8 Σεπ 2020

Ανάλυση της σύνθεσης κλιματικών ανωμαλιών και σε αυτές εκτεθειμένου πληθυσμού στην Αφρική κάτω από δύο διαφορετικά σενάρια εκπομπών ρύπων, (ΕΝ)

 Ανάλυση σύνθεσης ακραίων  κλιματικών συνθηκών και εκτειθέμενου πληθυσμού στην Αφρική κάτω από δύο διαφορετικά σενάρια έκλυσης ρύπων.

T. Weber P. Bowyer  D. Rechid  S. Pfeifer  F. Raffaele  A. R. Remedio C. Teichmann D. Jacob
 
 Βιβλική καταστροφή στη Νοτιοανατολική Αφρική - iNotos.gr
 Επιστημονική περίληψη

Είναι πλέον καλά αποδεδειγμένο ότι η Αφρική είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη σε ακραίες κλιματικές συνθήκες, όπως κύματα καυσώνων, ξηρασία και έντονα συμβάντα βροχοπτώσεων. Το πόσο εκτεθειμένη είναι η Αφρική στη συνύπαρξη αυτών των γεγονότων όμως είναι σχεδόν άγνωστο. Αυτή η μελέτη παρέχει την πρώτη ανάλυση των προβλεπόμενων αλλαγών στη συνύπαρξη πέντε τέτοιων ακραίων κλιματικών κλιμάτων στην Αφρική, σε ένα σενάριο χαμηλών εκπομπών (RCP2.6) και υψηλών (RCP8.5) εκπομπών. Αυτές οι αλλαγές συνδυάζονται με προβολές πληθυσμού για ένα σενάριο χαμηλής (SSP1) και υψηλής (SSP3) αύξησης του πληθυσμού, προκειμένου να παρέχουν εκτιμήσεις για τον αριθμό των ατόμων που ενδέχεται να εκτεθούν σε τέτοια γεγονότα στο τέλος του 21ου αιώνα.

Χρησιμοποιήθηκε ένα σύνολο περιφερειακών προβολών για το κλίμα από την μελέτη Coordinated Output for Regional Evaluations (CORE) που ενσωματώνεται στο πλαίσιο του Coordinated Regional Climate Downscaling Experiment (CORDEX). Αυτό το σύνολο περιλαμβάνει πέντε διαφορετικούς συνδυασμούς Model Earth Model / Regional Climate Model (ESM / RCM) με τρεις διαφορετικούς ESM και δύο RCM. Δείχνουμε ότι και τα πέντε σύνθετα ακραία κλίματα θα αυξηθούν στη συχνότητα, με τις αλλαγές να είναι μεγαλύτερες  με το σενάριο RCP8.5  από ότι με το σενάριο RCP2.6. Επιπλέον, οι πληθυσμοί που εκτίθενται σε αυτές τις αλλαγές είναι μεγαλύτεροι σε σχέση με το RCP8.5 / SSP3, αλλα μεγαλύτερες από το RCP2.6 / SSP1, αυξάνοντας κατά 47‐ και 12 φορές, αντίστοιχα, σε σύγκριση με σήμερα. 
 
Οι περιοχές της Αφρικής που εκτίθενται ιδιαίτερα είναι η Δυτική Αφρική, η Κεντρική-Ανατολική Αφρική και η Βορειοανατολική και Νοτιοανατολική Αφρική. Η αυξημένη έκθεση οφείλεται κυρίως στην αλληλεπίδραση μεταξύ του κλίματος και της αύξησης του πληθυσμού, ή και την επίδραση του πληθυσμού μόνο. Αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στην πολιτική αναφορικά με τον μετριασμό του κλίματος και την προσαρμογή του.


Εκλαικευμένη περίληψη

Είναι ευρέως γνωστό ότι η Αφρική εκτίθεται σε μια σειρά διαφορετικών κινδύνων για το κλίμα, όπως ξηρασίες, κύματα καυσώνων και ακραίων βροχοπτώσεων, τα οποία προκαλούν σοβαρά κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα και καταστορφές. Είναι, ωστόσο, σε μεγάλο βαθμό άγνωστο πόσο εκτεθειμένος είναι ο αφρικανικός πληθυσμός στη συνύπαρξη τέτοιων κλιματικών κινδύνων. Αυτό είναι σημαντικό επειδή τα σύνθετα γεγονότα πιθανότατα θα αυξήσουν τα προβλήματα πολύ και πάνω από αυτά που προκαλούνται από μεμονωμένους κινδύνους για το κλίμα. Σε αυτήν τη μελέτη, παρέχουμε μια ανάλυση των πιθανών αλλαγών σε πέντε διαφορετικά σύνθετα γεγονότα και την έκθεση του αφρικανικού πληθυσμού σε αυτά, στο τέλος αυτού του αιώνα. Συνδυάζοντας στην έκθεση σε όλα τα σύνθετα γεγονότα, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι σε σύγκριση με σήμερα, η έκθεση του αφρικανικού πληθυσμού μπορεί να αυξηθεί κατά 12 έως και 47 ‐ φορές στα καλύτερα και χειρότερα σενάρια, αντίστοιχα. Η χωρική κατανομή των αλλαγών δείχνει ότι η Δυτική Αφρική και οι κεντρικές και ανατολικές περιοχές της Αφρικής ενδέχεται να εκτεθούν ιδιαίτερα περισσότερο. Η αυξημένη έκθεση προκαλείται κυρίως από την αλληλεπίδραση μεταξύ του κλίματος και της αύξησης του πληθυσμού και από την επίδραση του πληθυσμού μόνο. Αυτά τα αποτελέσματα υπονοούν ότι οποιαδήποτε ανταπόκριση πολιτικής που έχει σχεδιαστεί για τη μείωση της έκθεσης πρέπει να αντιμετωπίζει τόσο κλιματικούς όσο και κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες.
 
 

7 Σεπ 2020

Γροιλανδία: Σε ποιο σημείο έφτασε ο πάγος της Γροιλανδίας το 2020, Διάβασμα σε 4 " (EN)

How the Greenland ice sheet fared in 2020

Carbonbrief - Clear on climate  

Dr Ruth Mottram, a climate scientist at the Danish Meteorological Institute (DMI) in Copenhagen, which is part of the Polar Portal. Dr Martin Stendel, a climate scientist at DMI.   Prof Jason Box, an ice climatologist at the Geological Survey of Denmark and Greenland (GEUS). Dr Kenneth D. Mankoff, senior scientist at GEUS. Dr Louise Sandberg Sørensen, a senior researcher in the geodesy and earth observation division at the National Space Institute at the Technical University of Denmark (DTU Space). Prof Peter Langen, a professor in the department of environmental science – atmospheric modelling at Aarhus University.

This year has seen exceptional warmth across much of the Arctic, with record high temperatures recorded in Svalbard, the collapse of the last remaining ice shelf in the Canadian Arctic, record heat and widespread fires in Siberia and a new record low sea ice extent for July

However, unlike in 2019, Greenland has actually had a relatively “normal” year with regard to ice changes at its surface. Yet losses via the breaking off of icebergs remain at the high end compared to the early years of the satellite record, which stretches back to the late 1970s. 

The ice sheet ends the season losing about 152bn tonnes when accounting for both surface melting and discharge of icebergs. This means that the ice sheet is continuing to lose ice, though at a slower rate than seen in 2019.

As another melt season draws to an end over the Greenland ice sheet, it’s time for our annual look back at the weather in Greenland and how it has affected the ice sheet since September last year. (See our previous annual analysis for 2019, 2018, 2017, 2016 and 2015.)

Melt season

The end of August marks the ideal time to assess the health of the Greenland ice sheet. 

Typically, this is the point in the year where the ice melt seen through late spring and summer comes to an end and the ice sheet starts to gain mass again as northern hemisphere temperatures decline through autumn and into winter.

Totting up the snow gains and ice losses at the ice sheet’s surface over the past 12 months gives scientists the “surface mass balance” (SMB). The 2019-20 SMB comes in at a gain of 349bn tonnes of ice. 

The chart below shows the cumulative SMB over 2019-20 (blue line), which tracks below the long-term average (grey) for much of the year. The red line shows the record low year of 2011-12 for comparison.

Cumulative surface mass budget of the Greenland ice sheet for 2019-20 (blue line), the record low SMB year of 2011-12 (red), and the 1981-2010 average (grey). Credit: DMI Polar Portal.

 Cumulative surface mass budget of the Greenland ice sheet for 2019-20 (blue line), the record low SMB year of 2011-12 (red), and the 1981-2010 average (grey). Credit: DMI Polar Portal.

The map below illustrates the geographical spread of surface mass losses (red shading) and gains (blue) over 2019-20 compared to the long-term average. In general, the map reveals more losses on the western side of Greenland over the past year and gains in the east.

Map shows the difference between the annual SMB in 2019-20 and the 1981-2010 period (in mm of ice melt). Blue shows more ice gain than average and red shows more ice loss than average.

Map shows the difference between the annual SMB in 2019-20 and the 1981-2010 period (in mm of ice melt). Blue shows more ice gain than average and red shows more ice loss than average. Credit: DMI Polar Portal.

But this is only half of the story. To get the total mass balance, we must also factor in the losses of ice from the breaking off, or “calving”, of icebergs and from ocean melting at its edge.

Including these processes gives a total mass loss of 152bn tonnes for the year.

This means that the Greenland ice sheet has again seen an overall decline in ice mass this year. However, this loss is not as large as last year – which saw a loss of 329bn tonnes – or the annual average over the past decade of around 250bn per year.

Comparing years

The start of Greenland’s 2019-20 annual cycle saw a winter that was a little drier than average, though not as snow-free as 2018-19. 

The ice sheet then started the melt season on 22 June – around 10 days later than average. Fresh snow in late May and early June had delayed the start of ice loss season, in contrast to last year’s very high melt rates around the same time.

July was a relatively warm and sunny month in Greenland and the area experiencing melt was at the high end of the range, though not record high.

However, in mid-August, unusually large storms brought four times the normal monthly rainfall to western Greenland. This fell as snow at higher levels over the ice sheet and temporarily stopped the net loss of ice.

These storms were probably decisive in reducing the amount of melt as the fresh snow is bright white and reflective, compared to the darker old snow and bare glacier ice after a summer of high melting.

This is highlighted in the maps below, which compare the albedo – a measure of how well the surface reflects sunlight – in August 2020 (left) and August 2019 (right), compared to the 2000-09 average. The maps show above average albedo (blue shading) – so a more reflective surface – in 2020 and below average (red) in 2019.

Maps showing albedo, relative to the 2000-09 average, around mid-August 2020 (left) and 2019 (right). Shading indicates a higher (blue) and lower (red) albedo than average. Credit: Polar Portal.

Maps showing albedo, relative to the 2000-09 average, around mid-August 2020 (left) and 2019 (right). Shading indicates a higher (blue) and lower (red) albedo than average. Credit: Polar Portal.

Following the snow and rainfall, melting and ice loss resumed. But, as autumn has returned to Greenland, it has been rather subdued leading to lower mass loss than otherwise would be expected.

Decadal decline

Akin to a bank account, the SMB includes credits in the form of snowfall at the surface and debits in the form of ice melt that runs off. If we take the average over the past 40 years, the ice sheet typically ends the balance year with a gain of around 341bn tonnes – very close to this year’s figure of 350bn tonnes. 

In our records, where September marks the start of the year, it means that the end of the 2020 season completes another decade (2011-20 inclusive). As a result, we can now look at the average SMB for four different decades. This shows that – although the SMB varies from one year to another – overall, there has been a declining average SMB over time.

In the 1980s, the average SMB saw a gain of 406bn tonnes each year. In the 1990s, this increased to 426bn tonnes, but in subsequent decades it fell – to 270bn tonnes in the 2000s and then 260bn tonnes in the 2010s. (Though it should be noted that these results are calculated based on a climate model output, so different models with different forcing data may give slightly different results).  

Over this period, Greenland has not only warmed up on average, but it has also had more periods of high pressure over the ice sheet with lots of sunshine. This has significantly increased the amount of melt in summer, leading to a decrease in the balance remaining in the surface mass budget account. The melt season of 2018-19 is a classic example.

However, as mentioned above, to get the full ice sheet budget we also have to calculate how much is lost by calving from the face of glaciers. Fortunately, we have satellites to help us with this.

From the middle of the 1980s, satellite measurements can be used to measure glacier flow speeds all around the edges of the ice sheet and from these we can estimate how much of the ice is being lost as icebergs. 

The chart below shows satellite-derived estimates of ice “discharge” from calving and submarine melting. The black dots show the discharge in individual years, with the grey lines indicating the uncertainty in the estimates. The orange line shows the annual average.

Timeseries of ice discharge from the Greenland Ice Sheet. Dots represent when observations occurred, and grey bars show the uncertainty. The orange stepped line is the annual average. Data is updated monthly and available to download from here. Source: Mankoff et al (2020).

 

This analysis shows that in the early 2000s many of these glaciers accelerated and have carried on flowing at high speed into the fjords, carrying a lot of ice with them. 

The combination of declining SMB and increasing iceberg discharge and submarine melting has been shown clearly in a study published last year. Overall, the Greenland ice sheet has lost around 4tn tonnes of ice since 1992.

As the chart below reveals, this rate of loss from Greenland – when combined with ice losses from Antarctica (see black line) – is very close to that projected as a high emissions scenario (red line) in the fifth assessment report (AR5) of the Intergovernmental Panel on Climate Change (IPCC).

Combined Antarctic and Greenland ice-sheet contribution to global sea level according to IMBIE reconciled satellite observations (black) and IPCC AR5 projections between 1992–2040 (left) and 2040–2100 (right). For each AR5 emission scenario, the upper (maroon), mid (orange) and lower (yellow) estimates are taken from the 95th percentile, median and 5th percentile values of the ensemble range, respectively. Within the upper, mid and lower sets, AR5 pathways are represented by darker lines in order of increasing emissions: RCP2.6, RCP4.5, RCP6.0, SRES A1B (pdf) and RCP8.5. Shaded areas represent the spread of AR5 scenarios and the uncertainty around the observations. The dashed vertical lines indicate the period during which the satellite observations and AR5 projections overlap (2007–17). AR5 projections have been offset to equal the satellite record value at their start date (2007).

Combined Antarctic and Greenland ice-sheet contribution to global sea level according to IMBIE reconciled satellite observations (black) and IPCC AR5 projections between 1992–2040 (left) and 2040–2100 (right). For each AR5 emission scenario, the upper (maroon), mid (orange) and lower (yellow) estimates are taken from the 95th percentile, median and 5th percentile values of the ensemble range, respectively. Within the upper, mid and lower sets, AR5 pathways are represented by darker lines in order of increasing emissions: RCP2.6, RCP4.5, RCP6.0, SRES A1B (pdf) and RCP8.5. Shaded areas represent the spread of AR5 scenarios and the uncertainty around the observations. The dashed vertical lines indicate the period during which the satellite observations and AR5 projections overlap (2007–17). AR5 projections have been offset to equal the satellite record value at their start date (2007). Source: Slater et al (2020).

New satellite data

This year we now also have the successor to NASA’s GRACE satellite, known as GRACE-Follow On (GRACE-FO), and this will give us an independent means of assessing if our analysis is correct. However, as usual, we will need to wait a few months until the data is available. 

After thorough investigations of data quality, it is now evident that the GRACE and GRACE-FO data are, indeed, consistent across the gap between the two satellite missions from late 2017 to mid-2018.

The GRACE‐FO data has now been used to document the large summer ice mass loss of 2019. A recent paper in Communications Earth & Environment has shown that 2019 was indeed an extreme melt year, though the melt totals in the study are a little higher than those we reported last year, probably due to the different models used to calculate SMB. 

However, their results – and the findings of another paper in the same journal – basically confirm the results we have shown on the Polar Portal.

The chart and map below shows the changes in ice volume derived from data from the GRACE and (from 2018) the GRACE-FO satellites on a monthly basis. 

The red dots on the chart show the month-by-month observations of ice sheet mass. The chart illustrated both the mass loss (right-hand axis) and what contribution to sea level rise this corresponds to (left-hand axis). In general, 100bn tonnes of melted ice adds 0.28mm to global sea levels.

Each winter the ice sheet gains a small amount and in the summer it is lost – this seasonal fluctuation is what creates the wavy pattern. However, the loss of ice has been outstripping the winter gains consistently through the satellite record. 

The map shows, which shows the ice mass in August 2019 relative to April 2002, highlights that most of the loss of ice (red shading) occurs along the edge of the ice sheet. Independent observations also indicate that the ice is thinning, that the glacier fronts are retreating in fjords and on land, and that there is a greater degree of melting from the surface of the ice.

High on the central region of the ice sheet, however, the GRACE satellites show that there is a small increase in the mass of the ice (blue shading). Other measurements suggest that this is due to a small increase in snowfall.

Greenland ice mass changes from April 2002 to August 2019 from the GRACE and GRACE-FO satellite missions. Shading of hexagons on the map indicates increases (blue) and decreases (red) in surface height (in metres of water equivalent). Red dots on the chart show monthly changes in ice in terms of mass (right-hand axis) and sea level rise equivalent (left-hand axis).
Map and chart of Greenland ice mass changes from April 2002 to August 2019 from the GRACE and GRACE-FO satellite missions. Shading of hexagons on the map indicates increases (blue) and decreases (red) in surface height (in metres of water equivalent). Red dots on the chart show monthly changes in ice in terms of mass (right-hand axis) and sea level rise equivalent (left-hand axis). Credit: DTU-Space Polar Portal.

Finally, we would like to note that this has been an unusual and sorrowful year for us at the Polar Portal and our constituent institutes. The shutdown of society and transport in and out of Greenland due to Covid-19 affected fieldwork on the ice sheet. Then in August came the terrible news of the loss of our close collaborator Prof Konrad Steffen on fieldwork at Swiss Camp. He will be much missed.

5 Σεπ 2020

Μετάδοση του Sars-Cov-2 ιού μέσω των σωληνώσεων μιας υψηλής πολυκατοικίας. Διάβασμα σε 1,5'

Πως μεταδίδεται ο Sars-Cov-2 ιός μέσω των σωληνώσεων  μιας υψηλής πολυκατοικίας. Ακόμα και γι’ αυτό δαπανούνται χρήματα. Για να σώσουμε τα τομάρια μας ή για να επιβεβαιώσουμε την επιστημονική μας επάρκεια ή προς όφελος της παγκόσμιας κοινότητας … των προνομιούχων?


Εκτός από τα σταγονίδια,  και την ατμοσφαιρική ρύπανση υπάρχουν ακόμα τα αερολύματα φαίνεται, που προφανώς  διαδραματίζουν ένα ρόλο στη μετάδοση του κορωναϊού. Ενώ μεγάλα σταγονίδια (μεγαλύτερα από 5 μm) βυθίζονται γρήγορα στο έδαφος, τα αερολύματα μπορούν να αιωρούνται στον αέρα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και να εξαπλώνονται σε όλο το δωμάτιο, ακόμη και σε απόσταση δύο μέτρων. Όταν αναπνέετε και μιλάτε, αλλά ακόμη περισσότερο όταν φωνάζετε και τραγουδάτε, τα αερολύματα απεκκρίνονται.

Coronavirus: Η μελέτη αποκαλύπτει τη διαδρομή μετάδοσης κορώνας: είναι επικίνδυνο το «φαινόμενο της καμινάδας»;

Ο κορυφαίος ιολόγος του Βερολίνου Christian Drosten ήταν ήδη πεπεισμένος στην αρχή της πανδημίας της κορώνας ότι τα μικροσκοπικά σωματίδια θα μπορούσαν να ευθύνονται για κάθε δεύτερη μόλυνση. Αμερικανοί ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Φλόριντα απέδειξαν πρόσφατα ότι οι μεταδοτικοί κορωναϊοι κολλούν στα αερολύματα. Ωστόσο, η μελέτη δεν έχει ακόμη περάσει από τη διαδικασία Peer-Review αξιολόγησης. Ωστόσο, οι ερευνητές δεν έχουν διερευνήσει εάν το ιογενές φορτίο στα αιωρούμενα σωματίδια μπορεί πραγματικά να προκαλέσει μόλυνση από κορωναϊό.

 Ο τρόπος διάδοσης των αερολυμάτων στα δωμάτια εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Έτσι η υγρασία παίζει ρόλο. Ο κορωναϊός εξαπλώνεται πιο γρήγορα σε ξηρά περιβάλλοντα δωματίων. Μια ομάδα ερευνητών από τη Λειψία και την Ινδία το διαπίστωσε σε μια ανάλυση δέκα διεθνών μελετών. Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό "Aerosol and Air Quality Research". Συνιστούν υγρασία τουλάχιστον 40% για τη μείωση των επιπτώσεων του Covid-19 και άλλων ιών.

 Coronavirus: Μια μελέτη ασχολείται με έναν ειδικό τύπο εξάπλωσης αερολύματος, συγκεκριμένα με αεροζόλ από τουαλέτες από άτομα που έχουν μολυνθεί με κορωναϊό σε πολυκατοικία. Οι ερευνητές εξέτασαν πάνω από 200 δείγματα αέρα και επιφανείας και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι κάτοικοι του κτιριακού συγκροτήματος είχαν προφανώς μολυνθεί στο μπάνιο από αερολύματα αέρα ιού - στο μπάνιο.


Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι άνθρωποι σε ένα πολυώροφο κτίριο στο Γκουάνγκτζου (Κίνα) δεν είχαν φυσική επαφή και εξακολουθούν να έχουν μολυνθεί με τον ιό της κορώνας. Τα διαμερίσματα των πληγέντων συνδέονταν μόνο με σωλήνες αποστράγγισης στα μπάνια. Πάνω απ 'όλα η κάθετη σύνδεση του συστήματος αποχέτευσης στο πολυώροφο κτίριο ήταν υπεύθυνη για την εξάπλωση των αερολυμάτων. Παρατήρησαν το λεγόμενο «φαινόμενο της καμινάδας» μέσω του οποίου ο ιός της εξαπλώνεται όταν ξεπλένεται η τουαλέτα.


 Πηγή: Probable Evidence of Fecal Aerosol Transmission of SARS-CoV-2 in a High-Rise Building. Min Kang, MSc, Jianjian Wei, PhD, Jun Yuan, MSc, Juxuan Guo, MSc, Yali Zhuang, MSc , Xuguang Chen, MSc, Xin Peng, MSc, Tongxing Shi, BSc, Jun Wang, MSc, Jie Wu, PhD, Tie Song, MSc, Jianfeng He, BSc, Yuguo Li, PhD, Nanshan Zhong, PhD


 

Αλλος ένας, τωρα πλέον γιγαντιαίος «κρατήρας» βάθους 50 μέτρων δημιουργήθηκε στην Αρκτική τούνδρα! Aπόψυξη του permafrost

 Ένας νέος ιγαντιαίος «κρατήρας» βάθους 50 μέτρων άνοιξε στην Αρκτική τούνδρα

Ολόκληρα μπλοκ γαίας και πάγου πέφτουν εκατοντάδες μέτρα από το επίκεντρο της χοάνης στη χερσόνησο Yamal.

 By Anna Liesowska, 29.8.2020


Η πρόσφατα σχηματισμένη νέα τρύπα ή χοάνη είναι η τελευταία που παρατηρείται στη βόρεια Σιβηρία από τοτε που εμφανίστηκαν τα φαινόμενα για πρώτη φορά το 2014.

Αρχικά εντοπίστηκε τυχαία από τον αέρα από ένα πλήρωμα της τηλεόρασης Vesti Yamal καθ 'οδόν για μια άσχετη ανάθεση.

Στη συνέχεια, μια ομάδα επιστημόνων πραγματοποίησε μια αποστολή για να εξετάσει τον μεγάλο κυλινδρικό κρατήρα που έχει βάθος έως και 50 μέτρα.Τέτοιες χοάνες πιστεύεται ότι προκαλούνται από τη συσσώρευση μεθανίου σε τσέπες απόψυξης του permafrost (αιώνιου πάγομένου εδάφους)κάτω από την επιφάνεια.
 


    



Εικόνες του B1, της πρώτης χοάνης που παρατηρήθηκε το καλοκαίρι του 2014 στη    χερσόνησο Yamal, και ένας χάρτης των τεσσάρων πρώτων χοανών τόσο στη χερσόνησο Yamal όσο και στο Taymyr. Εικόνες: Vasily Bogoyavlensky











































 Ο επιστήμονας Δρ Εγένιος Chuvilin, κορυφαίος ερευνητής στο Ινστιτούτο Επιστήμης και Τεχνολογίας του Skolkovo, δήλωσε: "Αυτό που είδαμε σήμερα είναι εντυπωσιακό στο μέγεθος και ειναι μεγαλειώδες".

«Αυτές είναι οι κολοσσιαίες δυνάμεις της φύσης που δημιουργούν τέτοια αντικείμενα.» Ο «κρατήρας» - αυτές οι τρύπες ονομάζονται υδρολακκόλιθοι ή bulgunnyakhs  - έχει τον αριθμό 17, και θεωρείται ως η πιο εντυπωσιακή από τις μεγάλες τρύπες που εμφανίστηκαν ξαφνικά τα τελευταία χρόνια καθώς ξεπαγώνει το peramfrost .

O  καθηγητής Vasily Bogoyavlensky, του ρωσικού Ινστιτούτου Ερευνών Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου στη Μόσχα, είπε στη Vesti Yamal: «Αυτό το αντικείμενο είναι μοναδικό. Διαθέτει πολλές επιπλέον επιστημονικές πληροφορίες, τις οποίες δεν είμαι ακόμη έτοιμος να αποκαλύψω.«Αυτό είναι θέμα επιστημονικών δημοσιεύσεων. Πρέπει να τα αναλύσουμε όλα αυτά και να δημιουργήσουμε τρισδιάστατα μοντέλα. "Οι κρατήρες εμφανίζονται επειδή κορεσμένες με αέριο κοιλότητες σχηματίζονται κάτω από το μόνιμο παγωμένο έδαφος… "






«Κυριολεκτικά, ένας κενός χώρος πληρείται με αέριο και με υψηλή πίεση. Το στρώμα εδάφους κάλυψης εκτείνεται και διογκώνεται, του οποίου το πάχος είναι περίπου 5-10 μέτρα. »Εκρήξεις έχουν συμβεί σε φουσκωμένα pingos ή αναχώματα στην τούνδρα που εκρήγνυται όταν το αέριο συσσωρεύεται κάτω από ένα παχύ στρώμα πάγου.


Ο Bogoyavlensky ισχυρίστηκε προηγουμένως ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η γεώτρηση φυσικού αερίου από τα τεράστια αποθέματα Yamal θα μπορούσαν να αποτελέσουν παράγοντα για τις εκρήξεις.

Ανησυχεί για τον κίνδυνο οικολογικών καταστροφών εάν συσσωρευτούν pingos κοντά στους αγωγούς φυσικού αερίου, σε γκαταστάσεις παραγωγής ραεύματος ή κατοικημένες περιοχές.«Σε αρκετές περιοχές, τα pingos - όπως βλέπουμε τόσο από δορυφορικά δεδομένα όσο και με τα δικά μας μάτια κατά τη διάρκεια επιθεωρήσεων ελικοπτέρων - στηρίζουν κυριολεκτικά σωλήνες αερίου», είπε προηγουμένως.


29 Αυγ 2020

Κλίμα: Τα βρώμικα κόλπα που αντιμετώπισαν οι επιστήμονες του κλίματος στις τελευταίες δεκαετίες... Διάβασμα σε 2,5'


Τα βρώμικα κόλπα που αντιμετώπισαν οι επιστήμονες του κλίματος στις τελευταίες τρεις δεκαετίες από την πρώτη έκθεση του IPCC
Marc Hudson, Research Associate in Social Movements, Keele University 27082020

Πριν από τριάντα χρόνια, σε μια μικρή σουηδική πόλη που ονομάζεται Sundsvall, η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) δημοσίευσε την πρώτη σημαντική έκθεσή της.

Ακόμα και τότε, τα μεγάλα διλήμματα που αντιμετώπιζαν εκείνοι που επιδίωκαν ταχεία δράση ήταν σαφή. Ένα σύγγραμμα του Jeremy Leggett, ο οποίος είχε ξεκινήσει σαν ένας καλά αμειβόμενος γεωλόγος στη Shell για να γίνει
campagner της Greenpeace στο τέλος, ανέφερε τα γεγονότα αυτής της πρώτης συνόδου κορυφής, συμπεριλαμβανομένης μιας συνάντησης με τον εκπρόσωπο της βιομηχανίας άνθρακα, Don Pearlman.

Είχαν τα κεφάλια τους σκυμμένα κάτω, μπροστά τους ανοιχτά τα αντίγραφα του σχεδίου κειμένου διαπραγμάτευσης για την τελική έκθεση IPCC. Ο Πέρλμαν έδειχνε το κείμενο, και μιλούσε με έντονο ύφος… Καθώς περνούσα, τον είδα να δείχνει σε μια συγκεκριμένη παράγραφο και τον άκουσα να λέει, πολύ ξεκάθαρα, «αν μπορούμε να συμφωνήσουμε εδώ…»

Αν και φαίνεται τόσο αφελές τώρα, εγω σοκαρίστηκα τότε.

Μέρες αργότερα, ένας εκπρόσωπος από το νησί του Κιριμπάτι του Ειρηνικού παρακάλεσε το συνέδριο για μια σημαντική δήλωση στις διαπραγματεύσεις.

«Απαιτείται συντονισμένη διεθνής δράση για τη δραστική μείωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων. Η ώρα για να ξεκινήσετε είναι τώρα. Στα λεγόμενα «κάτω» έθνη, η απειλή… της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της αύξησης της στάθμης της θάλασσας είναι τρομακτική.»

Έκανε ένα διάλλειμα  πριν τελειώσει.
 
Λίγο αργότερα, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ "υπέβαλε έναν κατάλογο με απόπειρες  εξευγενισμού(και αποδυνάμωσης)" του κειμένου. Μαζί με τις αντιπροσωπείες της Σαουδικής και της Σοβιετικής Ένωσης, εκπρόσωποι της πλουσιότερης και ισχυρότερης χώρας στον κόσμο "κατακερμάτισαν το προσχέδιο, μειώνοντας έτσι την αίσθηση της σημαντικότητας και της ανασφάλειας αναφορικά με τη κλιματική  κρίση στη διατύπωση, ενισχύοντας την ιδέα της αβεβαιότητας για τους επιστήμονες».

Θα ήταν μια επώδυνη τριαντακονταετία  για τους ανθρώπους που θα αγωνιζόταν  να δουν κάποια δράση ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Για δε τους επιστήμονες που ερευνούν το πρόβλημα, θα ήταν συχνά  και συνέχεια μια προσωπική μάχη ενάντια στα ισχυρά συμφέροντα.


Kiribati είναι ένα νησιώτικο έθνος που θα εξαφανιστεί σιγα σιγα λόγω της ανύψωσης της στάθμης της θάλασσας. Nava Fedaeff/Shutterstock

Η πορεία προς τη σύνοδο κορυφής

Η συσσώρευση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, που προκαλείται κυρίως από την καύση ορυκτών καυσίμων, ανησυχεί τους επιστήμονες από τη δεκαετία του 1970. Η ανακάλυψη της «τρύπας του όζοντος» πάνω από την Ανταρκτική είχε δώσει στους επιστήμονες της ατμόσφαιρας τεράστια αξιοπιστία και επιρροή στο κοινό και μια διεθνής συνθήκη που απαγόρευσε τους χλωροφθοράνθρακες, τις χημικές ουσίες που προκαλούν το πρόβλημα και  υπογράφηκε γρήγορα.

Ο Λευκός Οίκος του Ρέιγκαν ανησυχούσε ότι μια συνθήκη για το CO₂ θα μπορούσε να συμβεί το συντομότερο δυνατόν – κάτι που δεν επιθυμούσε-, και ξεκίνησε να διασφαλίζει ότι οι επίσημες επιστημονικές συμβουλές που καθοδηγούν τους ηγέτες στις διαπραγματεύσεις ήταν υπό μερικό τουλάχιστον έλεγχο. Έτσι, προέκυψε η διακυβερνητική - και όχι η διεθνής - επιτροπή για την κλιματική αλλαγή, το 1988.

Ήδη πριν από το Sundsvall, το 1989, προσωπικότητες της αυτοκινητοβιομηχανίας και της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων των ΗΠΑ είχαν δημιουργήσει τον Παγκόσμιο Συνασπισμό Κλίματος για να υποστηρίξουν την ταχεία δράση και να αμφισβητήσουν τα στοιχεία των επιστημόνων και των κατοίκων κάποιων νησιών του Ειρηνικού. Παράλληλα με τις ομάδες σκέψης(
thinktanks), όπως το Ινστιτούτο Τζορτζ Μάρσαλ, και εμπορικούς φορείς, όπως η Ένωση Καυσίμων της Δύσης, συνέχισαν μια σταθερή διάχυση δημοσιεύσεων στα μέσα ενημέρωσης - συμπεριλαμβανομένης μιας ταινίας - για να δυσφημίσουν την επιστήμη.

Οι προσπάθειές τους να αποθαρρύνουν την πολιτική δέσμευση ήταν μόνο εν μέρει επιτυχείς. Οι επιστήμονες παρέμειναν στις θέσεις τους σταθεροί και μια συμφωνία για το κλίμα υπογράφηκε το 1992. Και έτσι η προσοχή στράφηκε τελικά στους ίδιους τους επιστήμονες.


Η στρατηγική Serengeti

Το 1996, σημειώθηκαν συνεχείς επιθέσεις εναντίον του επιστήμονα του κλίματος Ben Santer, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τη σύνθεση κειμένου στη δεύτερη έκθεση αξιολόγησης της IPCC. Κατηγορήθηκε ότι «παραποίησε» από πρόθεση τη διατύπωση και του συν-συντάξαντος  του IPCC  του Fred Seitz από τον  Παγκόσμιο Συνασπισμό Κλίματος(βλέπε παραπάνω).

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ο Μάικλ Μαν, του οποίου το διάσημο διάγραμμα «χόκεϊ ραβδί» των παγκόσμιων θερμοκρασιών ήταν βασικό μέρος της τρίτης έκθεσης αξιολόγησης, δέχθηκε πυρά από δεξιές ομάδες διαμόρφωσης σκέψης(
thinktanks) και ακόμη και από τον Γενικό Εισαγγελέα της Βιρτζίνια. Ο Μαν χαρακτήρισε αυτήν την απόπειρα να επιλέγουν τους επιστήμονες που θεωρούνται ευάλωτοι στην πίεση «η στρατηγική Σερενγκέτι»(περιοχή της Τανζανίας με τα μεγαλύτερα εθνικά πάρκα του πλανήτη).
https://youtu.be/7NaGIQ3j3b0 


Όπως έγραψε ο ίδιος ο Μαν

Ξεχωρίζοντας έναν μοναδικό επιστήμονα, είναι δυνατόν οι δυνάμεις της λεγόμενης «αντί-επιστήμης» να επιδοθούν με  πολλούς περισσότερους πόρους ενάντια σε ένα άτομο, ασκώντας τεράστια πίεση από πολλές κατευθύνσεις ταυτόχρονα, καθιστώντας δύσκολη την άμυνα. Είναι παρόμοιο με αυτό που συμβαίνει όταν μια ομάδα λιονταριών στο Serengeti αναζητά μια ευάλωτη ή άρρωστη ζέβρα στην περιφέρεια ενός κοπαδιού.
 
Καθώς τα στοιχεία έγιναν όλο και πιο συναρπαστικά, οι επιθέσεις εναντίον των επιστημόνων κλιμακώθηκαν.

Στα τέλη του 2009, λίγο πριν από τη σύνοδο κορυφής της Κοπεγχάγης, τα ηλεκτρονικά ταχυδρομεία μεταξύ των επιστημόνων του κλίματος παραβιάστηκαν και σβήστηκαν. Επιλέχθηκαν κάποιοι συγκεκριμένα προσεκτικά για να φαίνεται ότι οι επιστήμονες ήταν ένοχοι δημιουργίας πανικού. Το λεγόμενο σκάνδαλο «climategate» στη Κοπεγχάγη δεν φταίει για την αποτυχία της συνόδου, αλλά κράτησε τους αντιρρησίες κλίματος ενεργούς και τους βοήθησε να θολώσουν τα νερά αρκετά ώστε να φαίνεται σαν να υπήρχε νόμιμη αμφιβολία για την επιστημονική συναίνεση αναφορικά με το κλίμα.

Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα τους?

Χάρη στο COVID-19, η επόμενη έκθεση αξιολόγησης IPCC πιθανότατα δεν θα παραδοθεί πριν από το καθυστερημένο συνέδριο στη Γλασκόβη στα τέλη του 2021. Πιθανότατα δεν θα υπάρχει τίποτα σε αυτό που να μας λέει περισσότερα από αυτά που ήδη γνωρίζουμε -  τα επίπεδα του  CO₂ αυξάνονται, οι συνέπειες συσσωρεύονται και οι εκστρατείες για την καθυστέρηση της ουσιαστικής δράσης , ήταν θεαματικά επιτυχημένες τα τελευταία 30 χρόνια.

Ορισμένοι επιστήμονες, συμπεριλαμβανομένου του καθηγητή του Πανεπιστημίου της Κολούμπια Τζέιμς Χάνσεν, υποστηρίζουν ότι οι αγωνιώδεις προσπάθειες των επιστημόνων να αποφύγουν να προκαλέσουν κατηγορίες για πανικό έχουν οδηγήσει σε έμφυτη αισιοδοξία. Η επίσημες επιστήμoνικές πηγές του IPCC μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι πολύ προσεκτικά υποτιμημένες. Μάλλον ειναι χειρότερα - πολύ χειρότερα - από ό, τι νομίζουμε και διαβάζουμε.

Εάν οι τελευταίες τρεις δεκαετίες έχουν διδάξει στη διεθνή κοινότητα κάτι, είναι ότι «η επιστήμη» δεν είναι μια ενιαία, σταθερή οντότητα που, που παρουσιάζεται σωστά, και θα ωθήσει όλους στη δράση. Δεν υπάρχουν
shortcuts στις τεχνολογικές, οικονομικές, πολιτικές και πολιτιστικές αλλαγές που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Αυτό ήταν και η αλήθεια πριν από 30 χρόνια στο Sundsvall. Το μόνο πράγμα που έχει αλλάξει είναι ο χρόνος που έχουμε αφήσει και δεν έχουμε κάνει κάτι.

Ετικέτες