Ερευνητές φώτορυπανσης: Αποδεδειγμένα δοκιμασμένα φώτα οδικών αξόνων και δημόσιων χώρων είναι καλύτερα για άνθρωπο και περιβάλλον.
Επιστήμονες από τη Γερμανία και αρκετές χώρες της ΕΕ προειδοποιούν για τις συνέπειες του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού νυχτερινών σημείων φωτισμού από τα συστήματα φωτισμού σε πόλεις και δήμους. Αρκετά χρόνια έρευνας έχουν δείξει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στο οικοσύστημα, ακόμη και με φώτα σε πολύ χαμηλές εντάσεις, οι οποίες μπορεί να προσκαλεστούν μέσω διάχυσης και μέσα από τις καμπάνες των φωτιστικών στην ατμόσφαιρα, ακόμα και σε αρκετά χιλιόμετρα απόσταση από τους δήμους. Έχουν ήδη επηρεαστεί φυτά καθώς και όλοι οι παράγοντες του κύκλου των τροφίμων - από μικροοργανισμούς ζωτικής σημασίας για την ποιότητα του νερού σε στάσιμα και ρέοντα ύδατα, έντομα έως και πτηνά και κατ’ επέκταση το ίδιο προβλέπεται και για τον άνθρωπο.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ερευνητές ζητούν μια ταχεία, μόνιμη αναστροφή της γενικότερης τάσης ηλεκτροφωτισμού στου δρόμους και δημόσιους χώρους: Μια γενική μείωση του εκπεμπόμενου φωτός. Για το σκοπό αυτό, μπορεί για παράδειγμα, να χρησιμοποιηθεί ένας έλεγχος του φωτισμού του δρόμου σε διασταυρώσεις που αργά το βράδυ έχει λίγη κυκλοφορία. Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στην ομοιομορφία του φωτισμού τόσο στην κανονική λειτουργία όσο και μετά την μείωση του, προκειμένου να φωτιστούν ακόμη και οι λίγοι χρήστες χωρίς διακοπή.
Η κ. Δρ. Sybille Schroer, επιστήμονας στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Οικολογίας και αλιείας κλειστών θαλασσών και ποταμών του Leibniz, τονίζει επίσης την σημαντική επιρροή που έχει η με την τεχνολογία συσχετισμένη διαφορετική σύνθεση του χρωματικού φάσματος στα διαφορετικά είδη φωτιστικών συστημάτων για τη χλωρίδα και την πανίδα. Ως μειονέκτημα για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, ειδικά σε σύγχρονες λάμπες όπως αυτές της τεχνολογίας LED είναι το σχετικά υψηλό περιεχόμενο μπλε φωτός που εκπέμπουν. Η κ. Schroer, η οποία συντόνισε ένα πολυετές γερμανικό ερευνητικό έργο με τίτλο «Η απώλεια της νύχτας» για τις επιπτώσεις του τεχνητού φωτισμού στο περιβάλλον, τη φύση και τον άνθρωπο και σήμερα συνεχίζει να συνεργάζεται σε projects και σε επίπεδο ΕΕ, σχετικά με την ρύπανση του ηλεκτρικού φωτός, υπογράμμισε τα οφέλη της σύγχρονης τεχνολογίας, με ανθεκτικούς λαμπτήρες Νατρίου υψηλής πίεσης (NAV). Οι ευρέως διαδεδομένες εδώ και δεκαετίες, αναπτύχθηκε περαιτέρω από πολλούς Γερμανούς κατασκευαστές σε ένα διαρκές προϊόν υψηλής τεχνολογίας. Οι ΝΑV λαμπτήρες έχουν ελαφρώς υψηλότερες απώλειες διάχυσης φωτεινότητας και μια ελαφρώς χαμηλότερη ενεργειακή απόδοση από ό, τι σήμερα τα μαζικά προωθούμενα συστήματα LED. "Ωστόσο, σε αντίθεση με τα LED, το φως NAV χαρακτηρίζεται από χαμηλά μπλε και υψηλά κίτρινο-κόκκινα φασματικά στοιχεία, από τα οποία επηρεάζονται λιγότερο τα ανώτερα σπονδυλωτά.
Η κ. Δρ. Sybille Schroer, επιστήμονας στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Οικολογίας και αλιείας κλειστών θαλασσών και ποταμών του Leibniz, τονίζει επίσης την σημαντική επιρροή που έχει η με την τεχνολογία συσχετισμένη διαφορετική σύνθεση του χρωματικού φάσματος στα διαφορετικά είδη φωτιστικών συστημάτων για τη χλωρίδα και την πανίδα. Ως μειονέκτημα για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, ειδικά σε σύγχρονες λάμπες όπως αυτές της τεχνολογίας LED είναι το σχετικά υψηλό περιεχόμενο μπλε φωτός που εκπέμπουν. Η κ. Schroer, η οποία συντόνισε ένα πολυετές γερμανικό ερευνητικό έργο με τίτλο «Η απώλεια της νύχτας» για τις επιπτώσεις του τεχνητού φωτισμού στο περιβάλλον, τη φύση και τον άνθρωπο και σήμερα συνεχίζει να συνεργάζεται σε projects και σε επίπεδο ΕΕ, σχετικά με την ρύπανση του ηλεκτρικού φωτός, υπογράμμισε τα οφέλη της σύγχρονης τεχνολογίας, με ανθεκτικούς λαμπτήρες Νατρίου υψηλής πίεσης (NAV). Οι ευρέως διαδεδομένες εδώ και δεκαετίες, αναπτύχθηκε περαιτέρω από πολλούς Γερμανούς κατασκευαστές σε ένα διαρκές προϊόν υψηλής τεχνολογίας. Οι ΝΑV λαμπτήρες έχουν ελαφρώς υψηλότερες απώλειες διάχυσης φωτεινότητας και μια ελαφρώς χαμηλότερη ενεργειακή απόδοση από ό, τι σήμερα τα μαζικά προωθούμενα συστήματα LED. "Ωστόσο, σε αντίθεση με τα LED, το φως NAV χαρακτηρίζεται από χαμηλά μπλε και υψηλά κίτρινο-κόκκινα φασματικά στοιχεία, από τα οποία επηρεάζονται λιγότερο τα ανώτερα σπονδυλωτά.