Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ/ΜΕΤΑΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ/ΜΕΤΑΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

12 Σεπ 2018

Η μετανεωτερική νεοφιλελεύθερη 'ψευτο'-αριστερά (VII): Πρέπει να κάνουμε πάλι την ευγένεια, την κομψότητα και την φιλικότητα σαν τις πιο προοδευτικές αρετές για τον άνθρωπο

Η μετανεωτερική νεοφιλελεύθερη ψευτοαριστερή. «Παλαιότερα πίστευαν στις μάσκες».

Πρέπει να κάνουμε πάλι την ευγένεια, την κομψότητα και την φιλικότητα σαν τις πιο προοδευτικές αρετές για τον άνθρωπο[1].

Διάβασμα σε 4,5 ‘ THS 12092018

Περιεχόμενα

  1. Από μια μοντέρνα διασκέδαση γίνεται ξαφνικά μια μεταμοντερνίστικη σοβαρότητα. Παλαιότερα η ψευδαίσθηση του παιγνιδιού ήταν ευπρόσδεκτη. Σε μια καλώς εννοούμενη ψευδαίσθηση αντιστοιχεί τώρα πλέον και κάποιο εξαπατημένο άτομο,μια γυναίκα ίσως, μια κοινωνική ομάδα ή ...
  2. Το παιγνίδι της δήθεν ακρόασης
  3. Η επικοινωνία των “εισαγωγικών”. Σωσίβιο διάσωσης.
  4. Μάλλον η αόρατη τρίτη ψευδαίσθηση κατέληξε να έχει και ένα εξαπατημένο!
  5. Προσπάθεια ενός επιλόγου ανηλικότητας και ο πρόλογος μιας ενηλικότητας.

Υπόθεση εργασίας. Γνωρίζω κάποια γυναίκα, έξοδος, και το πρώτο που κάνω – για να προστατέψω και τον εαυτούλη μου, σίγουρα αυτό- είναι εάν βγούμε για φαγητό σινεμά ή σε μπαρ, να προσπαθήσω να την βοηθήσω να βάλει το σακάκι της, το παλτό της το μπουφάν εν πάση περιπτώσει ότι και αν φοράει. Εάν αρχίσει όμως «μα πως, και γιατί, και τι είναι αυτό, θα γίνουμε ρεζίλι», εκεί έχει λήξει η προσπάθεια γνωριμίας. Adieu! Θα μου πείτε γιατί? Ίσως με βοηθήσει και μένα να κατανοήσω το παρακάτω κείμενο ή θα πρέπει να πάω στον καναπέ του ψυχαναλυτή.

Κάποιοι θα μου πουν ότι είμαι ξεπερασμένος, κάποιοι θα πουν ότι προωθώ τον μισογυνισμό και κάποιοι ότι θεωρώ τη γυναίκα αδύναμο κρίκο στην κοινωνία, που είναι τελικά αν την παρατηρήσουμε στα πλαίσια της ισότητας των δικαιωμάτων σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας. 


Το παιγνίδι της δήθεν ακρόασης

Και τότε αλλά και σήμερα υπάρχουν πολλές γυναίκες που παίζουν το συγκεκριμένο ρόλο τέλεια όπως υποδείκνυει η παλαιότερη παραδοσιακή τάξη στη κοινωνία: πρέπει δήθεν να δείχνουν ενδιαφερόμενες για το θέμα, σαν να μην έχουν ακούσει ποτέ για το θέμα στο οποίο αναφέρεται ο άνδρας, αν και το γνωρίζουν. Ακριβώς οι πιο θαυμάσιες και εξυπνότερες γυναίκες μπορούσαν και έπαιζαν και παίζουν και σήμερα αυτό το ρόλο, να ακολουθούν με αστραφτερό βλέμμα τον άνδρα κατά τη διάρκεια της αφήγησής του, ακόμα και γνωστές ιστορίες με μια εμφάνιση έντασης στο πρόσωπο, σαν να θέλει να ξέρει τι έπεται και ακόμα να γελάνε για ξεπερασμένα ανέκδοτα. Ενώ λοιπόν ο άνδρας χαιρόταν, γιατί πίστευε ότι αναφερόταν σε κάποιο ενδιαφέρον θέμα, οι γυναίκες έπαιζαν το ρόλο τους, και απλά φαινόντουσαν ότι ακούν με πολύ ενδιαφέρον.
Και σε αυτό το παιγνίδι έχουμε μια άλλη περίπτωση. Εδώ έχουμε άνδρες να σιωπαίνουν και να φλυαρούν οι γυναίκες, και γεννιέται η εντύπωση ότι εδώ έχουμε άνδρες που θέλουν να πουν κάτι σε μία γυναίκα και η γυναίκα ακούει ευχάριστα και προσηλωμένη. Αντίθετοι ρόλοι λοιπόν. Ο Lacan παρατηρεί σε αυτή τη περίπτωση ότι η επίδειξη της ανδρικότητας στη συγκεκριμένη περίπτωση φτάνει στην απέναντι πλευρά να την αισθάνεται η γυναίκα ακόμα και σαν μια θηλυκότητα:[2] διότι, ότι δείχνεται μπορεί να παρουσιάζεται σαν ανδρικό, αλλά το γεγονός ότι επιδεικνύεται δρα με ένα τόνο θηλυκότητας. Θα ήταν θεμιτό να αναγνωρίσουμε αυτή την ανταλλαγή των ρόλων και να μη φτάσουμε σε σημείο και εδώ να πούμε ότι η ομιλία του άνδρα είναι ένα δείγμα της ανδρογενούς επιδεικτικότητας και αυθάδειας του.
Κάποιες γυναίκες είναι τόσο οξυδερκείς και επιδέξιες στο λόγο τους που φτάνουν στο σημείο της «Σωκρατικής ειρωνείας», αναφέρει ο Pfaller, πολλές δε από αυτές έχουν αναπτύξει τη συγκεκριμένη τέχνη τόσο καλά που υπερβαίνει την αυθεντική Σωκρατική τέχνη. Στα πλαίσια της «διαλεκτικής τους» που κάτεχαν, μπορούσαν οι γυναίκες να κάνουν τους άνδρες να εκφράσουν αυτές τις συγκεκριμένες ιδέες και πεποιθήσεις που ήθελαν οι άνδρες να πουν στις γυναίκες μέσα από το παιγνίδι «δήθεν», των γυναικών. Είναι απορίας άξιο, εάν στα πλαίσια ενός τέτοιου παιγνιδιού ακόμα και μια εξαιρετική παρουσίαση αντεπιχειρημάτων θα μπορέσει να είναι κατάλληλη για να πείσει κάποιον, όπως τα υποτιθέμενα γυναικεία ερωτήματα, η φαινομενικά παθητική ακρόαση και η διάθεση να αφήσει να φαίνεται να έχεις πεισθεί.[3] Εδώ μια γυναικεία διαλεκτική είναι ανώτερη από μια ανδρογενή (μόνο-)λογική.

Η επικοινωνία των εισαγωγικών. Σωσίβιο διάσωσης.

Και συνεχίζουμε και διερωτόμαστε, γιατί τελικά θέλουμε να τα δούμε με τον δικό μας αυθεντικό τρόπο όλα αυτά που αφορούν την καθημερινότητα μας? Ναρκισσισμός, πουριτανισμός?

Τόσο σε συζητήσεις μεταξύ διανοουμένων και κάστας μεσοαστών τόσο προφορικά όσο και στο γραπτό λόγο ξαφνικά δεν προλαβαίνουμε να βάζουμε λέξεις σε εισαγωγικά . Σκοπός είναι α) να μη προσβληθεί ο απέναντι στον οποίο απευθύνουμε το λόγο κατανοώντας λάθος το νόημα ίσως, β) βάζουμε τις λέξεις σε εισαγωγικά για να μπορέσουμε να πλέξουμε μια ολόκληρη ιστορία αν μας ρωτήσει κάποιος και πως το εννοείτε και γ) υπάρχει μια πίεση μιας συνεχούς δυναμικής αντικατάστασης των λέξεων και δεν γνωρίζουμε ποια λέξη οφείλει να είναι η αληθινή για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και να μη θεωρηθεί και σαν ειρωνική έκφραση με ότι αυτό συνεπάγεται. Και στον προφορικό λόγο δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που με κίνηση των δαχτύλων του σήματος του ‘Victory’ λυγισμένα προς τα εμπρός με δυο κοφτές ταλαντώσεις μπροστά και προς αυτόν που απευθυνόμαστε στο λόγο- και με ένα παιδαγωγικό ύφος έκφρασης, προσπαθούμε να βάλουμε τάξη στο τι θέλουμε εμείς να εννοηθεί και να μη παρεξηγηθεί με το σήμα των εισαγωγικών, όπως είναι και στην Ελληνική νοηματική γλώσσα. Ξαφνικά απευθυνόμαστε στον απέναντί μας με μια καθαρά εικονική σύλληψη ενός νοήματος, με νοηματικές κινήσεις.Πως είναι δυνατόν το ειρωνικό χαρακτηριστικό του λόγου της πολιτικής ορθότητας των Ευρωαριστερών του Berlinguer κλπ. απέναντι στους ορθόδοξους -δογματικούς πολιτικούς στα χρόνια του ‘60 και ‘70 ξαφνικά μετά από ένα διάλλειμα μιας 30ετίας να επανεμφανίζεται στη δημόσια σφαίρα από τους ίδιους σαν εργαλείο για τον ορθό λόγο στη κάστα τους και μέσα στη μεσαία κοινωνική τάξη[4]? Και όχι μόνο απέναντι στους χαρακτηριζόμενους δεξιούς αλλά και απέναντι σε αυτούς που δεν συμφωνούν μαζί τους, στη μεσαία τάξη. Σηκώνει ένας μεσοαστός, και πλέον και σημερινός αυτοονομαζόμενος αριστερός το δάχτυλο για να έχει προβάδισμα απέναντι σε έναν άλλο μεσοαστό- αριστερό. Παρατηρήστε το.


Μάλλον η αόρατη τρίτη ψευδαίσθηση κατέληξε να έχει και έναν εξαπατημένο!

image«Πως, μου κρατάτε τη πόρτα για να εισέλθω?» «Γιατί είμαι ανίκανη να μπω μόνη μου?» «Καλά πας καλά, με βοηθάς να βάλω το παλτό μου, δεν μπορώ μόνη μου είμαι ανίκανη?"[5]» «Μπες στο ασανσέρ γιατί περιμένεις να μπω εγώ πρώτη?» «Κάθισε,  όρθιος θα φας ή περιμένεις να καθίσω εγώ πρώτα στο τραπέζι ?» «Καλά, περιμένεις να ανεβώ εγώ πρώτη τη σκάλα, είσαι καλά?[6]»
Προσπαθήστε  σαν άνδρας όταν συναντηθείτε με ένα γνωστό σας ζευγάρι ή με μια παρέα ανάμεικτη φύλων να χαιρετήσετε πρώτα τις γυναίκες. Όταν προτάξετε το χέρι σας – φυσικά εάν θέλετε δια χειραψίας και όχι δια εναγκαλισμού- μόνο οι άνδρες αντιδρούν οι γυναίκες περιμένουν την σειρά, δεύτερες! “Ladies first” τείνει να εξαφανιστεί από το λεξιλόγιο μας.
Ναι, ναι έτσι είμαστε πλέον, δεν μπορούμε ούτε να είμαστε όπως αισθανόμαστε. Όχι! Θα είσαι εσύ μόνος σου και χύμα. «Ξέρεις ότι η γυναίκα πλέον ουρεί όρθια? Όχι δεν το γνώριζα λυπάμαι!» «Τώρα όμως ενημερώθηκα, δεν αστειεύομαι.» Βλέπε παρακάτω διαφημιστικό εξαρτήματος. Από λόγους υγιεινής θα το προτιμούσαμε το όρθιο για τις γυναίκες σε δημόσιες τουαλέτες.
Frau pinkelt stehendΣτη δημόσια σφαίρα όλοι νομίζουν ή μπορούμε να πούμε ακόμα ότι φοβούνται -προπάντων όλοι από τους μεσοαστούς και πάνω- ότι θα θεωρηθούν βλάκες λόγω μιας λανθασμένης εικόνας που δίνουν ή μπορεί να δώσουν. Δεν νομίζω στις κατώτερες και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες να μιλούν ή να γράφουν με εισαγωγικά. Εκεί λένε αυτό που σκέπτονται και αισθάνονται, σίγουρα στα πλαίσια που έχουν αποδεχτεί σαν το κοινωνικό milieu  τους και τα γνωρίζουν πολύ καλά.
Σε αυτόν το νεοφιλελεύθερο κόσμο δεν μπορείς να προτάξεις όμορφα και αλληλέγγυα οράματα όπως ευγένεια, κομψότητα, αποτροπή κάθε κινδύνου για τον διπλανό σου
 
Έτσι διαμελίζεται η δημόσια σφαίρα ο δημόσιος χώρος γίνεται εχθρικός, καταλαμβάνεται από μεμονωμένα άτομα χωρίς αλληλεγγύη χωρίς συλλογική προοπτική, ακόμα και για βιώματα στη γειτονιά. Το παρατηρούμε καθημερινά: οι γειτονιές έχουν, εκτός από κάποιους αρκετά ηλικιωμένους, αποκτήσει πολλά ανώνυμα πρόσωπα, χωρίς σχέση το ένα με το άλλο, και αυτό γιατί δεν θέλουμε να παίξουμε ένα ρόλο να φτιάξουμε μια όμορφη εικόνα για μια στιγμή που θα ομορφύνει την καθημερινότητά μας. Αυτή η τάση που υπάρχει τώρα και αρκετά χρόνια και έχει εγκαθιδρυθεί, ο άνθρωπος να «διαγράφει κάθε είδους μυθοπλασία, που ποτέ δεν ήταν μυθοπλασία και ποτέ δεν παραπλανούσε κάποιον, εκτός από έναν αόρατο τρίτο με τον οποίο είχαμε συμμαχήσει»[7], αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης της δημόσιας σφαίρας διαλύει το δημόσιο χώρο. Ας κοιτάξουμε γύρω μας. Υπάρχει αυτός ο δημόσιος χώρος? 
Από το δημόσιο χώρο δεν έχεις να περιμένεις κάτι πλέον και εκτός αυτού μη με ενοχλείς, είναι ότι καλύτερο για όλους μας. Είμαι μόνος αλλά «αυθεντικός» είμαι αυτό που θέλω να είμαι! Εδώ εισαγωγικά όχι για να μη πληγωθεί κάποιος αλλά για να δώσουμε έμφαση στην πάρα-αυθεντικότητα που υπάρχει.
Πρόσφατα μπροστά σε βιβλιοπωλείο: «Ξέρεις τι θυμήθηκα τώρα με αυτό που είπες, λέω σε κάποιο γνωστό μου? Πως λέγεται στη διάλεκτο σου από ‘κει που κατάγεσαι το κουνέλι αλλά ονομάζεται και έτσι στα Αρχαία? Δεν ξέρω μου απαντά. Κόνικλος του λέω. Και στα Γερμανικά – σε δημοτική- λέγεται, Καρνίκελ . Γυρίζει μια κυρία ηλικίας τέλη 50 αρχές 60 και με σοβαρό ύφος και υψωμένη τη φωνή: «Τι είναι αυτά που λέτε,  δεν υπάρχει δημοτική και δεν υπάρχει αυτή η λέξη και κουνέλι στα Γερμανικά λέγεται Kaninchen και εγώ σπούδασα γερμανική γλωσσολογία και ξέρω». Έφυγα σιωπώντας. Με τέτοιους αυτοχρισμένους αριστερούς και διανοούμενους τι να διεκδικήσεις και με ποια σοβαρότητα και ποια μελλοντική αξιοπρέπεια, χωρίς να αναλωθείς στον υποκειμενικό τους ναρκισσισμό και φυσικά και ατομικό ιδεαλισμό να ξεκινήσεις ένα διάλογο. Σηκωμένος δάκτυλος και οφρύς!

Θα τελειώσουμε με την κατά κυριολεξία απόδοση ενός καθοριστικού του Pfaller(2018).

„Ένας φεμινισμός ο οποίος προωθεί μια τέτοια εξέλιξη, οδηγεί στη διαμέλιση και καταστροφή του δημόσιου χώρου σαν δημόσια σφαίρα  και κάνει τις γυναίκες και όσους θέλουν να ονομάζονται γυναίκες στο δημόσιο χώρο- να χάσουν ένα μεγάλο μέρος των διευκολύνσεων και της κομψότητας που είχαν οι γυναίκες και που θα μπορούσαν να ομορφύνουν την καθημερινότητα τους [και μαζί με αυτές και ο σύντροφός τους, ό άνδρας, ο ερωμένος, ο φίλος τους:σημείωση του αρθρογράφου].

Όπως και σε άλλα κινήματα χειραφέτησης οι άνθρωποι συγχέουν την απελευθέρωση με την«απομάγευση του κόσμου»[8][Weber] και την αφομοίωση  τους στο ρεύμα για τους ίδιους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, χωρίς να υπάρξουν απώλειες.  

Δίδει δε προβάδισμα σε ένα πουριτανιστικό ιδεώδες ενός νεοφιλελεύθερου κόσμου. Το γυναικείο θέμα γίνεται απλά μια ‘καμαριέρα’ της ατζέντας του αχόρταγου κεφαλαίου. Χειραφέτηση σύμφωνα με τα παραπάνω σημαίνει απλά μια «συστημική αφομοίωση»[σημείωση του αρθρογράφου] και συγχρόνως παραίτηση από ένα μεγάλο μέρος των διαφόρων μορφών, της όμορφης ζωής, τους οποίους διέθετε ο δημόσιος χώρος για τις γυναίκες, μέχρι πρόσφατα. Σίγουρα είναι ένα θέμα που θα πρέπει να σταθμιστεί, δηλαδή αν θα υπάρξει μια απελευθέρωση που αξίζει μιας τέτοιας απώλειας, αν θα μπορούσε δηλαδή να φέρει τόσα πολλά πλεονεκτήματα από αυτά που θα χανόντουσαν. Εάν όμως όλα αυτά τα θετικά και πλεονεκτήματα που σε μια παλαιότερή γενιά θα είχαν οι γυναίκες, θα τα αρνιόντουσαν και θα τα απαξίωναν, όπως και γίνεται σήμερα σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, τότε μια τέτοια στάθμιση δεν θα είναι πραγματοποιήσιμη. 

Οι λόγοι για τους οποίους κάποιοι από εμάς είναι 'κολλημένοι' σε τέτοιου παλαιού τύπου σχέσεις θα πρέπει να φαίνονται ακατανόητοι και ανορθόδοξοι για τους περισσότερους, γραφικοί σίγουρα και θα σε χαρακτηρίσουν και συντηρητικό. 

Η υποκειμενικός ιδεαλισμός και ο πολιτισμικός ναρκισσισμός των τελευταίων 30 ετών που αλληλοσυμπληρώνονται και συνοδεύουν κάθε ας πούμε προσπάθεια απελευθέρωσης σε διάφορους τομείς (βλέπε, χορτοφαγία, βεγκανισμός, «μετα»-χειραφέτιση γυναικών )έχουν μια κοινή αδυναμία: Την προσήλωση τους στο Εγώ, ενώ προκαλούν μία έλλειψη σε αναφορά σε αντικείμενο, που αυτό είναι το ζητούμενο. Είναι ένα είδος „ Rebels without a Cause“ (επαναστάτης χωρίς αιτία).
Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι για κάθε αναδυόμενη αδυναμία ενός προσώπου- ατόμου δημιουργείται και ένα κίνημα χειραφέτησης. 
Το καινούργιο είναι “δεν δεχόμαστε να μιλούν με τρόπο που μπορεί να πληγωθεί ο άλλος", ή “είμαι αυτό που είμαι και δεν παρακαλώ κανένα να είναι κοντά μου”. Τελευταίο το παρατηρούμε ιδιαίτερα στους νέους. 
Νέοι. Δεν τους ενδιαφέρει τι μπορεί να γίνουν ή σε τι μπορεί ή θέλουν να εξελιχθούν ή τι θα ήθελαν να είχαν μετά από μερικά χρόνια σαν  μέλη μιας κοινωνίας. Όχι ! Θέλουν την αυθεντικότητα τους σαν ύψιστη αξία, και αυτό σήμερα και μόνο σήμερα. Ο υποκειμενικός ιδεαλισμός στο μεγαλείο του.
Η αυξημένη δυσαρέσκεια που πάρα πολλές γυναίκες σήμερα πλέον βιώνουν παρόλο των επιτυχημένων χειραφετημένων κινημάτων τους, μας επισημαίνουν το αναπόφευκτο επακόλουθο. Αυτό θα ανοίξει και πάλι με κάποια φυσικότητα (του κατεστημένου) νέες δυνατότητες και πεδία ενασχόλησης επαγγελματικά και ερευνητικά συνήθως από ‘γραφειοκρατικές αγωνίστριες και αγωνιστές’ που αντιστοιχούν σε τέτοιο τύπο ανθρώπων που ήδη έχουμε αναφέρει και χαρακτηρίσει στις προηγούμενες αναφορές μας: άνθρωποι που ζουν από τα λάθη τους.»
Προσπάθεια ενός επιλόγου ανηλικότητας και  προλόγου μιας ενηλικότητας.

Τι θα συμβεί στο μέλλον πολιτικά, μετά από την αγανάκτηση και απογοήτευση για το ότι λόγω των νεοφιλελεύθερων πολιτικών χάνονται στοιχειώδη standards διαβίωσης [και όχι επιβίωσης:σημείωση του αρθρογράφου], για το ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι κατρακυλούν στη σκάλα προς τις φτωχοποιημένες κοινωνικές ομάδες. Θα βρεθεί μια διαφορετική μορφή έκφρασης αυτής της αγανάκτησης από ότι ελπίζουν και στηρίζουν οι ακροδεξιοί?  Και εδώ θα παιχθεί το παιγνίδι. Στην γλωσσική αντιπαράθεση, επικοινωνία και discurs(διάλογο).
Αυτό θα έπρεπε να είναι και το καθήκον όλων των πραγματικών διανοούμενων και αριστερών και όχι το engagement με σύμβολα του ‘70.
Σήμερα συνήθως μετά την εργασία τους παραμένουν στο σπίτι τους ή/και σε φιλοσοφικά σεμινάρια και αυνανίζονται για το αν το υποκείμενο θεωρείται αδιαίρετο κοινωνικά ή όχι και ανησυχούν με σπιτικό παραδοσιακό τρόπο[σημείωση του αρθρογράφου]. Ίσως κατανοήσουν να χρησιμοποιήσουν μια γλώσσα χωρίς συμβολισμούς[9] και πολιτικής ορθότητας πλέον – όπως είναι σήμερα αυτή των ψευτοαριστερών και διανοουμένων, - αλλά προσανατολισμένη στις ανθρώπινες αξίες που είναι υπό κατάρρευση.
Πρέπει να καταλάβουν οι αυτοχαρακτηριζόμενοι και αυτοχρησμένοι αριστεροί μιας εν δυνάμει  ανοικτής κοινωνίας δηλαδή της ισότητας και της δικαιοσύνης, ότι το κοινό στο οποίο θα απευθυνθεί και οφείλει κανείς να ενεργεί και να δραστηριοποιείται, πάντα από εμάς τους ίδιους συμπαράγεται. Το κοινό δεν είναι μόνο του, "απλά εκεί", αλλά συνδημιουργείται από εμάς , αλλά και από τους λαϊκιστές δεξιούς και αριστερούς βεβαίως. Οι διανοούμενοι δεν δείχνουν ότι εμπλέκονται ενεργά, όταν μόνο και μόνο αρχίζουν να μιλάνε από κάποιο βήμα ή από μια βουλή του λαού.
Αυτό που “χρειάζεται είναι η απόδοση εννοιολογικού έργου”. [Isolde Charim, Ich und die Anderen, Wie die neue Pluralisierung uns alle verändert, Zsolnay 2018]  Οι καιροί είναι τόσο συγκεχυμένοι ώστε οι παλαιές γραμμές επιχειρημάτων και διαμαρτυριών είναι εντελώς άκαιρες. «Οφείλουμε να επιδείξουμε κατανόηση για να δημιουργήσουμε στους ανθρώπους δυνατότητα για να κατανοούν» για όλα αυτά που τους λέμε. [Isolde Charim]. 
Πρόσφατα στις κοινωνικές συγκρούσεις στο Chemnitz στη Γερμανία όπου σκοτώθηκε ένας 35 χρόνος Γερμανός- και από ότι λένε οι πηγές ενημέρωσης μέσα από μια διένεξη με δυο Ασιάτες μετανάστες- , πήγε μια ομάδα του τηλεοπτικού καναλιού ZDF με δημοσιογράφους να κάνουν reportage και μέσα σε όλα είπαν στο θυμωμένο πλήθος, ότι το “ζητούμενο είναι να μιλάμε μεταξύ μας και να βρίσκουμε λύσεις”. Τι θα πει αυτό για τους κατοίκους? Δεν ακούν καθόλου τέτοιες προτάσεις. Φυσικά οι κάτοικοι και μάλιστα μια γυναίκα 50 ετών τους έβαλε στη θέση τους και δεν μπορούσαν να πουν απολύτως τίποτα για το θέμα του ρατσισμού και τις αντιδράσεις του ντόπιου πληθυσμού. Νομίζουν ότι πολυπολιτισμικότητα  σε μια κοινωνία είναι ένα συνονθύλευμα  από γλώσσες, θρησκείες,, κουλτούρες. Δηλαδή προστέθηκαν κάποια μέχρι σήμερα ξένα στοιχεία σε μια ήδη υπάρχουσα και δομημένη κοινωνία. Όχι, πρώτα οι Γιουγκοσλάβοι οι Έλληνες οι Τούρκοι οι Ιταλοί, μετά  οι Ζέρβοι, οι Κροάτες και οι Κοσοβάροι,  μετά ήρθαν οι Πολωνοί, οι Σλοβάκοι, μετά οι Μουσουλμάνοι και τέλος, σήμερα δηλαδή οι μετανάστες. Είναι ένα ιστορικό process όλο αυτό.
Πήγαν αδιάβαστοι και έφυγαν αδιάβαστοι οι δημοσιογράφοι. Μόνο με το διανοουμενίστικο στυλ ‘70 αντίδρασης των  δημοσιογράφων, με την ήρεμη φωνή και τις αργές κινήσεις και το παιδαγωγικό ύφος δεν έχει μέλλον εξέλιξης η αναδιάρθρωση  μιας κοινωνίας μέσα σε μια τέτοια τεταμένη πολιτική σκηνή.
Και εδώ πολλοί προπάντων αριστεροί θα κλείσουν το μάτι και θα πουν καραδεξιός ο αρθρογράφος.  Πρέπει να είσαι διαβασμένος και να δείχνεις κατανόηση για να πας να αντιμετωπίσεις την υποβαθμισμένη κοινωνία της πρώην Ανατολικής Γερμανίας και να μην αφήσεις τον φασισμό να φτάσει παντού στη κοινωνία και ιδιαίτερα στα χαμηλά κοινωνικά στρώματα.
Και βέβαια, να εγκαταλειφθεί το ψεύτικο άλλοθι των σοσιαλδημοκρατών ala Schröder, και πρασίνων ala Ödzemir που είχαν πάντα επιτυχία, μόνο όταν στην πραγματικότητα εφάρμοζαν τις νεοαυταρχικές και νεοφιλελεύθερες γραμμές στο οικονομικό τους πρόγραμμα. Γιατί το έκαναν αυτό?
Γιατί η πολιτική της δεξιάς ζώνης μετατέθηκε προς το κέντρο επιδρώντας σε όλες τις πολιτικές προοπτικές. Για να διαφοροποιηθούν λοιπόν στις κύριες θέσεις από τους πολιτικούς τους αντιπάλους, επινόησαν σχετικά ασήμαντα θέματα να βάλουν στην ατζέντα τους, όπως πολυπολιτισμικότητα, ομοφυλοφιλία, διεμφυλικότητα κλπ.
Όσο και δίκαιο, αναγκαίο και καλοδεχούμενο είναι η ενασχόληση με τα δικαιώματα κάποιων μειονοτήτων, τόσο επαίσχυντο είναι το να τα χρησιμοποιείς όλα αυτά για να αποπροσανατολίσεις από άλλα σημαντικά θέματα, επειδή δεν έχεις τους μηχανισμούς να ασχοληθείς, δεν έχεις την οικονομική δυνατότητα ή απλά δεν σε ενδιαφέρει, να δώσεις έμφαση στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας του νεοφιλελευθερισμού. Αυτό απευθύνεται στους σημερινούς ψευτοαριστερούς και εναλλακτικούς ήθους.
Εδώ σημειώνουμε να παρατήσουμε τις θέσεις και τις γνώμες των πολιτικών της ΤΑ φορέων διανοουμένων και άλλων θεσμικών οργάνων προνομιούχων όσο αφορά, π.χ. το pride party, την γυμνή ποδηλατοδρομία, τις φωτεινές ράβδους στις διαβάσεις πεζών στο κέντρο της πόλης της Θεσσαλονίκης, τις εκθέσεις μόδας από ανακυκλώσιμα υλικά, τα χαρακτηριζόμενα φεστιβάλ για το πεζοδρόμιο, φεστιβάλ για τους λουκουμάδες, φεστιβάλ για την κολοκύθα, φεστιβάλ για την ανακύκλωση κλπ. κλπ.Tittytaitment
Η πόλη “πεθαίνει σαν χώρα” και εμείς στο κόσμο μας.
Μπορεί εδώ να μη συμβαίνει ακόμα τόσο εκκεντρικά αλλά σε ευρωπαϊκές πόλεις σε down town πεζόδρομους και εμπορικές ζώνες, διαφημίζεται η αντιομοφοβία και ο αντιδιεμφυλισμός με διάφορους τρόπους ακόμα και με παρουσία των ιδίων σε συγκεκριμένα σημεία των πεζόδρομων, ενώ συγχρόνως υπάρχουν ομάδες μειονοτήτων που έχουν πληγεί πολύ περισσότερο από την αυξανόμενη ανεργία, την μείωση των προσφερόμενων κοινωνικών υπηρεσιών και από τις κοινωνικές εντάσεις μεταξύ τους.
Και όλα αυτά από πολιτικές και οικονομικά προγράμματα που εφαρμόζουν οι δήθεν πολιτισμικά εκσυγχρονιστικές κυβερνήσεις του νεοφιλελευθερισμού, σε κεντρικό επίπεδο εξουσίας και επίπεδο ΤΑ.

[Σημείωση του συντάξαντος:]

Άσχετα αν τα κείμενα διαβαστούν ή όχι περασθούν μια διαγώνια ματιά ή όχι, και αυτό κάτι θετικό θα είχε,  αισθάνθηκα ότι η συντροφιά των βιβλίων το διάβασμα για το συγκεκριμένο θέμα και το γράψιμο δεν αντικαθιστούν την ανθρώπινη διάδραση και το επικοινωνιακό παιγνίδι,  έστω και παρέα με αυτόν/την “αόρατη μυθοπλάστρια”, τουλάχιστον όπως την γνώρισα κάποτε. Μήπως η σκέψη και η δράση μας έχουν καταργήσει ήδη την ανθρώπινη υπόσταση, από την στιγμή που μπαίνει ο υποκειμενικός ιδεαλισμός σαν αρχική ερώτηση με σεκοντάρισμα της ψηφιοποίησης, γιατί το κάνω εγώ αυτό, θα ωφελήσει εμένα?

Και η απάντηση στο ερώτημα που έθεσα στην αρχή της συγγραφής των κειμένων στις 24.4.2018 …“Είναι τα συμπτώματα μιας πολιτικής, που τα νοιώθουμε πολλοί τόσο στο πετσί μας όσο και στη διάθεσή μας πάρα πολλές φορές, και σήμερα προσπαθούμε να εντοπίσουμε μέσα από μια για μένα προσωπικά σημαντική αναζήτηση - για να  μπορέσω πάρω και επί τέλους τις αποστάσεις μου και να μη εθελοτυφλώ και για τη στάση πολλών συμπολιτών μου - , διαφόρων σημαντικών λόγων μιας εκκωφαντικής αποτυχίας του λεγόμενου «ανοικτού δημοκρατικού μπλοκ».”

Δεν θα μπορέσω να δώσω μια απάντηση, μάλλον μ’ αρέσει να εθελοτυφλώ για να μη βλέπω την πραγματικότητα και φτάσω σε άλλο σημείο, αλλά  όπως μου είπε μια γνωστή χθες μετά  που της διηγήθηκα κάτι όταν ψώνιζα bio δαμάσκηνα: “συμφιλιώσου με τη μ…α που σε δέρνει και τέλος, έτσι κι αλλιώς θα την ξαναπατήσεις με τους ανθρώπους”.

Η βασική βιβλιογραφία-Grundlegende Literatur

20180912_132148


[1] Θα μας επιτρέψτε αν γίνουμε λίγο vulgär και να πούμε ότι το «χειμαδιό» εκτός των άλλων εντοπίστηκε και εντατικοποιήθηκε και μέσα από την απλοποίηση της γλώσσας μας από τους διανοούμενους, όταν εγκαταλείφθηκε το πολυτονικό σύστημα γραφής και έκφρασης και το αυγό έγινε αβγό, το ταξείδι ταξίδι και το άλλωτε άλλοτε και ξαφνικά από τα Ευρωπαϊκά προγράμματα και τις οικονομικές ενισχύσεις δημιουργήθηκε μια πάρα-μεσοαστική τάξη χωρίς τις βάσεις μιας ελάχιστης αναγεννησιακής κοινωνικής προοπτικής. Απλά έτσι, ας πούμε  per decree.

[2] R. Pfaller., (2018), σ 183

[3] R. Pfaller., (2018), σ. 187. Ο Pfaller αναφέρει: «Όταν ο Karl Marx στην γνωστή του καταχώριση στο Confession book της κόρης του στην ερώτηση "αγαπημένη σας αρετή" στη στήλη "στον άνδρα" έγραψε "δύναμη", στην κατηγορία "στη γυναίκα" αντίθετα τη λέξη "αδυναμία" αντιπροσώπευε ίσως όχι μόνο μια επαναλαμβανόμενη και διαιώνιση μιας πατριαρχικής κατανόησης των ρόλων, αλλά μάλλον πολύ περισσότερο θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει μια λεπτή πολιτική συνειδητοποίηση των αντίστοιχων ρόλων και στην εξουσία. https://de.wikipedia.org/wiki/Karl_Marx. Πρόσβαση μου: 03082018

[4] Weigel, Moira., Political Correctness:how the right invented a phantom enemy. In:The Guradian 30.11.2016. https://www.theguardian.com/us-news/2016/nov/30/political-correctness-how-the-right-invented-phantom-enemy-donald-trump.

[5]Σε εστιατόρειο: «Άστο σε παρακαλώ θα γίνουμε ρεζίλι», άλλες προσθέτουν, «των σκυλιών». Αυτοπροσδιοριζόμενη διανοούμενη λόγω πανεπιστημιακής μάθησης και ίσως και εκπαίδευσης. Κανείς δεν γνωρίζει τι και πως.

[6] Και βεβαίως στο κατέβασμα της σκάλας πρώτος ο άνδρας κατεβαίνει, σε περίπτωση που παραπατήσει η γυναίκα, ίσως λόγω παπουτσιών, να μπορέσει ο άνδρας να την στηρίξει.

[7] R. Pfaller., (2018), σ 191

[8]Αυτή η φράση, η οποία περιγράφει με ακρίβεια την απόλυτη νίκη της ορθολογικής σκέψης και της λογικής πέρα από ην προ-νεωτερικότητα, τον κόσμο των μυστικιστών, των δαιμόνων, των μαγισσών και της μαγείας, πρέπει να γίνει μια φράση κλειδί της νεωτερικότητας.

[9] Εγώ δεν την διάβασα αλλά ούτε την άκουσα, την ομιλία κάποιου πρωθυπουργού από την Ιθάκη πρόσφατα. Μου είπε κάποια γνωστή μου – και γνωρίζω ότι δεν είναι επιφανειακή στη επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων-, ότι δεν μπορούσε να καταλάβει τι ήθελε να πει ο αστικός Σαμάνος, πόσο μάλλον και κάποιες άλλες κοινωνικές ομάδες που τον άκουγαν. .

Η μετανεωτερική νεοφιλελεύθερη ψευτοαριστερά VI. Το ‘68, ο/η άτυχος/η και ο επεξηγηματικός τύπος άνδρα (mansplaining)

Η μετανεωτερική νεοφιλελεύθερη ψευτοαριστερά.  

Άλλωτε  «τα θέλαμε όλα … τώρα τι έχουμε?» Πολλούς μικρούς κοινωνικούς πολέμους 

Διάβασμα σε 2’    THS 12092018

Περιεχόμενα

·        «Αχ εγώ ο καημενούλης, είμαι ό άτυχος »

·        Ο Αυτο-εφευρετισμός μας κάπως διαφορετικά

·        «Mansplaining»

 

«Αχ εγώ ο καημενούλης, είμαι (τόσο) άτυχος[1]»

Το βασικό θεμελίωμα του ναρκισσισμού σύμφωνα με τους Grunberger-Dessuant[2] είναι ότι ο αδύναμος φαίνεται να είναι πάντα ο καλός, ο συνήθως συμπαθής. Και πραγματικά, αυτό ακριβώς συμβαίνει και στους κύκλους των προνομιούχων των φτασμένων πλέον δημόσιων υπαλλήλων και μεσοαστών. Προσπαθούν συνέχεια και με ζήλο όπως βρουν μια πτυχή μιας παραμέλησής τους από τους άλλους – δηλαδή ή την κοινωνία ή από ένα μέρος από την κάστα τους- στη καθημερινότητα για να τη θέσουν στο προσκήνιο σαν μάσκα απέναντι σε άλλες πτυχές της καθημερινότητας κάτω από τις οποίες υπό κανονικές συνθήκες θα τους θεωρούσε κάποιος προνομιούχους. Δεν το θέλουν λοιπόν αυτό. H υποτιθέμενη ίδια έκκεντρη ηθική μετατόπιση στα προνομιακό άτομα προσπαθείται ναρκισσιστικά μέσω μίας Αυτό-φαντασίωσης να επαναπροσδιορίζεται συνέχεια σαν το θύμα και να βρίσκεται στο επίκεντρο πάλι.   

 
“Αυτοεφευρεθείτε διαφορετικά”   
Ο ναρκισσισμός στη θεωρία δεν προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα αλλά το αποφεύγει. Παράδειγμα. Αυτοί που δεν έχουν το συγκεκριμένο πρόβλημα γίνονται η εικόνα της λύσης για αυτούς που έχουν το πρόβλημα,- π.χ. οι ομοφυλόφιλοι για τους ετερόφυλους, οι λεσβίες για τις ετερόφυλες γυναίκες, οι μετασεξουαλικοί για τους σεξουαλικούς, οι αόριστοι για τους συγκεκριμένους, οι εναλλακτικοί για τους δεδομένους κλπ. κλπ..
Παράδειγμα οι ετεροξεσουαλικοί . Π.χ., αντί οι ετεροφυλόφιλοι να μπορούσαν να περάσουν καλά και ευχάριστα κάτω από ελεύθερες σχέσεις, ονειρεύονται τη δημιουργία ταυτότητας φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού και με αυτό το τρόπο δηλώνουν απέναντι σε εκείνους που υποφέρουν από αυτές τις μη ελεύθερες και άδικες σχέσεις: «Όποιος λοιπόν σήμερα δεν μπορεί να αυτοπροσδιορίστεί παρά μόνο σαν λεσβία, ομοφυλόφιλος, trans- ή α-σεξουαλικός είναι δικό του το πρόβλημα.» 

Η θεωρία των φύλλων (gender) παραβλέπει μέσα από την εστίασή της σε σεξουαλικές ταυτότητες και σεξουαλικούς προσανατολισμούς, όπως ακριβώς θέλει και ο νεοφιλευθερισμός, ότι οι σεξουαλικές σχέσεις δεν φέρονται μόνο από μεμονωμένα άτομα. Πολύ περισσότερο αναπόφευκτα διασταυρώνονται στη σεξουαλικότητα και οικονομικοί και νομικοί παράμετροι, που φτάνουν μέχρι τις ολοκληρωμένες οργανωτικές μορφές της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και του κράτους, όπως και ο Ενγκελς έγραψε στο «η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους»[Ένγκελς 1973[3]].


"Παραιτούμαστε της λείας για κάτι άλλο"
Μέσα από αυτή τη παραπλανητική εστίαση στη θεωρία των ταυτοτήτων και των φύλλων, αγνοήθηκε το πολιτικό πρόβλημα και αφέθη στους συντηρητικούς αντιπάλους και τους ακροδεξιούς. Πως? Με το να διαφωνούν υπερβολικά μέχρι εσχάτως με μια υποτιθέμενη «έτερο σεξουαλική μήτρα»(sex, gender, desire), πέρασε απαρατήρητο όχι μόνο ότι η κοινωνική ανεκτικότητα για ομοφυλοφιλικές σχέσεις στο ενδιάμεσο διάστημα της ιστορίας είχε αγγίξει ήδη απομακρυσμένους και περιθωριακούς κύκλους της κοινωνίας, αλλά προπάντων, ότι η απελευθέρωση του έρωτα μετά το 1968 με τις επ’ αυτού ανάλογες κοινωνικές συνδέσεις και ελευθερίες τότε, χάθηκαν, έτσι ώστε υπάρχει πλέον μόνο δυαδική μονογαμική σχέση, αν είναι δυνατόν μόνο για αναπαραγωγή, και σήμερα τόσο πολύ όσο ποτέ άλλωτε, και σίγουρα επισφραγίζεται πολλές φορές, ότι κάθε άλλος τρόπος ερωτικής σχέσης ή σχέσης αγάπης που εμμένει ακόμα στον έρωτα, είναι αδιανόητος και άρρητος. 
Παράδειγμα μπορώ να φέρω από τον κύκλο των γνωστών αναφορικά με γυναίκα που δεν ήταν δυνατόν να τεκνοποιήσει. Αυτό το επισημαίνει και ο Pfaller σε ένα παράδειγμα[4], ότι δηλαδή, σε μια παρέα ερωτηθείσα η γυναίκα εάν έχει παιδιά το πρώτο που έκανε ήταν μια γκριμάτσα με σηκωμένα τα φρύδια. Βρέθηκε φυσικά σε μια θέση που έπρεπε να ακούσει και άλλες παράξενες ερωτήσεις και να πρέπει να δικαιολογείται.  

Η άλλη πλευρά της γυναίκας που δεν συνάδει με τη λογική του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι αντί να ψάχνεται σε ταυτοποιήσεις άλλων δυνατοτήτων για την ίδια της την αβεβαιότητα και ανασφάλεια όσο αφορά το παιδί, θα μπορούσε ίσως να δινόταν ναι μεν στα σκληρά, αλλά συγκεκριμένα κοινωνικά δεδομένα της , ακόμα και εάν οι μη ανατρέψιμοι κοινωνικοί συσχετισμοί δεν θα άλλαζαν ούτε οι ίδιοι, ούτε κάτι, ούτε και σύντομα αν υπήρχε η περίπτωση, και οι οποίοι υπαγορεύουν τον 21 αιώνα τον «φαινότυπο» του έρωτα. Και εδώ εκπλησσόμαστε, ότι η φιλοσοφική προσέγγιση του R. Pfaller συναντά την αλήθεια στη καθημερινότητα, διότι υπήρξε πραγματική αναφορά στο παράδειγμα. Της εδώθει η ευκαιρία να δει γύρω της τι συμβαίνει, ναι μεν με τη σκληρότητα που συμβαίνει, αλλά και την ομορφιά μιας απλής ζωής χωρίς παιδιά, προσδίδοντας έμφαση στην αγάπη και τον έρωτα. Το αρνήθηκε φυσικά γιατί αυτό είναι δύσκολο, να κολυμπήσει αντίστροφα στο ρεύμα. Και αυτό μπορούμε να το ονομάσουμε “παραίτηση λείας” πρός όφελος άλλων τομέων.

Από μια μοντέρνα διασκέδαση γίνεται ξαφνικά μια μεταμοντερνίστικη ψυχρή σοβαρότητα. Παλαιότερα η ψευδαίσθηση του όμορφου του ευγενικού ήταν ευπρόσδεκτη. Σε μια καλώς εννοούμενη ψευδαίσθηση αντιστοιχεί τώρα πλέον και κάποιο εξαπατημένο άτομο. Αυτό το θεωρεί ο νεοφιλελευθερισμός. 

 
Mansplaining[5]
Γιατί οι γυναίκες συγκεκριμένα προνόμια και πλεονεκτήματα που είχαν παλαιότερα, αλλά ακόμη και σαν όπλα που είχαν απέναντι στους άνδρες, ξαφνικά τα περιγράφουν και τα βιώνουν σαν μειονεκτήματα και φραγμούς για την εξέλιξη των γυναικών και αρχίζουν να τα αρνούνται και να τα εξορκίζουν σχεδόν?
Την ερώτηση μπορούμε να την συντάξουμε και διαφορετικά. Γιατί έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο που π.χ. όταν ένας άνδρας προσπαθεί να εξηγεί κάτι σε μια γυναίκα να το θεωρεί η γυναίκα προσβλητικό, επειδή θέλει η γυναίκα να το βλέπει αυτό σαν κάτι που το ξέρει ο άνδρας παραπάνω από την γυναίκα? Γιατί όμως αυτή τη ταυτοποίηση να γίνεται πλέον μέσα από Lobbies γνωστών προσωπικοτήτων, προνομιούχων κατά τα άλλα, που να θεωρούν ξαφνικά τους εαυτούς τους θύματα, 30 – 40 χρόνια μετά? Μεταχειραφετημένη self-victimazation
Ενώ τα πραγματικά θύματα της ταυτοποιημένης σεξιστικής παρενόχλησης λεκτικής και σωματικής να μη έχουν τη δυνατότητα να βγουν στη δημόσια σφαίρα με ανακοινώσεις και καταγγελίες?   
 

Δεν είναι λίγες οι στιγμές που βρίσκονται μαζί ένας άνδρας και μια γυναίκα και συζητούν και ο άνδρας προσπαθεί να εξηγήσει κάτι στη γυναίκα άσχετα αν η γυναίκα, ναι μεν το γνωρίζει το θέμα αλλά τον αφήνει να συνεχίζει στη φαντασία του ότι προσφέρει κάτι στη γυναίκα ή στην κυρία[6], ή δεν έχει το θάρρος να του πει ότι το γνωρίζει. Αυτό το πολιτισμικό φαινόμενο πως προσδιορίζεται ιστορικά.[7]
Γιατί ένα τέτοιο φαινόμενο παλιότερα δεν θα ενοχλούσε και σήμερα ιδιαίτερα στους κύκλους των πανεπιστημιακών, καλλιτεχνών και διανοουμένων έχει γίνει ενοχλητικό? Και γιατί μόνο σε αυτούς τους κύκλους? Προσπάθησαν παλιότερα οι άνδρες να εξηγήσουν λιγότερα από ότι κάνουν αυτό σήμερα, ή ασχολιόντουσαν οι γυναίκες λόγω λιγότερης χειραφέτησης τότε, με πολύ πιο σημαντικά παραπτώματα και κοινωνικές παραβατικότητες των ανδρών στις καθημερινές σχέσεις τους με τους άνδρες? Και τώρα μετά που έχουν ξεπεραστεί τα χειρότερα ασχολούνται με αυτό ας το πούμε το χρόνια τωρα κρυμμένο „κακό“?

Είχαν παλαιότερα ίσως μεγαλύτερη άγνοια από πολλά πράγματα και κατ’ επέκταση ήταν χαρούμενες εάν υπήρχε κάποιος που να τους εξηγούσε κάποια πράγματα, ενώ σήμερα λόγω των αυξημένων ποσοστών τελειόφοιτων τόσο δευτεροβάθμιας όσο και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, έχουν καταφέρει να έχουν μια ισότιμη θέση που πολλές φορές μπορεί να είναι και υψηλότερη από αυτή των ανδρών?
Από προσωπικές εμπειρίες και βιώματα όμως μπορούμε να αναφερθούμε και σε ένα άλλο εύλογο λόγο ίσως. Η ανδρογενής εξήγηση δεν χρειάζεται να έχει σχέση με διαφορά στην ποιότητα και το μέγεθος της γνώσης. Θα το θέσουμε τελείως από μια αφελή πλευρά. Οι άνδρες θέλουν να διασκεδάσουν να απασχολήσουν τις γυναίκες ή να τις κάνουν να ενδιαφερθούν γι’ αυτούς, δηλαδή να κάνουν μέσω της συζήτησης το άτομο τους ενδιαφέρον για τις γυναίκες. Δεν είναι έγκλημα αυτό. Γιατί στις περισσότερες κάτω της μεσαίας τάξης κοινωνικές και ηλικιακές ομάδες συνεχίζει να υπάρχει αυτό ακόμα ? Μπορεί να αντιμετωπιστείς με εμπάθεια και κακία τις περισσότερες φορές, αντί η γυναίκα να προσπαθήσει να του δείξει του άνδρα ένα άλλο δρόμο για τα αντιμετώπιση των ενδιαφερόντων του. Απλά η γυναίκα τον σπρώχνει στην περιφέρεια του πατριάρχη χωρίς να του δειχνει προς τα που θα ηθελε να γίνει ένας διάλογος.
 
Το να αφηγείσαι κάτι νέο και να προσπαθείς να εξηγείς δεν έχει σχέση οπωσδήποτε με την ίδια την αξία της πληροφορίας ή της καινοτομίας. Όπως γινόταν και παλαιότερα οι άνδρες απασχολούσαν/διασκέδαζαν τις γυναίκες γιατί είτε είχε κάτι ευγενικό στη σκέψη τους ή ήθελαν να αποφύγουν μια βαρετή ή άβολη σιωπή απέναντι στη γυναίκα ή ακόμα και να αδράξουν την ευκαιρία να έχουν μια κοινωνικότερη σχέση με τη γυναίκα.[8]
 
Παραδοσιακά βέβαια ήταν ο ρόλος του άνδρα να ξεκινήσει μια συνομιλία. Με αυτό τον τρόπο οι γυναίκες απέφευγαν το ρίσκο να μπουν ή να ξεκινήσουν μια συζήτηση για το όποιο θέμα οι ίδιες ίσως δεν γνώριζαν τίποτα. Οπότε δεν υπήρχε κίνδυνος να γελοιοποιηθούν ή να ντροπιαστούν.
 
Επι πλέον κάποιοι μπορεί να θυμούνται που ακόμα και γυναίκες επαγγελματικά χειραφετημένες αναφερόταν που και που σε συζητήσεις μεταξύ σοβαρού και αστείου στο: «ο άνδρας πρέπει να έχει παρελθόν και η γυναίκα μέλλον». Συνήθως ηλικιακά μεγαλύτεροι άνδρες ενδιαφερόντουσαν για νεότερες γυναίκες. Και αν βρισκόντουσαν σε καμία εκδήλωση διασκέδασης, πάρτυ, φαγητό ή χορό έπρεπε να συμπεριφέρονται σε γυναίκες ίδιας τους ηλικίας σαν να ήταν νεότερες.
Σίγουρα υπάρχουν πολλές περιπτώσεις, όπου ένας τυπικός ανδρικός χαρακτήρας που ζητά μια επικοινωνία με νεότερες γυναίκες μπορεί να είναι ιδιαίτερα αλαζονικού και ίσως και προσβλητικού είδους ανθρώπου, αλλά αυτό σίγουρα δεν προέρχεται κατά κύριο λόγο από τις ασθενείς πλευρές του χαρακτήρα του αλλά από ένα κοινωνικό πρότυπο/μοντέλο συμπεριφοράς της τότε εποχής. Η αγανάκτηση για το ανδρογενές θράσος, που θέλει να εξηγεί σε γυναίκες, κινδυνεύει να κοστίσει[9] πλέον στη πραγματικότητα κάτι που ήταν πλεονεκτικό και προνομιούχο για τις γυναίκες παλαιότερα.


Από μόνοι μας πλέον «ξεκατινιαζόμαστε», μέσα από ρούχα ή τα τατουάζ, αντί – και δεν το τοποθετούμε εδώ σαν επιθυμία- όπως σε ολοκληρωτικά καθεστώτα να είναι απαγορευμένα όλα αυτά από τους έχοντες την εξουσία και έτσι να καθίσταται τελείως άχρηστα για χρήση για υψηλότερες πολιτισμικές ταυτότητες - όπως ακριβώς και με τον τρόπο και την ταχύτητα που αποκαλύπτουμε την προσωπική μας οικειότητα(intim sphere) στο Facebook χωρίς να διερευνάται από κάποια μυστική υπηρεσία. Αυτό το ονόμασε ο R. Pfaller "Beuteverzicht“[10](παραίτηση από κάποια λεία(δικαίωμα)). Και το εξηγεί με το ακόλουθο παράδειγμα: «Παραδόξως, τα μέλη των μεσαίων και κατώτερων κοινωνικών τάξεων, στα οποία έχουν στερήσει τα τελευταία χρόνια δημόσια αγαθά και υπηρεσίες αλλά και δημόσιο χώρο λόγω των ιδιωτικοποιήσεων, συχνά αποποιούνται από μόνοι τους την απαίτησή τους, το δικαίωμα τους για τέτοια πράγματα. Στην περίπτωση των μισθών για παράδειγμα, ζητούν "περισσότερο καθαρό αντί για το ακαθάριστο και έτσι αποφεύγουν την αλληλεγγύη της κοινωνίας στη περίπτωση ασθένειας και της κοινωνικής νοσοκομειακής ασφάλειας .[11] Αντί να παίξουν έναν πολιτισμικό ρόλο σε παραστάσεις με την συμπεριφορά τους και έτσι να ανοίξουν την πρόσβαση στην κοινωνία, προτιμούν να είναι ‘αυθεντικοί’ και να αποκλείονται οι ίδιοι από κάποια πράγματα. Αντί να ενηλικιώνονται και να μην είναι ευαίσθητοι στις μικρές προκλήσεις της δημόσιας ζωής, διαμαρτύρονται για σχεδόν όλα όπως τα μικρά παιδιά - και δεν συνειδητοποιούν ότι χάνουν το status τους σαν ώριμοι «πολιτειακοί πολίτες».[12]
Βέβαια σε πολλές κοινωνίες όπου δεν υπάρχουν αποδέκτες των εκφραζόμενων παρατηρήσεων των πολιτών καταντάει αυτή η γκρίνια κουραστική, για τους μη παίζοντας το ρόλο τους σωστά στην ΤΑ π.χ.

Το επόμενο και τελευταίο κεφάλαιο αναφέρεται στο γιατί ίσως θα πρέπει να αντιδράσουμε απέναντι στον  υποκειμενικό ιδεαλισμό και ναρκισσισμό, τόσο των συμπολιτών μας όσο και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Το ερώτημα είναι πως?


[1] Βλέπε Robert Pfaller.,(2018), σ.σ. 177

[2] Grunberge Bela., Dessuant Pierre., Narzißmus, Christentum, Antisemitismus. Eine psychoanalytische Untersuchung, Stuttgart: Klett-Cotta, 2000, σ.203.

[3] Πρωτογενής πηγή  R, Pfaller.,(2018).

[4] Robert Pfaller., Zweite Welte. Und andere Lebenselixiere, Frankfurt am Main, Fischer , 2012

[5] Από το αγγλικό «man» & «explaining»

[6] Εδώ κάποιες θα πουν με σηκωμένα τα φρύδια. «Τι θα πει , τι εννοείς κυρία? Είμαστε γυναίκες»

[7] Βλέπε R. Pfaller., (2018), σ. 181

[8] Από προσωπικά βιώματα διαφόρων, των οποίων την γνώμη εκτιμώ, μπορούμε να αναφερθούμε και σε περιπτώσεις που πάνω σε ένα πρόβλημα που υπήρχε μπορεί να ζητούσα μια συμβουλή τόσο από άνδρες όσο και από γυναίκες. Από άνδρες συνήθως άκουγες μια πρόταση που περιλάμβανε και μια λύση ή ένα «δεν μπορώ να βοηθήσω» . Από τις γυναίκες μπορεί να εισέπραττες και εμπάθεια πολλές φορές.

[9]Από διήγηση:  Γυναίκα 45 ετών, να  θέλει να τελειώσει τελεσίδικα τη σχέση της με άνδρα για να ξεκινήσει όπως έλεγε μια καινούργια φάση της ζωής της – παρόλο που ο έρωτας του πατέρας της γι’ την ίδια ήταν κάτι το πασιφανές και το πως δρούσε επάνω της-  ανέβασε στο FB με μηνύματα και Statements κάποιων γνωστών λογοτεχνών της Esoterik και με πουλιά, χελιδόνια που αποδημούν etc. Για να δείξει ότι τα κατάφερε να του ξεφύγει του άχρηστου άνδρα. και οι φίλες όλες να χειροκροτούν και να επισφραγίζουν τη κίνησή της μέσω FB . Ένα πλήρες ξεκατίνιασμα που λένε στην αργώ.

[10] https://www.welt.de/icon/article147513204/Das-Ziel-der-Mode-ist-nicht-einzigartig-zu-sein.html, . Τελευταία πρόσβασή μου 29.7.2018

[11] Εδώ θα αναφερθούμε στο ζήτημα των δημοσίων λειτουργών δασκάλων και καθηγητών, που συνέχεια απαιτούσαν και διεκδικούσαν υψηλότερους μισθούς αλλά ποτέ δεν προσπάθησαν για ένα ελεύθερο κοινωνικό σχολείο ή ένα σχολείο που να μη χρειάζεται ιδιαίτερα για να μπουν τα παιδιά στο πανεπιστήμιο. Σήμερα δε κάνουν ιδιαίτερα από το δημοτικό, γυμνάσιο στα ΤΕΙ για να περάσουν μαθήματα και φυσικά στο πανεπιστήμιο όπου έχουμε φτάσει στο σημείο να πληρώνουμε πτυχιακές εργασίες να μας την κάνουν για να έχουμε υψηλότερο βαθμό στο πτυχίο στο τέλος. Συγγενής μου α’ βαθμού  το έχει κάνει αυτό και φυσικά του είπα ότι δεν μπορώ να τον αναγνωρίσω έτσι όπως θα ήθελε αυτός σαν άτομο που έχει τελειώσει πανεπιστήμιο, όταν το μοναδικό που σου μαθαίνει το πανεπιστήμιο στο τέλος και το σημαντικότερο είναι πως να δουλεύεις σωστά ένα θέμα μόνος σου με βιβλιογραφία και με εργαστήρια. Και όταν πλέον στη περίοδο τη κρίσης ήταν αμφίβολο αν θα μπορούν να  έχουν όλοι  και τις θέσεις τους στο σχολείο ακόμα  και με μειωμένο μισθό, τότε σκέφτηκαν το δημόσιο ελεύθερο σχολείο για να έχουν την συμπαράσταση της κοινωνίας. Παλαιότερα δεν ασχολιόντουσαν καθόλου με το θέμα, μόνο τους μισθούς τους κοίταζαν

[12] Βλέπε προηγούμενο νούμερο αναφορά μας. Και εδώ ισχύει το ίδιο. Οι δάσκαλοι και καθηγητές έχουν απομονωθεί από την κοινωνία. Ας συγκρίνουμε για τη θέση του καθηγητή αλλά προπάντων του δάσκαλου σε μια κοινωνία του ‘60 και αυτών του σήμερα.


23 Ιουλ 2018

Ο μεταμοντερνισμός της νεοφιλελεύθερης αριστεράς (V): Τα θέλαμε όλα … τώρα τι έχουμε ?

Άλλοτε, «τα θέλαμε όλα … τώρα τι έχουμε[1]?» Μικρούς πολέμους παντού!

Διάβασμα σε 3,5 ‘ THS 23072018

Περιεχόμενα(*)

1. Η ηλιθιότητα θριαμβεύει!

2. Παίξε σωστά το ρόλο σου!

3. Ξεπέρασε τις αρχές σου!


imageΈνα μεγάλο μέρος των νεοφιλελεύθερων ψευτοπολιτικών και μέσω αυτών προερχόμενων ευαισθητοποιήσεων, βασίζεται στη σπουδαιότητα που δίνουν σε ερωτήματα της (πολιτισμικής, φυλετικής και θρησκευτικής) ταυτότητας. Εάν δεν προτίθεται ή δεν μπορούν να δώσουν μια προοπτική σε κάποιους ανθρώπους, οδηγούν την κοινωνία να δει το παρελθόν τους, την καταγωγή τους ή τη στιγμή και το σημείο στα οποία just βρίσκονται.

Μια τέτοια οργάνωση φαντασίας των μελών μιας τέτοιας κοινωνίας οδηγεί και με έκπληξη στην επόμενη ερώτηση, γιατί πλέον οι γυναίκες συγκεκριμένα προνόμια που είχαν, ξαφνικά τα βλέπουν σαν μειονέκτημα και πολλές φορές από μια σεξιστική οπτική γωνία, και γιατί η ευτυχία του άλλου ξαφνικά μας φαίνεται σαν κλοπή, αρπαγή από τη δικιά μας.

Εάν αυτή η μετανεωτερική ικανότητα ξεκινάει από τις εξελικτικές εστίες μιας κοινωνίας – ναι και από τους κύκλους των διανοουμένων και αυτοπροσδιοριζόμενων αριστερών- τότε τι μπορούμε να πούμε για το υπόλοιπο κομμάτι της?

Κατά τα τέλη του 1990 σε πολλές κοινωνίες στο Δυτικό κόσμο προσπαθούσαν να διαχειριστούν ταυτοποιημένες ιδιαιτερότητές ανθρώπων δίκαια και με ισότητα. Τότε άρχισε να ανθεί και η οικονομίστικη λογική των πανεπιστημίων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ότι όλοι έπρεπε να δώσουν αναφορά για το τι κάνουν, πως και με ποιους το κάνουν και συνήθως ήταν ίδιες ομάδες «ειδών» ατόμων, οι οποίες και ωφελούνται είτε από τέτοιους ελεγκτικούς μηχανισμούς καταμέτρησης είτε μηχανισμούς ελέγχου ίσης μεταχείρισης φύλλων etc.

Είναι φανερό, αν μπορεί και θέλει να το παρατηρήσει κάποιος, ότι από τους αγώνες στη διάρκεια ιδιαίτερα των τελευταίων δεκαετιών για μια σοφότερη-καλύτερη αξιοπρέπεια, ποτέ μα ποτέ δεν ωφελούνταν ολόκληρη η ταυτοποιημένη κοινωνική ομάδα, αλλά συνήθως μόνο αυτοί που μιλούσαν στο όνομα της (συχνά δε, χωρίς να ανήκουν στη συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα).[2] Τι είναι αυτό? Πίεση προς αναγνώριση? Τι άλλο? Αλλά και εν πάση περιπτώσει και όλη η κοινωνική ομάδα αυτή να αναγνωριζόταν σαν ιδιαίτερη με τα εξειδικευμένα προβλήματά της, δεν βλέπουμε και τι θετικό έχει αυτό το πράγμα σήμερα. Γιατί λοιπόν ξαφνικά αγωνιζόντουσαν οι άνθρωποι για την αναγνώριση και όχι για την ισότητα π.χ.? 
Και δεν είναι αυτό που θα πουν όλοι? «Μα πρώτα δεν έρχεται η αναγνώριση και μετά η ισότητα?» [3] Παραδόξως και ο Nietzsche απέναντι στον Hegel το είχε πει: «Η αναγνώριση είναι μόνο για τους σκλάβους».[4],[5]


Η ηλιθιότητα θριαμβεύει[6]

Ποια είναι η επιτυχία του νεοφιλελευθερισμού τα τελευταία χρόνια, τις τελευταίες 3 δεκαετίες? Η ικανότητα που έδειξε να φέρει μεγάλα μέρη του πληθυσμού να ασχοληθούν με το ερώτημα σχετικά με την ταυτότητα τους και μόνο.

Όσο καιρό συλλογίζονται για το «τί θέλουν οι ίδιοι να είναι» δεν φτάνουν στο σημείο να αναρωτηθούν «τι θέλουν να έχουν». Και φυσικά αυτό είναι απολύτως χρήσιμο για το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο και την διεθνή πολιτική προοπτική. Γιατί με αυτό το τρόπο αφαιρούν πράγματα από τους ανθρώπους, που στο μέλλον «δεν θα μπορέσουν να θέλουν να έχουν», όπως π.χ. δημοκρατική συναπόφαση , πρόσβαση στην εργασία και εισοδήματα, εκπαίδευση και παιδεία, υποδομές, κοινωνική ασφάλεια, κοινωνική φροντίδα ή ακόμα π.χ. αξιοπρέπεια, κομψότητα ευτυχία.

Αυτή η τρέλα, το πάθος του νεοφιλελευθερισμού που έχει γίνει ιδεολογία του[7], για απόκτηση μια συγκεκριμένης ταυτότητας κάθε κοινωνικής ομάδας δεν υπηρετεί μόνο στο να αποσπάσει την προσοχή από κάποια σημαντικά θέματα της καθημερινότητας όπως δικαιοσύνη ισότητα κλπ. Χαρακτηριστικό του είναι και η καταστροφή ή είναι ένα μέρος της καταστροφής και της ιδιοποίησης του δημόσιου χώρου. Σήμερα πλέον το ερώτημα για την ταυτότητα κάποιου εμφανίζεται εκεί που παλαιότερα υπήρχε η διάκριση μεταξύ δημόσιου ρόλου και ιδιώτη ατόμου, μεταξύ δημόσιου χώρου και ιδιωτικού χώρου.

 
Πολύ σημαντικό. Ο Ricard Sennet[8] κατέδειξε, ότι ο δημόσιος χώρος, στη μορφή που υπήρχε στη δυτική κοινωνία από την Αναγέννηση, ήταν ένας θεατρικός/δραματικός χώρος: στο χώρο αυτό είχε ο καθένας να παίξει ένα ρόλο, και αυτό το παιγνίδι είχε μια συγκεκριμένη λειτουργική ιδιότητα, να αποφεύγεται στους άλλους να συναντώνται με άτομα ιδιώτες. Αυτή ήταν η χαρακτηριστική αρετή του δημόσιου χώρου, η διακριτικότητα: «Διακριτικότητα σημαίνει, να συμπεριφέρεσαι στους άλλους, σαν να είναι οι άλλοι ξένοι, και μέσω της απόστασης να προσπαθείς να ξεκινήσεις μια κοινωνική σχέση».[9]

Στη μετανεωτερική ιδεολογία η λεγόμενη „επιτελεστική στροφή“[10] συνίστανται στο ότι, -όπως στην οικογένεια των ηθοποιών γενικώτερα- καθαιρείται ο διαχωρισμός μεταξύ προσώπου και ρόλου. Εδώ θέλει το κάθε ένα άτομο να παίξει τον εαυτό του. Και κάθε άτομο αισθάνεται ελεύθερο όταν μπορεί να είναι τελείως ο εαυτός του. Συγκεκριμένα: «όλοι ενθαρρύνονται να παίξουν τον εαυτό τους και μόνο.» Ο Sennet χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη ιδιότητα από την ψυχαναλυτική πλευρά «Ναρκισσισμό». Το παράδειγμα της ιδιωτικής τηλεόρασης το δείχνει άλλωστε: Σήμερα πλέον μπορεί ο καθένας να μπει στη τηλεόραση, οι γυμνοί , οι άσχετοι, οι ασήμαντοι, οι μεθυσμένοι etc.. Το κυριότερο όμως είναι ότι η τιμή που πληρώνουν είναι ότι βγάζουν κάθε παραξενιά τους στο φακό, για αυτό και λένε πολλοί σήμερα «έβγαλε τα άπλυτα του στα κοινωνικά μέσα» και έτσι αισθάνεται δυνατός γιατί έκανε αυτό που νομίζει ότι ήθελε να κάνει και από διπλά όλοι οι γνωστοί, χειροκροτούν και λένε bravo κορίτσι μου bravo αγόρι μου ξαλάφρωσες. Εδώ πλέον η σημασία του δημόσιου ρόλου και ιδιώτη ατόμου συμπίπτει.[11]

Αυτός ο περιορισμός και η ομογενοποίηση[12] του άλλου σε έναν απλό Ιδιώτη είναι αυτό που έχει παρεξηγηθεί στον μεταμοντερνισμό σαν «Tolerance“ -σαν ανεκτικότητα. Σύμφωνα με τον Pfaller, αυτό εξυπηρετεί την άρνηση της λειτουργίας του «δημόσιου», των παραστάσεων και των θεατρικών συμπεριφορών, στο βωμό να επιτευχθεί μια κατάσταση της απόλυτης αυτοπροσήλωσης. Η εμφάνιση του υποκειμένου εννοείται εδώ ως καταναγκασμός, σύμφωνα με την πηγή του Pfaller: ο Althusser ήδη κατανοούσε την επερώτηση όσο αφορά, την επίκληση των ατόμων ως υποκειμένων ως θεμελιώδη ιδεολογική λειτουργία. [13]

Και εδώ συγκλίνει κατά παράδοξο σύμφωνα με τα καθημερινά μας, αλλά φιλοσοφικά ορθό τρόπο ο ρατσισμός με τον νεοφιλελεύθερο ναρκισσισμό.  
Ο μεταμοντερνιστικός ρατσισμός συνίστανται στο να περιορίζει τους άλλους στη γυμνή τους ταυτότητα και επομένως να μη περιμένει απολύτως τίποτα από το άτομο, να το ομογενοποιεί σε «Ιδιώτη», σε ένα πολιτισμικά ξένο Κοζάκο, σε ένα ατελείωτο ηλίθιο Rupper, ή σε ένα πορνογραφικό λούμπεν, σε ένα θρησκευτικά, εθνικά και σεξουαλικά ευαίσθητο άτομο, όπως και σε ένα «Micro aggressiv“ πληγωμένο άτομο etc.

Τελικά στη μετανεωτερική εποχή, η ανεκτικότητα φτάνει στο σημείο να δίνει το απεριόριστο δικαίωμα στον κάθε ένα να είναι ένας τέλειος «Ιδιώτης»(Idiot). Εδώ θα αντισταθούμε και θα προσεγγίσουμε κάπως διαφορετικά αυτό που είχε πει η Hanna Arendt «κανένας δεν έχει το δικαίωμα να υπακούει». «Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να είναι ένας τελείως ηλίθιος»


«Παίξε σωστά το ρόλο σου»

Κάποια στιγμή είχαμε γράψει στο Ο μεταμοντερνισμός της ψευτοαριστεράς και σε τι αποσκοπεί με τη βοήθεια του νεοφιλελευθερισμού :

«Έχουμε την εντύπωση ότι βρισκόμαστε μέσα σε μια παράσταση τραγωδίας, τουλάχιστον όσο αφορά τη χώρα στην οποία ζούμε, ένα κομμάτι Ελληνικού δράματος. Όμως δεν γνωρίζουμε εάν είμαστε οι ηθοποιοί ή οι επισκέπτες της παράστασης. Όμως πάλι, η παράσταση διαρκεί πολύ γιατί πάμε και ξαναπάμε και ξαναπάμε στο ίδιο «έργον», χρόνια τώρα. Δεν μπορεί να είμαστε μόνο επισκέπτες.»

Έτσι λοιπόν, η λογική σε μια στιγμή να είμαστε κάτι άλλο από ότι εμείς οι ίδιοι είμαστε, απαιτεί και σημαίνει ότι παίζουμε ένα ρόλο[14]. Το πρώτο που απαιτεί ένα τέτοιο παιγνίδι είναι ότι πρέπει να προσπαθεί κάποιος να παίζει καλά. Όποιος δεν βοηθάει να πραγματοποιηθεί στο δια ταύτα όραμα του παιγνιδιού - του οποίου δηλαδή η πρόληψη λέει ότι το σημαντικότερο από όλα είναι ότι πρέπει να κερδηθεί το παιγνίδι- τότε κάνει αυτός χαλάστρα στο όλο ζήτημα. Συνεπάγεται ότι σε κάθε παιγνίδι προετοιμάζεται ο κάθε παίκτης και πρέπει να είναι μπαζμένος στις απαιτήσεις του παιγνιδιού.

Ένας ρόλος ανθρώπινου φύλου π.χ. ανδρός ή γυναικός δεν φτάνει να καθοριστεί μόνο από ευνοϊκές βιολογικές προϋποθέσεις ή από μια λεπτομερή κατασκευή σώματος. Θα πρέπει μάλλον να χειρίζεται και με πολύ τέχνη το ρόλο του στο παιγνίδι. Αυτό το πράγμα ο μεταμοντερνιστικός ναρκισσισμός το θεωρεί σαν ετερονομία και σαν μη αναγκαίο και πριν να εξασκηθεί κάποιος σε ένα δύσκολο ρόλο, φτιάχνει καλύτερα ένα νέο. Αντί να παίξουν λοιπόν το ρόλο καλά ξεκινούν ένα άλλο ρόλο. Αυτός είναι και ένας λόγος που πολλοί από τους μεταμοντερνιστικούς ναρκισσιστές συνεχώς και καταναγκαστικά πλέον ασχολούνται με την ανακατασκευή και αναδημιουργία των ρόλων τους και γι’ αυτό δεν φτάνουν και ποτέ στην αντικειμενική φιλήδονο ευτυχία τους. Και είναι αυτό που είχε αναφέρει και ο Freud: «"Έρχεται πάντα σε μια αίσθηση θριάμβου όταν κάτι μέσα μου στο εγώ συμπίπτει με το ιδεώδες στο εγώ μου".

Εάν όμως το ιδεώδες του λόγω της γι’ αυτό αρρωστημένης απόστασης απέναντι στο εγώ του απωθείται, τότε δημιουργεί ένα τυραννικό Υπέρ-Εγώ, έναν κακόβουλο θρίαμβο. Αυτό το επιβεβαιώνει και ο Sennet που λέει, ότι ο Ναρκισσισμός κατέχει μια διπλή ιδιότητα: α) ενισχύει σχεδόν ένα διαλογισμό για τις ανάγκες του εαυτού μας και β) συγχρόνως μπλοκάρει την εκπλήρωση τους.[15] Αυτός είναι και ο λόγος γιατί τελικά δεν καταφέρνουν να εκπροσωπήσουν καμία αυθεντική- ξεχωριστή ταυτότητα. Τέτοιες ειδυλλιακές ολοκληρωμένες και χαρακτηριστικές ταυτότητες υπάρχουν μόνο φαινομενικά και μάλιστα όσο - μέσω καταπίεσης και περιθωριοποίησης – εμποδίζεται να υλοποιηθούν. Τότε μεταμορφώνεται ό άλλος σε «κλέφτη της απόλαυσης»[16].

Ο ναρκισσιστής δεν αντέχει τα υλικά πράγματα, τους νόμους και τις κανονικότητες. Για αυτό το λόγο ταιριάζουν περιεχόμενα στου ναρκισσιστές που δεν έχουν θετικό αντίκτυπο ή που υπαγορεύουν-απαιτούν θετικούς κανόνες και προϋποθέσεις των ικανοτήτων. Θα αναφέρουμε μόνο τη λέξη talk show, πρωινάδικα etc. Εκεί αμέσως εξομολογούνται για τους εαυτούς τους και αφήνουν να κοιτάξουν οι τηλεθεατές μέσα σε ότι έχει σχέση με την αδιευκρίνιστη σεξουαλική τους προτίμηση, την μετροσεξουαλικότητά[17] τους, στο «Low Desire» σύνδρομό τους ή στην μετασεξουαλικότητά[18] τους.


«Ξεπέρασε τις αρχές σου!»

Τα προηγούμενα ήταν η μια διάσταση του παιγνιδιού. Η δεύτερη διάσταση του παιγνιδιού, που θεωρείται ανεπίτρεπτο και αφόρητο στην μεταμοντερνίστικη ιδεολογία συνιστάται, στο ότι το παιγνίδι του δημόσιου ρόλου συνδέεται πάντα με μια συγκεκριμένη προϋπόθεση. Σε παροτρύνει μέχρι και σε πιέζει να υπερβείς τα όρια της προσωπικής σου ηθικής και ντροπής. Από τη μία έχουμε τα άτομα της leger (χύμα) Μετα-68 γενιάς, που είχαν διαπαιδαγωγηθεί αντί-αυταρχικά, ήταν απελευθερωμένοι σεξουαλικά , και που ναι μεν μιλούν στο ενικό ο ένας στον άλλο και χωρίς απόσταση, στη ντίσκο όμως χορεύουν σχεδόν πάντα μόνοι τους στη πίστα 
(είτε είναι γυναίκες είτε άνδρες), ενώ κάποιοι άλλοι ιδιαίτερα δεμένοι με κανόνες ευγένειας και ίσως και συντηρητικοί μπορούν -ίσως και γι’ αυτό το λόγο- παίρνοντας μια ξένη γυναίκα(συνήθως) αγκαλιά να χορέψουν σε ένα δημόσιο πάρτυ μαζί.

Οι κανόνες του πολιτισμού δεν πρέπει και δεν είναι οι απαγορεύσεις. Όχι μόνο δεν απαγορεύουν τίποτα στα άτομα, αλλά τους προσφέρουν αυτό που τα ίδια τα άτομα από μόνα τους δεν θα επέτρεπαν στον εαυτό τους. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε τη προσφορά που μας δίδει ο κάθε πολιτισμός, σαν προϋπόθεση διευκόλυνσης προς την απόλαυση και δυνατότητες απόλαυσης, «γιατί οι ίδιοι έχουμε τις αναστολές»[19],[20]
 
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ σστο ΜΕΡΟΣ VI


(*) Βλέπε, R. Pfaller, [2018], [2012].

[1] Προσπαθήσαμε να αποφασίσουμε από τρείς τίτλους:
1. Ο νεοφιλελευθερισμός έχει σκηνοθετήσει τον κόσμο σαν μια σαπουνόπερα.
2. Το νεοφιλελεύθερο σύστημα αυτοσκηνοθετείται σαν ένα τέτοιο για το οποίο δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις.
3. Κατάργηση του δημόσιου χώρου μέσω του νεοφιλευθερισμού.
Τελικά καταλήξαμε σε κάτι που αφορά εμάς και όχι το νεοφιλελευθερισμό .‘τα είχαμε όλα και τώρα τι έχουμε’.
[2] Κορα, Στέφαν., Ema in den Wechseljahren. Ein vorläufiger Abgesang auf die Frauenbewegung. In: Wir wollen alles… was haben wir nun? Eine Zwischenbilanz der Frauenbewegung, hg. V. Ursula Nuber, Zürich:Kreuz Verlag:24-32. Εδώ σ. 26.
[3] Ρ. Πφάλερ , 2018 σ. 160
[4] Žižek, Slavoj., Gewalt.- Sechs abseitige Reflexionen, Hamburg. Laika, S.127.
[5] Φραζερ, Νανσι., Honneth, Axel., Umverteilung oder Annerkennung? Eine politisch-philosophische Kontroverse, Frankfurt am Main: Suhrkamp, 2003.
[6] Σεννετ, Ριχαρντ., Verfall und Ende des öffentlichen Lebens. Die Tyrannei der Intimität. (1974) 12 Aufl. FaM Fischer 2001.
[7] Ρ.Πφάλερ, (2018) σ. 172
[8] Σέννετ, Ριχαρντ., Verfall und Ende des öffentlichen Lebens. Die Tyrannei der Intimität. (1974) 12 Aufl. FaM Fischer 2001. σ. 336
[9] Σέννετ, Ριχαρντ., Verfall und Ende des öffentlichen Lebens. Die Tyrannei der Intimität. (1974) 12 Aufl. FaM Fischer 2001. σ. 336
[10]„Performative turn“ MARTSCHUKAT, JÜRGEN. PATZOLD, STEFFEN., Hsg. GESCHICHTSWISSENSCHAFT UND »PERFORMATIVE TURN« Ritual, Inszenierung und Performanz vom Mittelalter bis zur Neuzeit, 2003
[11] Όπως και η διάκριση στο όρο που προέρχεται από τη Γαλλική Επανάσταση bourgeois και citoyen. Αστός και πολίτης. Δηλαδή(idiot) Ιδιώτης στην Αρχαία Ελληνική, δηλαδή αυτός που ασχολείται μόνο με τα δικά του πράγματα.
[12] Πρόκειται για την «τάση των μεταμοντέρνων κοινωνιών να ομαδοποιούν τα άτομα τους σε ομοιογενείς ταυτoποιημένες ομάδες [...] ομοφρόνων στοιχείων ». Robert Pfaller: Ästhetik der Interpassivität. Hamburg 2008. S. 295.
[13] Essay Jakob Heller, ANTIZIPATIONEN DER ABWESENHEIT.EINE GENERATIONENSKIZZE MEHR. Elephant, Heft 3, Dezember 2009 Herausgeber: Simone Schröder & Andreas Martin Widmann Layout: Simone Schröder Redaktion: Boppstr. 2, 55118 Mainz E-Mail: elephant-magazin@web.de www.elephant.blogger.de
[14] Βλέπε στη συνέχεια Πφάλερ (2018) σ. 174-176
[15] Σεννετ, Ριχαρντ., Verfall und Ende des öffentlichen Lebens. Die Tyrannei der Intimität. (1974) 12 Aufl. FaM Fischer 2001, σ. 22
[16] Σεννετ, Ριχαρντ., Verfall und Ende des öffentlichen Lebens. Die Tyrannei der Intimität. (1974) 12 Aufl. FaM Fischer 2001, σ. 22
[17] Ο όρος μετροσεξουαλικότητα, ο οποίος αποτελείται από "μητροπολιτικός" και "ετερόφυλος", υποδηλώνει μόνο ένα σεξουαλικό προσανατολισμό και όχι σεξουαλική προτίμηση, αλλά και ένα υπερβολικό τρόπο ζωής ετερόφυλων ανδρών που δεν δίνουν αξία στην κατηγοριοποίηση να θεωρούνται ένα ιδιαίτερο αρσενικό μοντέλο. Ο όρος metrosexual (engl.) Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1994 από τον βρετανό δημοσιογράφο Mark Simpson.
[18] Ο μετασεξουαλικός άνθρωπος δεν είναι συλλέκτης της πρόκλησης του γυμνού, είτε της επιθυμίας της αποακεραιοποίησης μέσα στην οργιαστικότητα, είτε της επιθυμίας για μια οργανική σχέση – αυτά είναι χαρακτηριστικά της προσεξουαλικότητας. Η μετασεξουαλικότητα αποτελεί ένα οριστικό τέρμα κάθε τάσης για ανάμνηση προσεξουαλικής πρόκλησης. Στη μετασεξουαλικότητα η επιθυμία έχει τερματιστεί, γιατί υπάρχει μια βίωση εντατικής μακαριότητας, υπέρβασης της μηχανικότητας της συνείδησης, όχι σαν νωθρότητα και χαλάρωση, που και πάλι ανάγεται σε προηγούμενες καταστάσεις.
[19] Freud. S., Drei Abhnadlungen zur Sexualltheorie, In:Ders. Studienasugbae Bd. V, FaM, Fischer 1989, s,37-146, εδώ σ. 78
[20] Πόσες φορές δεν έχουμε πει πολλοί από μας “θα ήθελα να κάνω και αυτό που δεν μπορώ να το κάνω εδώ.” Ερχόμενος από μια άλλη χώρα,  το πρώτο που νοστάλγησα ήταν η ανωνυμία που υπήρχε εκεί και δεν κοίταζαν πως θα συμπεριφερθώ σαν άτομο με μια συγκεκριμένη κοινωνική ταυτότητα όπως θα γινόταν αν έκανα τα ίδια πράγματα στη πόλη που γεννήθηκα ακόμα και σήμερα.






























Ετικέτες