"‘Ίδιον’-βάλλον", η ενηλικίωση του βολέματος και πως η
μετανεωτερική 'νεοαριστερά' διάβρωσε έστω και αυτό το κοινωνικό αφήγημα της φιλελεύθερης δικαιοσύνης.
[υπερβολικός,
υπερκαταναλωτικός, υπερκινητικός, υπερευαίσθητος, υπέρβαρος]
Πως η
εγκράτεια, η επάρκεια, η αμοιβαιότητα και η ευγένεια πεθαίνουν ή πέθαναν(?) στο βωμό της
προβολής της κουλτουραλιστικής ταυτότητας του ατόμου.
Και ξαφνικά ανακεφαλαιώνοντας
κάποιες μου σκέψεις και αισθανόμενος ίδιες ανησυχίες που τις βρίσκω καθημερινά
μπροστά μου σε διάφορες φάσεις ζωής, δεν με αφήνει ο πειρασμός να ξαναβάλω σε
τάξη συλλογισμούς μήπως και δε βγάλω άκρη για το τι συμβαίνει με την έξαρση του
ατομικισμού ή αλλιώς ιδιοποίηση και κατακερματισμού του κοινωνικού χώρου με
συνεχή αναπαραγωγή «ιδιωτών»(idiots). Παράλληλα βιώνουμε την μετεξέλιξη μιας αριστερής
παράταξης και κόμματος στη Ελλάδα σαν κόμμα ταυτότητας με σκοπό μάλλον να
καλύψουν το κενό απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των δεξιών και άκρα
δεξιών πολιτικών.
Καθημερινά
συναντιόμαστε σε συζητήσεις με άλλους με διαφορετική ακόμα και πολιτική και θέση
κουλτούρας από εμάς -για να υπάρξει διάλογος γενικότερα- σε ένα ΚΟΙΝΟ σημείο το οποίο
αναφέρεται και περιστρέφεται στο ότι τα άτομα δεν μπορούν να ξεφύγουν από ότι
έχει σχέση μόνο με το ΕΓΩ, το ΙΔΙΟΝ και το ΜΟΥ που μου αναφέρει επιμόνως μια
φίλη τελευταία.
Τι είναι αυτό που
δεν αφήνει το υποκείμενο να στραφεί στην ιδιότητα και την δυναμική του
αντικειμένου και να δει έναν πραγματικό κόσμο και όχι αυτόν που τον συμφέρει
μόνο για να παραμείνει μακριά από τα κοινωνικά δρώμενα με στόχο την ίδια την
ευχαρίστηση και μόνο, προβάλλοντας μόνο μια επιθυμητή ταυτότητα που ίσως να
είναι και ανέφικτη για το συγκεκριμένο άτομο. Αυτή η προσέγγιση του ατόμου που
βλέπω εγώ μπροστά μου ακυρώνει το αίσθημα της Δημοκρατίας από τη βάση της, καθώς
η δημοκρατία βασίζεται στην αρχή ότι όλοι ενδιαφέρονται για ό,τι αφορά όλους.
Πως συνδέεται αυτός
ο ναρκισσισμός και η νηπιοποίηση του οδηγούμενου ατόμου και όχι του οδηγού, το παιδαριώδες του ατόμου που δεν τον αφήνει να δει πέρα από
την μπαλίτσα του, πέρα από το παιχνίδι του για το οποίο και ανησυχεί?
Όσο οι άνθρωποι εκπαιδεύονται όλο και περισσότερο μέσω της νηπιοποίησης
τους[i]
να ενδιαφέρονται μόνο για ό,τι τους
αφορά προσωπικά, τότε παύουν να είναι πολιτικοί πολίτες, έξυπνοι πολίτες, και
γίνονται απλοί αστοί, Bourgeois - ή, όπως
αποκαλούνταν στην αρχαία Ελλάδα όσοι ασχολούνταν μόνο με τα δικά τους
συμφέροντα: ιδιώτες(idiots)-ηλίθιοι.
Αλλά ακόμα και
σήμερα η λογική των pass της
σημερινής κυβέρνησης οδηγεί προς νήπια «άτομα» ή ηλιθίους, αν το σκεφτεί κανείς
βαθύτερα.
Προκειμένου λοιπόν
να αντιμετωπίσουμε ό,τι επηρεάζει και επιδρά αρνητικά σε όλους –όπως π.χ. η αυξανόμενη αποδημοκρατικοποίηση και η
λεγόμενη αποβλάκωση εντός της χώρας μας –
πρέπει να είμαστε σε θέση να παραμερίσουμε τις προσωπικές σας ανησυχίες και να
ενώσουμε τις δυνάμεις μας με άλλους, ναι που ίσως να έχουμε και εντελώς
διαφορετικές ανησυχίες κοινού.
Πως το φαντάζεται
προσωπικά ο συντάξας ? Θα έλεγα δύσκολα μεν, αλλά βάζοντας μια προϋπόθεση μόνο,
κρατώντας τον προσωπικό μου θυμό χαμηλά και μικρό είμαι σε θέση να θυμώσω
γενικότερα και ειδικότερα με διάφορα, ιδιαίτερα όμως για αυτό που με κρατά καταπιεστικά
μικρό σαν μέρος του κοινωνικού συνόλου.
Θα μπορούσε μια
τέτοια συμπεριφορά να ξεκινήσει πολύ απλά από κάτι που δεν θίγει οπωσδήποτε το
προσωπικό μας ΕΙΝΑΙ, αλλά να πει κάτι άλλο,
«δηλαδή, αυτό που συμβαίνει είναι μια αναίδεια, κανονικά θα έπρεπε να εκνευριστεί
κανείς γι' αυτό».
Αντ’ αυτού έχουμε
ολοένα και συχνότερα και περισσότερους στην δημόσια σφαίρα, εκφραζόμενοι με τον
λεγόμενο «τρυφερό λόγο», τον λεγόμενο
πλέον σωστό λόγο που έχει αντικαταστήσει μια πολιτική λόγου που στοχεύει στην
κοινωνική δικαιοσύνη. Δείτε τα προγράμματα της τηλεόρασης και κρίνετε, χρόνια
τώρα[ii].
Από την εποχή της
Thatcher αρχές του ’80 η Σοσιαλδημοκρατία στα καπιταλιστικά
Δυτικά κράτη δεν είχε το τρόπο να ασκήσει σοσιαλοδημοκρατική οικονομική πολιτική,
όπως π.χ. αυτή που καθοδηγούταν από τα αξιώματα
της πολιτικής του John Maynard Keynes , η οποία από τα μεταπολεμικά έτη προσανατολιζόταν και φρόντιζε για αύξηση
της ευημερίας και της ισότητας στην κοινωνία στα πλαίσια ενός φιλελευθερισμού. Στις πιέσεις του σοκ των Reagan και Thatcher και των νεοφιλελεύθερων ψιθυριστών τους
δεν μπόρεσαν οι σοσιαλοδημοκράτες να αντιπαραθέσουν κάτι άλλο, βιώσιμα
ανταγωνιστικό, παρά να εφαρμόσουν και αυτοί
νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας και να υποτάξουν πλέον τομείς όπως η
υγεία, οι υποδομές, οι συνταξιοδοτικές παροχές και η εκπαίδευση όλο και
περισσότερο σε ιδιωτικά επιχειρηματικά πρότυπα.
Πως θα μπορούσαν να
διαφοροποιηθούν όμως οι «αριστεροί» σοσιαλδημοκράτες από τους νεοφιλελεύθερους προπαγανδιστές?
Πολιτισμικοποίησαν τα πολιτικά προβλήματα. Από εκεί και πέρα, η πολιτική ήταν και είναι κυρίως
σύμβολα για τους οδηγούμενους και τα νήπια.
Βασική αρχή της μετανεωτερικής
νεοφιλελεύθερης προπαγάνδας: κάθε ανισότητα βασίζεται αποκλειστικά στις διακρίσεις. Είναι μια
προκατάληψη που μπορεί να ξεπεραστεί μόνο με φιλελεύθερες συμπεριφορές·
και όχι να προσεγγιστεί σαν αποτέλεσμα των άκαμπτων ή ακόμη και αρτηριοσκληρομένων
σχέσεων ιδιοκτησίας. Η αντωνυμία «μου» είναι το κατηγορηματικό με το οποίο
προσπαθεί το κάθε άτομο να προσδιορίσει την ταυτότητα του. Όλα γυρίζουν γύρω
από το «μου».
Αντίθετα, αυτό
που πρέπει να αναγνωριστεί είναι ότι οι πολιτικές ταυτότητας δεν βοηθούν καν
τις ομάδες ταυτότητας. Ακριβώς για να κάνουμε κάτι γι' αυτούς είναι απαραίτητο
να αλλάξουμε κάτι σε ένα άλλο επίπεδο – αυτό της ταξικής ανισότητας. Αλλά αυτό
ακριβώς είναι που οι πολιτικές ταυτότητας εμποδίζουν.
Φυσικά και έτσι
είναι! Η λεγόμενη κουλτουραλιστική ή
πολιτισμικοποιημένη αριστερά είναι ο δικαιούχος αυτής της νεοφιλελεύθερης
ιδεολογίας. Με το συμπάθιο δηλαδή αλλά μέσα σε όλο αυτό το φάσμα της
πολιτισμικοποίησης, δημιουργεί διάκριση για τον
εαυτό της. Και όσο κι αν ισχυρίζεται
ότι έχει επίγνωση των τρωτών σημείων, είναι γενναιόδωρη όταν πρόκειται να
προσβάλει τους ανθρώπους που διαφωνούν μαζί της και, αν είναι δυνατόν, να τους
χαρακτηρίσει ως απάνθρωπους του διαμετρήματος των ρατσιστών, των σεξιστών, των
ηλικιωμένων λευκών ανδρών ή άλλων «αξιοθρήνητων».
Μια πιο
προσεκτική ματιά στην προβληματική των πολιτικών ταυτότητας αποκαλύπτει
διαφορές: η «αριστερή» θέση δηλώνει ότι οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει την ταξική
πάλη ενάντια στις διεκδικήσεις ίσων δικαιωμάτων και την καλή σύνταξη λόγω όλων
των τουαλετών των φύλων. Η «αστική» θέση είναι ότι τα χειραφετητικά σχέδια των
ομάδων που υφίστανται διακρίσεις έχουν «υπερπροβληθεί», γι' αυτό και τώρα
συμβαίνουν κουλτοουραλιστικές αναταραχές.
Αντίθετα, αυτό
που πρέπει να αναγνωριστεί είναι ότι οι πολιτικές ταυτότητας δεν βοηθούν καν
τις ομάδες ταυτότητας[iii].
Ακριβώς για να κάνουμε κάτι γι' αυτούς είναι απαραίτητο να αλλάξουμε κάτι σε
ένα άλλο επίπεδο – αυτό της ταξικής ανισότητας. Αλλά
αυτό ακριβώς είναι που οι πολιτικές ταυτότητας εμποδίζουν.
Μια
ερώτηση που πραγματικά απασχολεί το συντάξαντα
αλλά και πολλούς από εμάς είναι, αν είναι ακόμα δυνατό να
χρησιμοποιήσουμε τους όρους «αριστερός» εναντίον τοz «αστός» για να
περιγράψουμε πολιτικά κάτι με ουσιαστικό τρόπο και αν έχει νόημα να το κάνουμε
αυτό; [iv]
Μήπως δηλαδή
οφείλουμε να δοκιμάσουμε μια συμμαχία από αυτά τα δυο σχήματα? Από τη μία πλευρά, ο κοινός εχθρός τους είναι
η δεξιά, η οποία εργάζεται μαζικά για να καταστρέψει μια φωτισμένη δημόσια
σφαίρα, για παράδειγμα έναν δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα, καθώς και για να
διαλύσει μια δημοκρατική διάκριση των εξουσιών. Και από την άλλη πλευρά,
υπάρχει η πολιτισμική ψευδο-αριστερά, η οποία από την πλευρά της ζητά συνεχώς
απαγορεύσεις και θέλει να ανυψώσει κατηγορίες όπως τα προσωπικά συναισθήματα σε
νομικά πρότυπα.
Μια ιδιαίτερη πρόκληση είναι σαφώς ότι οι ανερχόμενοι αυταρχικοί παίζουν το
παιχνίδι που οι αριστεροί-φιλελεύθεροι θεωρούσαν δικό τους μετά το 1968, δηλαδή
αντιστρέφουν τις σχέσεις των θυμάτων. Από τη μία πλευρά, απελευθέρωση από την
αυταρχική ταλαιπωρία, από την άλλη, σωτηρία από τη φιλελεύθερη σύγχυση.[v]
Τώρα η εστίαση
είναι σχεδόν αποκλειστικά σε ζητήματα ταυτότητας, όλοι θέλουν να πουν ποιοι είναι και, πάνω απ' όλα, ποιοι δεν
είναι αλλά πότε δεν σκκέφτονυται το τιι θέλουν να είναι σε μερικά χρόνια.
Πως πρέπει να
συζητάμε τελικά μεταξύ μας? Ποια θα μπορούσε να ήταν η γλώσσα των ενηλίκων και
όχι των νηπίων, δηλαδή να μιλάμε με στόχο το κοινό καλό – χωρίς τις δικές της
ιδιαιτερότητες ή ευαισθησίες, προκειμένου να βρούμε το γενικό τόσο στον εαυτό μας
όσο και στον ομόλογό μας. Ένα
πράγμα δεν πρέπει να παραβλεφθεί εδώ: Στις τρέχουσες συζητήσεις, σε δημόσια σφαίρα
ακόμα και μια καρικατούρα ας πάρουμε το παράδειγμα της συχνά αντιπαραβάλλεται
με ένα προσωπικό συναίσθημα, για παράδειγμα θρησκευτικής φύσης, ή ένα προσωπικό
συναίσθημα, όπως μια παραβιασμένη οικειότητα. Αλλά αυτή είναι μια παραπλανητική
αντιπαράθεση. Υποβιβάζει γυναίκες ή μέλη μειονοτήτων
μόνο στα συναισθήματά τους. Με αυτόν τον τρόπο, μετατρέπονται σε απλές μηχανές
αισθήσεων που είναι ανίκανες για αντανακλαστική κρίση. Αλλά ο
καθένας, ανεξάρτητα από το πού προέρχεται και τι πιστεύει, μπορεί να κάνει
περισσότερα από το να αισθάνεται. Οι
αισθήσεις ως γνωστό ότι είναι το πιο παραπλανητικό πράγμα – και χρειάζονται το αντιπέρα
δέος – δεν θα προτιμούσα το αντίπαλο- τους, την κρίση, για να γίνουν βιώσιμες.
Γιατί υπάρχουν
κινήματα νέων ενάντια στην κλιματική αλλαγή αλλά κανένα κίνημα ενηλίκων? Η ανικανότητα και η παθητικότητα των ενηλίκων
διαφαίνεται και από την προσπάθεια τους να σπρώξουν το ρόλο της αντίδρασης
απέναντι στην κατανάλωση ορυκτών καυσίμων στους νέους και μόνο.
Παρόλο που οι
στόχοι του κινήματος είναι αναμφισβήτητα όλοι λογικοί και ώριμοι, δεν φταίνε τα
παιδιά που οι ενήλικες τους δίνουν το ρόλο να το υπερασπιστούν. Αφήνουμε τα παιδιά να πουν κάτι που εμείς οι ίδιοι
σκεφτόμαστε, αλλά δεν λέμε – γιατί αντίθετα μας ενδιαφέρει η διατήρηση των
θέσεων εργασίας και του βιοτικού επιπέδου, δηλαδή η συνέχιση του
υπερβολικού τρόπου ζωής μας. Το γεγονός
ότι αφήνουμε τα παιδιά να μας πουν τι σκεφτόμαστε για τον εαυτό μας αποδεικνύει
την παιδική μας ηλικία.
Τι παράδοξο
συμβαίνει σήμερα στο κόσμο που η αριστερά δεν μπορεί να ακολουθήσει με τον
αυτοεπιβαλλόμενο μετανεωτερισμό της? Από τη μία πλευρά, θέλουμε να διατηρήσουμε
τα κοινωνικά επιτεύγματα, αλλά μειώνονται επειδή ήταν προφανώς συνδεδεμένα με
την οικονομική ανάπτυξη. Και από την άλλη πλευρά, πρέπει να επιβραδύνουμε την
οικονομική ανάπτυξη ή να την αναδιαμορφώσουμε έτσι ώστε να μπορούμε ακόμα να
ζούμε στον πλανήτη.
«Έτσι, είτε εμείς
οι ίδιοι γινόμαστε όλο και περισσότερο οι δικές μας εκμεταλλευόμενες αποικίες
γεμάτες από τη λεγόμενη «Νέα Φτώχεια», είτε συνεχίζουμε να καταστρέφουμε το
περιβάλλον – ή κάνουμε και τα δύο ταυτόχρονα, όπως συμβαίνει ...
Και ενώ στη δεκαετία του 1970 μπορεί να φαινόταν ότι το γιγαντιαίο οικολογικό
έργο θα μπορούσε να ενώσει τους ανθρώπους, σήμερα είναι αρκετά προφανές ότι
στην πραγματικότητα απλώς τους διαιρεί περαιτέρω. Επομένως, δεν μπορούμε να
βασιζόμαστε άνετα στην αυξανόμενη συνειδητοποίηση της απειλούμενης φύσης, αλλά
πρέπει να εργαστούμε και να αγωνιστούμε για μια λύση με τη βοήθεια πολιτικών
θεσμών...»[Ρομπερτ Πφάλερ]
[i] [Διαδικασία με αποτέλεσμα κάποιος να
παραμένει ή να γίνεται ψυχικά εξαρτημένος]
[ii] Ο συντάξας αποστρέφεται την ελληνόγλωσση
τηλεόραση από το 2014
[iii] Ο Αμερικανός θεωρητικός του αντιρατσισμού
Adolph Reed αναφέρεται στο πρόβλημα ως εξής: Εάν δεν
υπάρχουν άνισες θέσεις – δηλαδή τάξεις – σε μια κοινωνία, τότε δεν μπορείτε να
κάνετε διακρίσεις εναντίον κανενός, ακόμα κι αν το θέλετε λόγω παλαιών
προκαταλήψεων. Εάν, από την άλλη πλευρά, κάποιος ασχολείται συνέχεια μόνο για
την πρόληψη των διακρίσεων, αλλά δεν κάνει τίποτα για την ταξική ανισότητα,
τότε στην καλύτερη περίπτωση επιτυγχάνει ότι όλες οι ομάδες της κοινωνίας
κατανέμονται ανάλογα με το μερίδιό τους σε μια ακόμη πολύ ιεραρχική κλίμακα.
[iv] «Υπάρχει μια κλασική και έντιμη
αστική θέση που συμπίπτει από πολλές απόψεις με εκείνη της αριστεράς: για
παράδειγμα, στο αίτημα για ισότητα ενώπιον του νόμου, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη
το άτομο. ή στην απαίτηση διατήρησης στοιχειωδών νομικών κανόνων, όπως το
τεκμήριο αθωότητας, για παράδειγμα στην περίπτωση ισχυρισμοί περί σεξουαλικής
παρενόχλησης, ακρόαση του κατηγορουμένου, δυνατότητα άσκησης έφεσης σε
περίπτωση καταδίκης κ.λπ. ή στο αίτημα για ελευθερία του λόγου και του Τύπου,
ελευθερία της τέχνης και της επιστήμης. Αυτά είναι αποφασιστικά επιτεύγματα
κυρίως αστικών επαναστάσεων και είναι επίσης αποφασιστικά για την αριστερά. Οι
συντηρητικοί και οι αριστεροί πρέπει να αναγνωρίσουν αυτές τις κοινές αξίες και
συμφέροντα και να τις υπερασπιστούν μαζί – όπως πιστεύω ότι αποτελεί σήμερα
παράδειγμα των περιοδικών Novo Argument ή Spiked.»
[v]
Το γεγονός ότι η δεξιά εκμεταλλεύεται τις ανοησίες της ψευτο-αριστεράς
και τώρα ασχολείται κυνικά με πολιτικές ταυτότητας για τις κυρίως αγροτικές και
προαστιακές εκλογικές της περιφέρειες είναι μόνο ένα μικρό και, κατά τη γνώμη
μου, υπερτιμημένο μέρος της επιτυχίας της.