Σόγια ανθεκτική στο Glyphosate: Ένα παράδειγμα παγκοσμιοποιημένου αγροτικού προϊόντος που διαπραγματεύεται στα χρηματιστήρια
THS05122017
Πέντε χρόνια χάριτος για το glyphosate
Η χρονική επέκταση της εφαρμογής του ζιζανιοκτόνου glyphosate στις καλλιέργειες που βρίσκονται στην Ευρώπη για τα επόμενα 5 χρόνια, εξακολουθεί να μην είναι πάρα πολύ βλαβερή για την υγεία μας, τη βιοποικιλότητα μας και τη φύση μας εδώ στην Ευρώπη. Τουλάχιστον όσο η εφαρμογή γίνεται σωστά και σχετικά με τις καλλιέργειες! Επί πλέον μια χρήση του ζιζανιοκτόνου λόγω μη έγκρισης καλλιεργειών με γενετικά τροποποιημένο γονιδιακό υλικό που είναι ανθεκτικό στο glyphosate εντός της ΕΕ δεν έχει και πολύ νόημα.
Τα πραγματικά επικίνδυνα κύρια μεγέθη της γεωργικής παραγωγής όπου χρησιμοποιείται το glyphosate έχουν προς το παρών σε άλλα μέρη του κόσμου, κάτι που δεν μέλει τους Ευρωπαίους. Όμως έρχεται από μια άλλη οδό στο πιάτο μας και στο οικοσύστημά μας, μέσω των ζωοτροφών και της κατανάλωσης του κρέατος που εκτρέφεται κατά 93% με ΓΤ-ζωοτροφές που περιέχουν μέσα σόγια. Οπότε ο κύκλος έκλεισε: Οι μακρινές σε ‘μας χώρες τη παραγωγή ΓΤΟ η Ευρώπη και ο Δυτικός κόσμος την κατανάλωση.
Σόγια: Μεγιστοποίηση του κέρδους ή μια οικολογική-κοινωνική οικονομία για τα παγκόσμια τρόφιμα;
Είναι πραγματική τελικά αυτή η αιώνια διαμάχη για μεγάλη συγκομιδή των προϊόντων, και φυσικά πάντα υπό το πρίσμα της εξασφάλισης της διατροφής του κόσμου στο πλανήτη; Είναι η μεγιστοποίηση των κερδών σε μια πλήρως βιομηχανοποιημένη και κεφαλαιοποιημένη γεωργία η πιο επιτυχημένη αρχή του κανόνα; Είναι η ιστορία του θαύματος της γενετικής μηχανικής παραγωγής σωστή; Η παραγωγή σόγιας μπορεί στη συνέχεια να χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα για την διερεύνηση άλλων καλλιεργειών από τα λεγόμενα «cash crops” στο διεθνές εμπόριο γεωργικών προϊόντων.
Το καλό ποιοτικό εμπόρευμα επικρατεί στην ελεύθερη παγκόσμια αγορά. Αυτό πρεσβεύει ο σωστός οικονομικός τρόπος σκέψης. Στη Βραζιλία και την Παραγουάη, οι γείτονες του Αμαζονίου με την υψηλότερη οικονομική ανάπτυξη στη Νότια Αμερική, αλλά και την υψηλότερη φτώχεια και τον αναλφαβητισμό, οι μικροϊδιοκτήτες και αγρότες συστηματικά διώκονται και δολοφονούνται στο βωμό αυτής της βασικής αρχή της αγοράς Καλλιέργειά σόγιας: ευλογία ή κατάρα Oxfam).
Ένα μικρό ποσοστό των μεγαλύτερων και πιο κερδοφόρων εκμεταλλεύσεων στις ΗΠΑ, στη Βραζιλία και στην Αργεντινή παράγουν το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος που εμπορεύεται στα παγκόσμια χρηματιστήρια. Οι ΗΠΑ περίπου 32%, Βραζιλία 31% και Αργεντινή 18%. Περισσότερο από το 90% του τζίρου το κάνει το γενετικώς τροποποιημένο προϊόν, που είναι ανθεκτικό στο ολικό ζιζανιοκτόνο όπως το Glyphosate (Roundup®)
Καλλιέργεια ΓΤ-σόγιαςΖωοτροφές, τρόφιμα, καύσιμα
Ειδικά με τη σόγια, κερδίζουν επίσης αρκετά καλά οι βιοκαλλιεργητές και οι αγρότες που δεν καλλιεργούν ΓΤ σόγια. Υπάρχει σημαντική διαφορά τιμής στη σημερινή καλλιέργεια με ΓΤΟ , η οποία και καταβάλλεται τόσο από τους έμπορους όσο και από τους καταναλωτές.
Με την έλευση της Gensojas μειώθηκαν φυσικά όμως και τα εδάφη για μια επαρκώς ασφαλή και αποδοτική βιολογική καλλιέργεια που δεν θα μπορεί να επιμολυνθεί. Οι αγρότες χωρίς ΓΤΟ και βιοκαλλιεργητές παράγουν κυρίως για την άμεση παραγωγή τροφίμων, ενώ οι συμβατικές και οι πιο μακρινοί γείτονές τους εργάζονται για τις νέες, παγκόσμιες αγορές πάχυνσης των ζώων και παραγωγής γάλακτος και επίσης για βίο-ντίζελ και Bio-Ethanol -βιοκαύσιμα.
Μονοκαλλιέργειες στη Λατινική Αμερική
Η σόγια είναι μία από τις παγκόσμιες καλλιέργειες με προϊόν που διαπραγματεύεται σε χρηματιστήρια, όπως επίσης το σιτάρι (χειμερινό σιτάρι) και το καλαμπόκι. Αυτό οφείλεται,
a) αφενός στη καλή δυνατότητα αποθήκευσης τους, γιατί έτσι έχουν και περισσότερες ευκαιρίες κερδοσκοπίας οι αγρότες και οι μεγαλέμποροι, από την ενδιάμεση αποθήκευση της σόγιας και του αλευριού σόγιας, και
b) από την άλλη πλευρά στην πλήρως τυποποιημένη παραγωγή της, με τη χρήση γενετικά τροποποιημένων σπόρων και φυσικά σε τεράστιες μονοκαλλιέργειες.
Ευρώπη: Περιθωριακή από άποψη της τεχνολογίας παραγωγής, από την άλλη οδηγός ανάπτυξης για την κατανάλωση
Η οικονομία που βασίζεται στη σόγια στο εξωτερικό έχει ασκήσει σημαντική πίεση στη βιομηχανία ζωοτροφών μικρής κλίμακας στην Ευρώπη. Μπιζέλια, λούπινα, κουκιά και η ντόπια παραγωγή σόγιας δεν είναι πραγματικά ανταγωνιστικά, παρά το γεγονός ότι η καλλιέργεια τους λαμβάνει χώρα στην Ευρώπη χωρίς ΓΤΟ , και μπορεί να επιτευχθεί με παρόμοιες αποδόσεις ανά εκτάριο, αλλά με χαμηλότερη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη (το σημαντικό διατροφικό στοιχείο για την εντατική εκτροφή των ζώων!).
Όπως και οι ΗΠΑ, ορισμένες χώρες της ΕΕ επιδοτούν την καλλιέργεια της σόγιας. Στη Βραζιλία, την Αργεντινή και την Παραγουάη τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα είναι οι ασυναγώνιστες χαμηλές τιμές της γης για τους μεγαλογαιοκτήμονες, το φθηνό εργατικό δυναμικό και οι πρακτικά ανύπαρκτες φορολογικές υποχρεώσεις (βλέπε «Paraquay στο θόρυβο σόγιας» Tagesspiegel). Η παραγωγή στη Νότια Αμερική είναι τώρα και αρκετά χρόνια πλήρως μηχανοποιημένη και προσαρμοσμένη στα ΓΤΟ είδη.
Στην Ευρώπη υπάρχει όμως κάτι παράξενο: Στην Ουκρανία, η ΓΤ- σόγια μπορεί να καλλιεργηθεί παράνομα σε μεγάλη κλίμακα, παρά την γενική απαγόρευση. Με άλλα λόγια, η ανίχνευσή της δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά, όταν στο 60% των δειγμάτων της εξαγόμενης σόγιας από Ουκρανία είναι από ΓΤ. Πολλά από αυτά μπορεί να προέρχονται από τις λεγόμενες "μαύρες ζώνες" της χώρας όπου, μέσω λόγω διαφθοράς, η γεωργία εκτελείται χωρίς κρατικούς ελέγχους.
Για να έχουμε μια ιδέα για τις διεθνείς διαστάσεις που έχει πάρει το όλο θέμα: Η συνολική παραγωγή σόγιας χωρίς ΓΤ της ΕΕ καλύπτει περίπου το 4% των κοινοτικών αναγκών σε ζωοτροφές. Το υπόλοιπο, 96%, εισάγεται … ως σόγια ΓΤ από τις ΗΠΑ, τη Βραζιλία, την Αργεντινή ...
Το μέγεθος της έκτασης μετράει
Μία από τις μεγαλύτερες φάρμες στο εξωτερικό, η Bom Futuro ( «Good Future»), στην επαρχία του Mato Grosso (Βραζιλία), παράγει σε περίπου σε 222.800 εκτάρια[1] ΓΤ - σόγια, σε 68.800 εκτάρια Βαμβάκι και σε 105.220 εκτάρια καλαμποκι. Αυτές οι απίστευτα μεγάλες περιοχές καλλιεργούνται εκπληκτικά από πολύ λίγους εργαζόμενους.
Η αναγκαστική αποψίλωση και δέσμευση του Αμαζονίου για καλλιέργειες γτ σόγιας στη Βραζιλία
Ο ιδιοκτήτης του Bom Futuro Farm, ERAI Maggi, ένας Βραζιλιάνος γεωργικός μεγιστάνας μπορεί να υπερηφανεύεται δικαίως ότι δεν έχει κόψει ούτε ένα δέντρο τροπικού δάσους. Η καλλιέργεια της παγκοσμίως εμπορευόμενης σόγιας του υλοποιείται σε πρώην βοσκότοπους σε εδάφη στεπών του «cerrado» τα οποία αγοράστηκαν από κτηνοτρόφους ή σε από ιδιοκτήτες μικρών γεωργικών εκτάσεων. Τι συνέβη όμως: Οι κτηνοτρόφοι και οι μικροί αγρότες μετανάστευσαν προς την κατεύθυνση του τροπικού δάσους κόβοντας τα υπόλοιπα τροπικά δένδρα και εκκαθαρίζοντας εδάφη για τη νέα γη που χρειαζόταν, αφού η βιομηχανία ξυλείας, είχε προηγουμένως εκμεταλλευτεί την καλύτερη ξυλεία από τα καλύτερα δένδρα στην διεθνή αγορά πωλώντας τα .( «Cerrado» της Βραζιλίας οι πιο «δυσπρόσιτες» στέπες, που κάποτε θεωρούνταν οι πλουσιότερες σαν βιο-οικοσύστημα σαβάνες στον κόσμο και σήμερα είναι οι μεγαλύτερες συνεκτικότερες, οργανωμένες σε παγκόσμιο επίπεδο περιοχές με βιομηχανίες μεταποίησης αγροτικών προϊόντων. ΒλέπεΕκμετάλλευση της σαβάνας της Βραζιλίας»).
Ο αδελφός του ERAI Maggis Blairo Maggi, επίσης, μεγαλογαιοκτήμονας και πρώην κυβερνήτης της πολιτείας του Mato Grosso, ο σημερινός υπουργό Γεωργίας της Βραζιλίας στη κυβέρνηση Temer που μαστίζεται από τη διαφθορά, ανταγωνίζεται με τον αδελφό του ποιός είναι ο βασιλιά της σόγιας. Οι δύο αγροτικές εταιρείες των αδελφών διαχειρίζονται τεράστιες εκμεταλλεύσεις.
Όπως η κυβέρνηση Trump, η οποία είναι υπέρ της οικονομική ανάπτυξης σε προστατευόμενες φυσικές περιοχές, η σημερινή κυβέρνηση της Βραζιλίας υποστηρίζει την άρση του καθεστώτος προστασίας των μεγάλων δασών και περιοχών σαβάνας, όπως το μέγεθος της περιοχής του Βελγίου. Συγχρόνως θέλει η κυβέρνηση να αντικαταστήσει τον αποτελεσματικό και μηντιακά δημόσια πολύ άβολο κρατικό έλεγχο μέσω αεροφωτογραφιών και δορυφορικών εικόνων του τροπικού δάσους και των οικοσυστημάτων με την ιδιωτική πρωτοβουλία και προσανατολίζεται σε συμβάσεις με ιδιώτες. Υπάλληλοι οι οποίοι προσπαθήσουν να αντισταθούν τους κακομεταχειρίζονται και τους μεταθέτουν σε άλλες περιοχές μακριά από τις οικογένειές τους. Εκτός αυτού ο προϋπολογισμός της συγκεκριμένης περιβαλλοντικής αρχής μειώθηκε σημαντικά.
Τυχαίες επιτυχίες του glyphosate και της εφαρμογής του
Είναι τελικά αλήθεια ότι η καλλιέργειας ΓΤ σόγιας με το κατάλληλο ολικό ζιζανιοκτόνο αυξάνουν το αποτέλεσμα της παραγωγής; Για να διευκρινιστεί αυτή η ερώτηση, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στη Βόρεια Αμερική.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εδώ και πολύ καιρό καταγράψει μοναδικά και συστηματικά τη γεωργική παραγωγή τους μέσω κυβερνητικών, ιδιωτικών και ακαδημαϊκών ιδρυμάτων. Μπορούν να τεκμηριώσουν εξειδικευμένα την καλλιέργεια των ΗΠΑ όλων των παγκοσμίως εμπορευόμενων προϊόντων και κατ’ επέκταση των ειδών καλλιεργειών και την αναγκαία χρήση σπόρων, καθώς και τη χρήση των διάφορων φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων. Φυσικά, αυτό ισχύει και για την καλλιέργεια σόγιας. Τα περισσότερα δεδομένα προέρχονται από την NASS (Εθνική Υπηρεσία Γεωργικών Στατιστικών), την EPA (Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος) και την USGS (Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ). Οι εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες ευθυγραμμίζονται σε γενικές γραμμές με την παγκόσμια τάση.
Το Glyphosate προέρχεται από τα εργαστήρια των «χρυσών» ετών του ‘50 της φαρμακευτικής βιομηχανίας του περασμένου αιώνα. Άχρηστο ως φάρμακο, έγινε γνωστό μετά το 1970 μόνο με τη συνολική ζιζανιοκτόνο δράση του. Μια τυχαία σύμπτωση! Ωστόσο, μόνο η ανάπτυξη των γενετικά τροποποιημένων σε Glyphosate ανθεκτικών καλλιεργειών στις αρχές της δεκαετίας του 1990 επέτρεψε τον παγκόσμιο θρίαμβό του.
Μέχρι το 1993/1994 χρησιμοποιήθηκε σχετικά λίγο Glyphosate στις ΗΠΑ και παγκοσμίως. Μέχρι αυτή τη περίοδο, το χαμηλής τοξικότητας συνολικό ζιζανιοκτόνο εκτόπισε μερικές δραστικές ουσίες με υψηλότερη τοξικότητα. Τώρα με την γενετική συνέβη το εξής. Οι καλλιέργειες έπρεπε να γίνουν ανθεκτικές στο ολικό ζιζανιοκτόνο και όλα τα άλλα φυτά να εξαφανίζονται από τον αγρό. Η εφαρμογή του ζιζανιοκτόνου επεκτάθηκε σε όλο τον ετήσιο κύκλο της αγροτικής παραγωγής. Οι αγρότες χρησιμοποίησαν π.χ. «Roundup Ready (R) (glyphosate)» πριν από τη σπορά, κατά τη διάρκεια της ανάπτυξη του φυτού, στην άνθιση, και μετά, για ταχύτερη «αφυδάτωση» των οργανικών υπολειμμάτων της συγκομιδής (Desiccant- ένθετο). Θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή, χωρίς χρονικό περιθώριο ανάπαυσης, να εναλλάξουν την καλλιέργεια με άλλες όπως αυτό του ΓΤ χειμερινού σιταριού. Εδώ ισχύουν οι γενικότεροι οικονομικοί νόμοι της ελεύθερης αγοράς, όπως στην ενέργεια, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, την ιατρική ή η τιμολόγηση της ψηφιακής επικοινωνίας: Όποιος καταναλώνει πολύ και αγοράζει περισσότερο, λαμβάνει γενναιόδωρες εκπτώσεις επί της τιμής του δέματος σιτηρών και των συσκευών θερισμού. Όποιος εφαρμόζει τυποποιημένες καλλιέργειες ΓΤΟ σε μεγάλη κλίμακα, γίνεται ευκολότερο γι’ αυτόν να πάρει πιστώσεις από τις γεωργικές και εμπορικές τράπεζες με ευνοϊκότερους όρους, και βρίσκει εύκολα διεθνείς επενδυτικές εταιρείες.
Στασιμότητα στην παραγωγή/μονάδα επιφάνειας γτ- σόγιας - με ταυτόχρονη υπερβολική εφαρμογή του Glyphosate
Από το έτος 1993 έως 2006/2007 περίπου, η καλλιέργεια γενετικά τροποποιημένης σόγιας αυξανόταν, και με αυτήν η εφαρμογή του Glyphosate. Μετά από μια πτώση της παραγωγής το 2007 τη ΓΤ-σόγια παρέμεινε μέχρι σήμερα στο υψηλού επίπεδο που είχε φτάσει αλλά η χρήση του Glyphosate σημείωνε περαιτέρω σημαντική άνοδο. Το Glyphosate είχε εκτοπίσει μέχρι τα έτη 2007/2008 εφαρμογές άλλων ζιζανιοκτόνων. Μετά ξεκίνησε πλέον ένα κύμα φυτοπροστασίας με φυτοφάρμακα, μερικές φορές ακόμη ποιο δυνατά και με τις παλαιότερες δραστικές δηλητηριώδεις ουσίες. Την ίδια στιγμή οι αγρότες σόγιας αύξαναν τον αριθμό των εφαρμογών με Glyphosate και τον ογκομετρικό ψεκασμό ανά εφαρμογή, και ενέτειναν τις προσπάθειές καταπολέμησης της προσβολής των φυτών σόγιας από κάμπιες και μύκητες. Τι είχε συμβεί;
Εάν υπήρχαν στη δεκαετία του 2000 στις ΗΠΑ μόνο 1-2 γνωστά ζιζάνια με αντοχή στο Glyphosate, το 2010 υπήρχαν ήδη 4-6 και 2014/2015 12, σε όλο το κόσμο πάνω από 30! Το G lyphosate έπρεπε να γίνει συνεπώς φθηνότερο και εφαρμόζονταν με αυξανόμενες ποσότητες. Επιπλέον, το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την δραστική ουσία τέλειωσε και υπήρχαν παγκόσμια, ιδιαίτερα στην Κίνα, πολλοί μιμητές στην αγορά. Το ολικό ζιζανιοκτόνο τελικά δεν συνέβαλε σημαντικά στην αύξηση της παραγωγής. Όσο παράδοξο και να ακούγεται: Η παραγωγή ΓΤ σόγιας/μονάδα επιφάνειας - όχι το σύνολο που αυξήθηκαν σημαντικά λόγω της σόγιας προοριζόμενη για την πάχυνση των ζώων και των καυσίμων - είναι 2016/2017 μόνο ελαφρώς υψηλότερη
Πηγή: Kampf um die chemische Keule ,13. Januar 2016, von Christine Chemnitz
σαν ποσότητα από ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1990 με τους συμβατικούς σπόρους. Αντί 35 έως 40 bushel/Acre, υπάρχουν επί του παρόντος 40 έως 43 bushel/acre[2]. Η μικρή διαφορά μπορεί να δικαιολογηθεί εύκολα με το πυκνό τρόπο σποράς (καλύτερη κάλυψη του εδάφους, μικρότερη απώλεια υγρασίας) και με τους εδαφικούς τρόπους γεωργικών πρακτικών (No-till farming- χωρίς όργωμα). Την ίδια στιγμή, ο αριθμός και η ποσότητά των ψεκασμών, ο αριθμός των φυτοφαρμάκων που χρησιμοποιούνται έφθασε σχεδόν στο ίδιο επίπεδο, το οποίο υπήρχε κατά μέσο όρο πριν από την εισαγωγή του των ΓΤ σπόρων- glyphosate. Ενω οι συνθήκες παραγωγής στις Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να είναι διαχειρίσιμες και ελεγχόμενες, αυτό δε ισχύει για τη Νότια Αμερική και την Αφρική ή την Ασία. Στην Αργεντινή, την Παραγουάη και τη Βραζιλία χρησιμοποιούνται σημαντικά περισσότερα ζιζανιοκτόνα /μονάδα επιφάνειας από ότι εφαρμόζονται στις ΗΠΑ. Αυτό γίνεται, π.χ. στη σόγια, 5- 7 ψεκασμοί σε ένα ενιαίο κύκλο ανάπτυξης, ενώ στις ΗΠΑ μέσο όρο δύο ψεκασμούς ( Charles M. Benbrook, «Τάσεις στην χρήση glyphosate ζιζανιοκτόνου στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε παγκόσμιο επίπεδο», 2016). Φυσικά θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ότι υπάρχει glyphosate και ο κύριος μεταβολήτης του ΑΜΡΑ (Aminomethyphosphonsäure) που συνδέεται με τον ίδιο γλουταμικό- υποδοχέα και έτσι γίνεται βιοενεργό, π.χ. επιδρά στο νευρικό σύστημα, και μολύνει τις καλλιέργειες και τα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα διατροφής, και συσσωρεύεται σε εδάφη και επιφανειακά ύδατα. Ακόμη και στη βροχή και τον αέρα των αμπελουργικών εκτάσεων εντοπίστηκαν οι δύο αυτές δραστικές ουσίες. Ότι ισχύει για την καλλιέργεια σόγιας, το ίδιο ισχύει και για τις άλλες βιομηχανικές μονοκαλλιέργειες ΓΤΟ.
Τι θα φέρει το μέλλον;
Η πορεία των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών είναι υπό έντονη αμφισβήτηση. Οι επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν ήταν τεράστιες. Η κυριαρχία της παγκόσμιας αγοράς στις ζωοτροφές και στις ενεργειακές καλλιέργειες αναπτύχθηκε μονοπωλιακά. Οι μεγάλοι στην αγορά δεν είναι αγρότες, αλλά πολυεθνικές εταιρείες, διεθνείς επενδυτές και οι επενδυτές οι οποίοι στηρίζονται σε ασφαλή, τυποποιημένα και εμπορικά αξιοποιήσιμα μέσω χρηματιστηρίου προϊόντα που εγγυώνται τα μεγαλύτερα κέρδη. Τα συνολικά ζιζανιοκτόνα όπως το glyphosate και το glufosinate είναι λιγότερο και λιγότερο ασφαλή, επειδή τώρα αναπτύσσονται αντιστάσεις γρηγορότερα. Το ίδιο συνέβη και την πράσινη επανάσταση το 1960 για να ταϊστεί όλος ο κόσμος του πλανήτη. Οι ουσίες δεν μπορούν πλέον να χρησιμοποιηθούν μόνες τους. Πρέπει να χρησιμοποιηθούν και πάλι με τη μορφή "κοκτέιλ" με άλλα προϊόντα φυτοπροστασίας και σε υψηλότερες δόσεις. Οι κυριότερες χώρες παραγωγής υπερπόντιων χωρών αύξησαν τα επιτρεπόμενα όρια υπολειμμάτων σε φυτικά προϊόντα και αρωτραίες εκτάσεις. Συνθήκες που θεωρήθηκαν μόνιμα ξεπερασμένες όταν ζούσαν οι μεγαλοαγρότες την ευφορία της καλλιέργειας ΓΤ-σόγιας τις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Ωστόσο, η απάντηση των μεγάλων προμηθευτών των αγροτοχημικών δεν είναι ότι θα αλλάξουν θεμελιωδώς τη γεωργία. Θέλουν να εγκαταστήσουν νέες μεθόδους γενετικής μηχανικής (για παράδειγμα, CRISPR / Cas9)[3] με ολική αντοχή συγχρόνως σε ζιζανιοκτόνα, μυκητοκτόνα και νηματώδεις στις καλλιέργειες βασικών προϊόντων, έτσι ώστε κάθε ψεκασμό να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε οποιαδήποτε δόση και τρόπο. Μέχρι στιγμής ερευνούν έως και 12 δραστικές ουσίες σε ένα είδος καλλιέργειας. Θα δούμε αν αυτό η τέχνη της φύσης το επιτρέψει in vivo.
Σε κάθε περίπτωση, η επιβάρυνση για τα γεωργικά εδάφη και το φυσικό περιβάλλον και ο κίνδυνος για την υγεία των ανθρώπων στις κύριες περιοχές καλλιέργειας της παγκόσμιoποιημένης γεωργίας συνεχίζει να αυξάνεται, επειδή τα κράτη και οι κοινωνίες τους δεν έχουν αρκετές δυνάμεις να αντιταχθούν στις οικονομικές πιέσεις. Επί του παρόντος, δεν είναι καν σε θέση να εγγυηθούν την παρακολούθηση και τον έλεγχο των υφιστάμενων νόμων και κανονισμών. Περαιτέρω, στη Νότια Αμερική ορισμένες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις δουλεύουν προς την κατεύθυνση του παραδείγματος του Trump,[4]ο οποίος έχει ξεκινήσει να μειώνει τι προστατευόμενες φυσικές περιοχές στο βωμό των ορυκτών, των ορυκτών καυσίμων και των σπάνιων γαιών.