Πριν ξεκινήσουμε, αναφερόμαστε στο εξής: Ο κάτοικος της Θεσσαλονίκης θα πρέπει να γνωρίζει, ότι όταν αναδιαμορφωνόταν η νέα παραλία, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση αρνήθηκε να βάλει όρο για την παραλαβή του έργου μια περιβαλλοντική μελέτη η οποία θα απαιτούσε κανονικά και μια μελέτη φέρουσας ικανότητας- βλέπε τέλος του κειμένου [4]. Οι μηχανικοί και αρχιτέκτονες και οι σχεδιαστές γενικότερα δεν προσπάθησαν να πείσουν για το αντίθετο την διοίκηση γνωρίζοντας πόσο σημαντικό θα ήταν για τη βιωσιμότητα του έργου. Προφανώς! Αρκέστηκαν σε ένα υπηρεσιακό σημείωμα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης που αποδέσμευε το έργο από μία περιβαλλοντική μελέτη. Όλα καλά, προχωράμε. Τα ευρώ περιμένουν για εκταμίευση.
Οι άλλοι δε – με τα θεσμικά και ρυθμιστικά εργαλεία στα συρτάρια τους - να μη μπορούν να βάλουν μια κανονικότητα των συνήθως εμπορικών δραστηριοτήτων και να ελέγξουν την παραβατικότητα επί των δημόσιων χώρων, όσο αφορά τη χρήση τους, όπως και το έχουν δημοσίως παραδεχτεί . Έτσι διαιωνίζουν το πρόβλημα και τις συγκρούσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων και ατόμων και vice versa για τις χρήσεις θεωρώντας ότι «…δεν κάνουμε κάτι άρα δεν έχουμε πρόβλημα», ή αλλιώς στρουθοκαμηλίζουν. Και αυτό αφορά τόσο τον ΄πρώτο βαθμό όσο και τον δεύτερο βαθμό “Αυτοδιοίκησης”. Εμείς πάντως μέσδα απο αυτο το κυβερνητικό σημείο έχουμε προτείνει λύση[5].
Η αναρχία του αστικού πολιτιστικού και εμπορικού τοπίου στη πόλη και η αρνητική επίδραση στην ποιότητα του κατοικείν απαιτεί η φέρουσα ικανότητα να επεκταθεί σε ολόκληρη τη πόλη. [Εάν θα εκλαμβανόταν σοβαρά η ανθεκτικότητα της πόλης- όπως συνέχεια thn κατονομάζουν με αγγλοσαξωνική έκφραση σαν "resilient" , το πρώτο που θα έπρεπε να συμβεί ήταν, ότι όφειλε ήδη να υπάρχει απαγορευτικό για συγκεκριμένα οχήματα και συγκεκριμένες υπηρεσίες στο κέντρο της πόλης. Βέβαια θα αναρωτηθούμε με ποια ΜΜΜεταφοράς, με αυτά που είναι με πρότυπο ακόμα EURONORM 1-3 ?].
Η έννοια του "χώρου" τοποθετείται εδώ σε μια ευρεία έννοια. Με βάση τη θεωρία του χώρου[6] από τον Henri Lefèbvre „ο χώρος νοείται ως προϊόν ενός φυσικά αντιληπτού χώρου, ενός διανοητικά σχεδιασμένου χώρου καθώς και ενός ζώντος και πρός βίωση κοινωνικού χώρου.[7] Αυτές οι τρεις διαστάσεις του χώρου μπορούν να ληφθούν υπόψη τόσο στο επίπεδο του μεμονωμένου χρήστη όσο και στο επίπεδο της κοινωνίας. Ένας ειδικός σχεδιαστής προτείνει σχεδιαστικά μια ιδέα ή παρουσιάζει ένα σχέδιο για το πώς θέλει να διαμορφώσει το χώρο. Μετά από την υλοποίηση του εννοιολογικού αυτού χώρου, ο χώρος υπάρχει κατ΄ αρχήν στη φυσική του μορφή. Όταν έχει τελειώσει, θα ιδιοποιηθεί- χωρίς εμπορευματοποίηση του- από τους χρήστες και θα του δοθεί μια σημαντικότητα, μια σημασία.
Η ‘εξελικτική’ του αστικού χώρου. Η χρήση των δημόσιων αστικών χώρων αλλάζει. Στις αρχές του εικοστού αιώνα, στο προσκήνιο υπήρχαν μόνο οι «αναγκαίες δραστηριότητες», οι οποίες εξυπηρετούσαν την καθημερινότητα σε μετακίνηση καθώς και τη μεταφορά και τη μεταφόρτωση αγαθών. Ο περίπατος και η παραμονή έπαιζαν δευτερεύοντα ρόλο. Σήμερα, εκτός από την αυξανόμενη κυκλοφορία από τη δεκαετία του 1950 και μετά, κυριαρχούν οι "προαιρετικές δραστηριότητες", όπως αυτές με ευκαιρίες ελεύθερου χρόνου, διασκέδασης και αναψυχής στη πόλη. Χρησιμοποιούμε όλο και συνειδητά τους δημόσιους αστικούς χώρους για να παραμείνουμε στο χώρο, να φάμε, να αθληθούμε, να συναντηθούμε, για αναψυχή και πολιτιστική ψυχαγωγία, εμπορικές εκδηλώσεις και πολλά άλλα. Οι δημόσιοι αστικοί χώροι υπόκεινται σε μια συνεχή «αλλαγή στη λειτουργία, χρήση και την απαιτούμενη διαμόρφωσή τους»[8].
Σε αστικούς δημόσιους χώρους, "υπερκαλύπτονται οι διάφορες ταυτόχρονες ‘ δημόσιες σφαίρες’, τα διαφορετικά θεματικά στρώματα χρήσης, οι προοπτικές και οι έννοιες που δίδονται στο χώρο από την πολιτιστική παραγωγή των κατοίκων της »[10]. Είναι λογικό, ότι αυτές οι αλληλεπικαλύψεις των διαφορετικών χρήσεων δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν χωρίς αντιφάσεις και διαφορές. Είναι συνεπώς ήδη μέρος της συνολικής κατανόησης του χώρου. Λόγω των αλληλοεπιδράσεων (Interactions) σε ένα δημόσιο χώρο , μπορεί να θεωρηθεί ότι "ο δημόσιος χώρος είναι ... ένα έδαφος στο οποίο εκδηλώνονται διαφορετικά συμφέροντα, στα οποία υποκείμενα(subjects) και ομάδες (groups) διαπραγματεύονται μεταξύ τους. Η συνεχής συνάντηση και διαπραγμάτευση διαφορετικών συμφερόντων και αξιών - ακόμη και αντιφατικών – κατανοήσεων νοήματος είναι αυτό που ορίζει την αστικότητα»[11],[12]
- Σύγκρουση μεταξύ κατοίκων και χρηστών δημόσιου χώρου.
- Αλλαγή χρήσης και εμπορευματοποίηση.
- Υπερβολική χρήση των πράσινων και ανοιχτών χώρων.
Νυχτερινή ζωή
- πού πρέπει να γίνει η χρήση,
- ποιες θέσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν
- σε τι βαθμός έντασης,
- που μπορεί να δημιουργηθεί ισορροπία και τέλος
- ποιες συνδέσεις και εξαρτήσεις υπάρχουν μεταξύ των διαφόρων τόπων.
- «μια υπέρτερη στρατηγική επιπέδου ή ένας προσεγγιστικός σχεδιασμός χρήσεων
- και πάνω σε αυτό ένας συντονισμένος προσδιορισμός των πιθανών χρήσεων ανά τοποθεσία…
Συστάσεις σχετικά με τη νομική βάση και την οργάνωση. Ως βασική απαίτηση, η διοίκηση χρειάζεται μια νομική βάση που θα επιτρέπει γενικότερα τον ρυθμιστικό έλεγχο της χρήσης δημόσιων χώρων. Μόνο ένας νέος νόμος για τη χρήση του δημόσιου χώρου θα μπορεί να παρέχει την απαραίτητη νομική βάση για τα άλλα μέσα ρύθμισης κανονικότητας της χρήσης ου δημόσιου χώρου. Στο μέτρο του δυνατού, ένα τμήμα θα πρέπει να είναι ο κύριος οργανισμός που θα συντονίζει τη διαδικασία έγκρισης και θα είναι διαθέσιμος προς τα έξω ως ένα ενιαίο σημείο επαφής για ερωτήσεις σχετικά με τη χρήση δημόσιων χώρων.
Τμήματα της απάντησης του Δήμου Θεσσαλονίκης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης σήμερα- τότε Νομαρχία- σχετικά με ερώτηση αν υπάρχει ΜΠΕ και μελέτη φέρουσας ικανότητας στο έργο αναδιαμόρφωση της νέας παραλίας!
[1] Παρακάτω θα αναφερθούμε σε ερευνητές που ασχολήθηκαν με το θέμα των συγκρούσεων στους δημόσιους χώρους. Στη χώρα μας περισσότερο σε θέματα τουρισμού και οικολογίας αναφέρεται ο όρος της φέρουσας ικανότητας.
[2] Ο Alan Westin, ένας από τους πρωτεργάτες του πεδίου, είχε δηλώσει ότι «κανένας ορισμός της ιδιωτικότητας δεν είναι εφικτός, γιατί τα θέματα ιδιωτικότητας είναι εκ θεμελίων ζήτημα αξιών, συμφερόντων και εξουσίας». Γίνεται κατανοητό, επομένως, ότι οι ορισμοί της ιδιωτικότητας διαφέρουν ανάλογα με το κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο και το περιβάλλον στο οποίο ορίζονται. https://antiauthor.wordpress.com/2011/08/06/%CF%84%CE%AF-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B9%CE%B4%CE%B9%CF%89%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1/. Τελευταία πρόσβαση 25.2.2018
[3] Jan Gehl. http://www.belocal.de/kopenhagen/reportagen/copenhagenize-mehr-kopenhagen-fuer-dieelt/310827#sthash.jg5D9l9B.dpuf Τελευταια πρόσβαση 25.2.2018
[4] Βλέπε φωτογραφία φωτοτυπίας. Συνεργάτης μας το έλαβε από την αντίστοιχη διεύθυνση μετά από γραπτό του αίτημα στην αντίστοιχη διεύθυνση τεχνικών έργων και μελετών του Δήμου. Η επισημότητα του εγγράφου είναι χαρακτηριστική του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουν τις καθημερινές τους υποχρεώσεις απέναντι στους δημότες οι υπηρεσίες.
[5] Βλέπε χωρικής επικάλυψη διαφόρων χρήσεων σε συγκεκριμένους χώρους που αναπόφευκτα παράγουν συγκρούσεις. Για ένα μέρος του θέματος είχαμε γράψει ήδη στις 19.10.2017: Κανονικοποιήστε αειφορικά τις μικροεπιχειρηματικές/οικογενειακές δράσεις στους δημόσιους χώρους
[6] La production de l’espace“ 1974 αλλά και Lefèbvre, H. (2000): La production de l’espace, 4e édition, Anthropos, Paris σ. 50, 328 ),
[7] Schmid, Ch., Stadt, Raum und Gesellschaft . Henri Lefebvre und die Theorie der Produktion des Raumes , Franz Steiner Verlag Stuttgart 2005 , σ. 207
[8] Selle, K., Stadträume im Wandel. In: Havemann A., Selle K. (Hrsg.): Plätze, Parks & Co. – Stadträume im Wandel, Verlag Dorothea Rohn, Detmold 2010, S. 16-87εδω σελίδα 70.
[9] http://gehlpeople.com/blog/embracing-the-paradox-of-planning-for-informality-2/. Πρόσβαση 24/02/2018
[10] Reiners Reiners, D., Malli, G., Reckinger, G., Bürgerschreck Punk – Lebenswelten einer unerwünschten Randgruppe, Löcker, Wien, 2006, σελ. 26
[11] Wildner, K., Zòcalo – Die Mitte der Stadt Mexiko – Ethnographie eines Platzes, Dietrich Reimer Verlag, Berlin, 2003, σελ 179.
[12] Βλέπε επίσης. Anne Huffschmid, Kathrin Wildner (Hg.) Stadtforschung aus Lateinamerika Neue urbane Szenarien: Öffentlichkeit – Territorialität – Imaginarios Juni 2013, 464 Seiten, ISBN 978-3-8376-2313-0. Εδώ σελίδα 6: «Hier, vor allem auf Straßen und öffentlichen Plätzen, artikuliert sich der Anspruch des Einzelnen auf Differenz und Indifferenz (Delgado 2007 als Grundprinzipien von Urbanität, hier bilden sich zugleich temporäre und wechselnde Gemeinschaften, kurz: Hier konstituiert sich, in immer neuer und stets konflikthafter Gestalt, Gesellschaft.»
[13] Εκτός από αυτές που δεν τις συν συνειδητοποιούμε καθημερινά όπως η εκπομπή καυσαερίων, λυμάτων κλπ.
[14] Selle, K. (2010): Stadträume im Wandel. In: Havemann A., Selle K. (Hrsg.): Plätze, Parks & Co.–Stadträume im Wandel, Verlag Dorothea Rohn, Detmold, S. 16-87.
[15] Mann, C. (2006): Konfliktanalysen als Grundlage für die Entwicklung von umweltgerechten Managementstrategien in Erholungsgebieten – Eine Untersuchung zur sozialen Tragfähigkeit am Beispiel des Naturparks Schwarzwald Mitte/Nord, 2006, σ. 56-61 Forschungsbericht FZKA-BWPLUS, Albert-Ludwigs-Universität Freiburg im Breisgau, http://www.fachdokumente.lubw.baden-wuerttemberg.de/servlet/is/40199/?COMMAND=DisplayBericht&FIS=203&OBJECT=40199&MODE=METADATA (τελευταία πρόσβαση 31.Ιανουαρίου 2018)
[16] Wagenfeld, H., Stadtgrünplätze – Wiedergewonnener Freiraum: Planung, Anlage, Nutzung, Bauverlag, Wiesbaden, Berlin, 1985, σ. 44.
[17] Βλέπε παρακάτω «οργανωτικές προκλήσεις».
[18] Herbert Bork, Stefan Klingler, Sibylla Zech (stadtland) KOMMERZIELLE UND NICHT-KOMMERZIELLE NUTZUNG IM ÖFFENTLICHEN RAUMMag.a Maria Vassilakou Vizebürgermeisterin und amtsführende Stadträtin für Stadtentwicklung, Verkehr, Klimaschutz, Energieplanung und BürgerInnenbeteiligung
[19] Adrienne Hungerbühler-Mattmüller., Referent: Prof. Dr. Christian Schmid, Koreferent: Tom Steiner Dezember 2013, Neue Instrumente im Umgang mit Nutzungskonflikten im städtischen Raum , p. 64f
[20] Adrienne Hungerbühler-Mattmüller., Referent: Prof. Dr. Christian Schmid, Koreferent: Tom Steiner Dezember 2013, Neue Instrumente im Umgang mit Nutzungskonflikten im städtischen Raum , p. 66 f.