησε το 2017. Ένα από τα πιο γνωστά βιβλία του ονομάζεται ‘καπιταλιστικός ρεαλισμός’. Ως χαρακτηριστικό αυτού του οικονομικού συστήματος, το οποίο τελικά εκδηλώθηκε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το ονόμασε την ‘έλλειψη εναλλακτικών λύσεων’. Αυτή η απουσία εναλλακτικών λύσεων έχει μια εντυπωσιακή ομοιότητα με την απελπισία, η οποία όχι μόνο γίνεται αντιληπτή από τους καταθλιπτικούς αλλά τους σπρώχνει και στην τελευταία λύση.

Την κοινωνική παρεξήγηση της κατάθλιψης την ακολουθεί μια κλινική. Η σύγχρονη ψυχολογία αναζητά τα αίτια της βιοχημικής δυσλειτουργίας στον εγκέφαλο ή στις τραυματικές εμπειρίες που μπορούν να οδηγήσουν σε παραμορφωμένη αντίληψη και παράλογα συμπεράσματα. Παρόλο που υπάρχουν ενδείξεις ότι η κατάθλιψη είναι κληρονομική, η έλλειψη σεροτονίνης δεν είναι ο μόνος αιτιολογικός παράγοντας. Ήδη από το 2011, τα Ηνωμένα Έθνη αναγνώρισαν θεωρούν, ότι οι «κυρίαρχη βιοϊατρική εξήγηση της κατάθλιψης» βασίστηκε στην «στρέβλωση  και την επιλεκτική χρήση των αποτελεσμάτων της έρευνας» μέχρι σήμερα και  που πρέπει να «σταματήσουν». Θα πρέπει να μετατοπιστεί η εστίαση της ε΄ρευνας από τις "χημικές ανισορροπίες" στις "ανισορροπίες εξουσίας".

Οι κοινές μέθοδοι κατανοούν την αρνητική σκέψη των ατόμων που επηρεάζονται ως μια δυσάρεστη μαθησιακή συμπεριφορά που μπορεί να την ξεχάσεις πάλι. Στη ψυχοθεραπεία, η λεγόμενη γνωστική behavioral therapy θεωρείται εξαιρετικά αποτελεσματική κατά της κατάθλιψης, ειδικά σε συνδυασμό με αντικαταθλιπτικά. Σε αυτή τη θεραπεία συζήτησης, ο ασθενής μαθαίνει να προσαρμόζει την αντίληψη και τη συμπεριφορά του για να γίνει πάλι λειτουργικό μέλος της κοινωνίας. Τα λανθασμένα και ενοχοποιητικά συμπεράσματα πρέπει να επαναερμηνευθούν ως "ρεαλιστικές γνωστικές καταστάσεις". 

Αλλά τι θα συμβεί αν η πραγματικότητα σε μια κατάσταση νηφάλιας γνωστικότητας δεν θα οδηγήσει σε θετικά συμπεράσματα; Το γεγονός ότι ο σύγχρονος κόσμος είναι τόσο καλός όσο απαιτείται για να υπάρξεις, απαιτεί σημαντική ερμηνεία για κάποιους. "Η κατάστασή σας δεν είναι αδιέξοδη, μπορείτε να την αλλάξετε", λέει η θεραπεύτρια της Λίζα. "Ω ναι;", λέει η Λίζα, και προσπαθεί να φανταστεί πώς αποσύρεται μετά από 40 χρόνια συνεισφοράς. Σκέφτεται τους "υγιείς" που παλεύουν τα δύο τρίτα της μέρας τους. Εκείνοι που συμπιέζουν το χρόνο ενδιαμέσως την ημέρα  με μία γιόγκα, μια ερωτική σχέση και μια μπύρα μετά την εργασία. Αυτοί που βλέπουν τους συνεργάτες τους πιο συχνά από το δικό τους παιδί και θεωρούν ότι είναι φυσιολογικό ή τουλάχιστον δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Θεωρεί την εκτίμησή της αρκετά ρεαλιστική: "Δεν μπορώ να το κάνω αυτό και εγώ δεν θα μπορέσω ποτέ να το κάνω." Η θεραπεύτρια της νεύει και σημειώνει: παράλογη καταστροφική, δυσλειτουργική.

Ο οίκτος σταματά την κανονική  λειτουργία της επιχείρησης
Δεν γνωρίζουμε δεν είναι ξεκάθαρο, εάν περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν σήμερα από την κατάθλιψη παρά ποτέ, αλλά η περιγραφή  της ασθενείας λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας αυξάνεται. Οι εργοδότες και οι ασφαλιστικές εταιρείες υγείας ήδη γκρινιάζουν και βλέπουν μια επείγουσα ανάγκη για δράση:

Οι καταθλιπτικοί κοστίζουν πάρα πολύ, και οι νεκροί δεν πληρώνουν φόρους.

Οι αδύναμοι εξακολουθούν να μην είναι αναλώσιμοι. Για δεκαετίες, η δυτική κοινωνία αναπτύσσει συνεχώς τεχνολογίες που διευκολύνουν τη ζωή, με την οποία οι άνθρωποι μπορούν να αποκτήσουν πολύ περισσότερο πλούτο, συνήθως υλικά της καθημερινότητας, με όλο και λιγότερη εργατική δύναμη. Η εργασία όμως δεν φαίνεται να μειώνεται. Αντίθετα, στον άκρως βιομηχανικό καπιταλισμό όσοι είναι δύσκολο να καμφτούν πρέπει τουλάχιστον να «ανακαλύψουν» τα δυνατά σημεία της απόκλισης τους. [Την επιδεξιότητά τους.] Αυτό λειτουργεί σε ορισμένες μορφές αυτισμού – όπως εκατοντάδες χιλιάδες ψυχίατροι της καρέκλας και εκ μακρόθεν αναλυτές  της Γκρέτα Thunberg  έχουν συμφωνήσει - και φυσικά στα πλαίσια της  νευρομόδας σήμερα:

ο ναρκισσισμός που αν και είναι μια αναγνωρισμένη διαταραχή της προσωπικότητας, σπάνια όμως αντιμετωπίζεται, διότι σε όλες του σχεδόν τελικά τις εκφράσεις είναι εξαιρετικά σύμφωνες με τις καπιταλιστικές αξίες.

Αυτοί [οι ασθενείς οι νάρκισσοι], σπάνια βλέπουν την ανάγκη για κάνουν κάτι, αυτοί περνούν καλά. Η συχνά αδίστακτη συμπεριφορά τους και η ανικανότητά τους για συναίσθημα και η έλλειψη ενσυναίσθησης μπορούν να τους πάνε μακρυά. Η συμπόνια και το ενδιαφέρον για τον διπλανό, ωστόσο, εμποδίζουν να λειτουργήσει σωστά η επιχείρηση.

«Πρέπει να φύγω», είπε στη φίλη της ένα βράδυ. "Σίγουρα, πρέπει να σηκωθείς αύριο πρωί." Η Λίζα έκλεισε την πόρτα πίσω της και αναρωτήθηκε πώς θα μπορούσε να εξαφανιστεί χωρίς να έχει κανείς πολλά προβλήματα, χωρίς να χρειάζεται κάποιος να καθαρίσει πίσω της ή ακόμα και ότι ο θάνατός της θα κόστιζε σε κάποιους χρήματα. Για πρώτη φορά μετά από αρκετό διάστημα, ξεκαθάρισε μέσα της. Συγκέντρωσε τα πράγματα, τα τακτοποίησε σε κουτιά έτσι ώστε οι γονείς της, οι φίλοι και οι γνωστοί της να  μη χρειάζεται να κουραστούν όταν αδειάσουν το διαμέρισμά της. Θα πρέπει και αυτοί μετά  να σηκωθούν νωρίς για δουλειά, και για την απομάκρυνση των υλικών πραγμάτων ενός ατόμου όταν ήταν εν ζωή, δεν υπάρχει ειδική άδεια, στην καλύτερη περίπτωση μια αναρρωτική άδεια.

Στη συνέχεια αποφασίζει να μην το αφήσει να συμβεί εκείνο το βράδυ. Η φίλη της γράφει της διατριβή της και βρίσκεται στην αγχωτική τελική φάση. Η Λίζα δεν θέλει να είναι ο λόγος που δεν μπορεί να τη τελειώσει. Ως εκ τούτου, ακούει ακόμα εθελοντικά τους δαίμονες για μερικές ακόμη νύχτες, που της ψιθυρίζοντας στο αυτί ότι είναι άνευ αξίας και θα έπρεπε να είχε εγκαταλείψει το κόσμο τώρα και πολύ καιρό.

Το βράδυ παρακολουθεί ντοκιμαντέρ για έναν πλούσιο επιχειρηματία μεσίτη. Ερωτηθείς για τη νομιμότητα του πλούτου του, υπερασπίζεται τον εαυτό του: «Μέσα σε τριάντα χρόνια, μόνο τρεις φορές δεν έχω έρθει να δουλέψω λόγω αρρώστιας. Όταν είχα δισκοκήλη πήγαινα στη δουλειά. Όταν είχα 40 πυρετό ήμουν στη δουλειά. Και αν  η γυναίκα μου έκανε θόρυβο και δεν μπορούσα να κοιμηθώ, πάλι στη δουλειά ήμουν. " "Τόσο τρελή" σκέφτεται η Λίζα, "δεν είμαι εγω".






Ετικέτες